Του Θάνου Λαμπρόπουλου

Παγκόσμιοι πρωταθλητές για μια ακόμη χρονιά (το 2010, η έκθεση γίνεται κάθε δύο χρόνια), αποδείχθηκαν οι Έλληνες καραβοκυραίοι,οι οποίοι δραστηριοποιούνται στις μεταφορές ανά τους Ωκεανούς του πλανήτη, με έναν στόλο εμπορικών πλοίων που ο αριθμός τους, σύμφωνα με την Ετήσια έκθεση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ), έφτασε αισίως τα 3.185 “βαπόρια”, όλων των τύπων, με αποτέλεσμα παρά την “μαύρη” οικονομική περίοδο που περνάει η χώρα,  η Ελλάδα να βρίσκεται και πάλι στην κορυφή της παγκόσμιας ναυτιλιακής πυραμίδας.

Έχοντας τα γραφεία τους είτε στον Πειραιά, είτε στο Λονδίνο αλλά και σε άλλες πόλεις του πλανήτη,  οι Έλληνες πλοιοκτήτες, με τα 3.185 πλοία τους και τα οποία ξεπερνούν σε τονάζ τους 202,19 εκατομμύρια dwt, αντιπροσωπεύουν το 14,33% της παγκόσμιας χωρητικότητας, ενώ την ίδια στιγμή η ελληνική σημαία που δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστική,  κατέχει την 5η θέση στην παγκόσμια ναυτιλιακή κατάταξη, αφού στα περισσότερα ελληνόκτητα εμπορικά πλοία βρίσκεται υψωμένη μια ξένη και πιο ελκυστική σημαία από την γαλανόλευκη.

Έτσι σύμφωνα με την Ετήσια έκθεση της ΕΕΕ, τα ελληνόκτητα εμπορικά βαπόρια, στα οποία σημειωτέον είναι “μπαρκαρισμένοι” και Έλληνες ναυτικοί (κυρίως αξιωματικοί) και τα οποία φέρουν κάποια ευρωπαϊκή σημαία, αποτελούν το 41,49% σε χωρητικότητα της κοινοτικής ναυτιλίας, ενώ οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 22,54% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων σε dwt και το 16,80% του παγκόσμιου στόλου φορτηγών πλοίων μεταφοράς φορτίων χύδην.

Όπως τονίζεται στην “εφοπλιστική” έκθεση, το επίτευγμα αυτό είναι  αξιοσημείωτο σε ένα έτος αβεβαιότητας για την παγκόσμια ναυτιλία, όπου το παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε κατά 4,50% αγγίζοντας επίπεδα χαμηλότερα από αυτά του 2007, ενώ τους ναύλους κράτησε χαμηλά ο συνδυασμός μειωμένης ζήτησης φορτίων κατά 350.000.000 τόνους και η πλεονάζουσα χωρητικότητα νεότευκτων πλοίων.

Στο τέλος του Δεκέμβρη του 2010, οι παραγγελίες των Ελλήνων πλοιοκτητών, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΕΕ και παρότι η Ελλάδα “βούλιαζε” στα χρέη, ανήλθαν σε 490 “κομμάτια” (άνω των 1000 κόρων) και συνολικής χωρητικότητας 49,15 εκατ. dwt, ενώ από αυτά τα 128 είναι δεξαμενόπλοια και αντιπροσωπεύουν το 20,05% της παγκόσμιας ναυπηγούμενης χωρητικότητας, 96 δ/ξ αργού πετρελαίου, δηλαδή,  22,64% του παγκόσμιου dwt, 25 chemical ήτοι 13% του παγκόσμιου dwt, 7 product tankers ήτοι 7,5% της παγκόσμιας χωρητικότητας,  296 φορτηγά χύδην φορτίου αντιπροσωπεύοντας το 12,10% της παραγγελθείσας παγκόσμιας χωρητικότητας στην κατηγορία αυτή.

Επίσης τον ίδιο χρόνο το συνολικό κεφάλαιο σε παραγγελίες ελληνόκτητων πλοίων από τους Έλληνες “καραβοκυραίους”, κυρίως στα ναυπηγεία της Άπω Ανατολής,  ισοδυναμεί με το 10% των συνολικών παραγγελιών τους. Οι δε παραγγελίες αυτές τοποθετούν τους Έλληνες στην πρώτη θέση διεθνώς με μερίδιο 8,70% του παγκόσμιου στόλου σε αριθμό πλοίων προς διάλυση με 158 πλοία που αντιστοιχούν σε 12,6% των παγκόσμιων διαλύσεων.

Όπως δε αναφέρεται  στην Ετήσια έκθεση της ΕΕΕ τον Δεκέμβρη του 2010 το ναυτιλιακό συνάλλαγμα που εισέρευσε στην Ελλάδα ανήλθε σε 15.418 εκατομμύρια ευρώ, συγκρινόμενο με 13.552 εκατ, ευρώ το 2009, δηλ. σημείωσε αύξηση 13,77%, ανερχόμενο έτσι σε 6,72% του εγχώριου προϊόντος καλύπτοντας το 35,28% του εμπορικού ελλείμματος. Σύμφωνα δε με την Τράπεζα Ελλάδος,  οι εισπράξεις από τη ναυτιλία (6,72%), ήταν ιδιαίτερα υψηλές συγκρινόμενες με των άλλων κρατών μελών της ΕΕ, όπου δεν υπερέβησαν το 1%, ενώ επιπροσθέτως το 2010 οι εισπράξεις από το ναυτιλιακό συνάλλαγμα υπερέβησαν τις αντίστοιχες του τουρισμού (9.614 εκατ. ευρώ) και ήλθαν δεύτερες μετά τις εξαγωγές (17.081 εκατ. ευρώ) στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών.

Τέλος όπως επισημαίνεται στα επίσημα στοιχεία της ΕΕΕ στην δεκαετία 2000-2010 η ναυτιλία της Ελλάδας συνεισέφερε 140.000.000.000 δις ευρώ σε εισπράξεις από ξένο συνάλλαγμα, ποσό που αντιστοιχεί στο ήμισυ του συνολικού δημόσιου χρέους της χώρας το 2009 που ισοδυναμούσε με 280.000.000.000 δις ευρώ, ήτοι 3,5 φορές των εισπράξεων της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση  για την περίοδο 2000-2013 που ανέρχονται σε 46.000.000.000 δις ευρώ (26 δις από το Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, και 20 δις από το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς).