Κάποτε, για να πας στο νησί σου, η όλη οργάνωση ήταν μια γιορτή. Επέλεγες την ημερομηνία που ήθελες, κατέβαινες στο λιμάνι κι έκλεινες τα εισιτήρια. Ούτε ίντερνετ, ούτε τηλέφωνα. Άμεση επαφή με τον πράκτορα.
Τώρα που το σκέφτομαι, έκανες και 2 μήνες διακοπές. Όταν έκλειναν τα σχολεία έφευγες αμέσως. Άλλες εποχές. Άλλες εικόνες στο λιμάνι. Τα δύο πορτοκαλί βαπόρια των Κυκλάδων, το Νάξος και το Πάρος, το …μικροσκοπικό Έλλη που έμπαινε σα “διάολος” στο λιμάνι και αργότερα το υπερσύγχρονο για την εποχή “Ποσειδών Εξπρές” του Μουλόπουλου της Arcadia Lines, που είχε άδοξο τέλος στα αβαθή της Πάρου.
Όλα αυτά πριν 30-40 χρόνια.
Ο κόσμος άλλαξε. Οι ζωές μας άλλαξαν. Τα βαπόρια άλλαξαν. Έγιναν σύγχρονα, πιο γρήγορα κι αντί για τιμόνι, ο καπετάνιος πρέπει να έχει γνώσεις πληροφορικής για να κουμαντάρει τα πολύχρωμα κουμπάκια στο υπερσύγχρονο κόκπιτ.
Η “κάψα” όμως του Έλληνα, να κατέβη στο νησί του, είναι η ίδια. Όμως οι καταστάσεις δεν του το επιτρέπουν πια. Κι αν καταφέρει να το κάνει αυτό για μία εβδομάδα, θα σκέφτεται πως με τα ίδια λεφτά κάποτε θα πέρναγε δυο μήνες!
Αφορμή γι αυτή τη μικρή αναδρομή στο παρελθόν, η κουβέντα με έναν παραδοσιακό πράκτορα της πλατείας Καραϊσκάκη στο λιμάνι. Η εμπειρία του μετά από 50 χρόνια εκεί, του επιτρέπει να βλέπει τις εξελίξεις στον δικό του τομέα. Έβλεπε καιρό πριν ότι η κατάσταση στην ακτοπλοΐα ήταν δύσκολη. Αλλά τώρα, “αν έρθεις 13 αυγούστου να πάρεις εισιτήριο για την παραμονή του 15αύγουστου, θα βρεις σίγουρα”. 
Και το κυριότερο. Η εικόνα αυτή μοιάζει να είναι μη αναστρέψιμη. Η ζωή όσο περνά ο καιρός, θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο κόσμος, όχι απλά δεν έχει χρήματα για τις διακοπές του, αλλά για τα βασικά αγαθά πια.
“Και βλέπεις όλους αυτούς από το βήμα της Βουλής και λες ρε παιδί μου, ζόμπι είναι; που ζουν; δεν έχουν καταλάβει ότι θα τους πάρουν με τις πέτρες μ αυτά που λένε και κάνουν;’  συνεχίζει ο πράκτορας στο λιμάνι.
“Κάποτε τουλάχιστον, ερχόταν η Παρασκευή το μεσημέρι και το Σάββατο το πρωί και το λιμάνι ήταν τίγκα από κόσμο που ήθελε να πάει μέχρι την Αίγινα έστω, να κάνει ένα μπάνιο μακριά από την Αθήνα. Τώρα έχουν κόψει μέχρι και τα δρομολόγια γιατί οι ακτοπλοϊκές δεν βγαίνουν”.
Και τι πρέπει να γίνει για ν αλλάξει αυτό το κλίμα, η αφελής δική μου ερώτηση.
” Να μάθουμε να ζούμε όπως παλιά. Ταπεινοί κι όχι με τη ζωή που μας πούλησαν όλοι τους. Ξέρεις τι έλεγε ο πατέρας μου; όσο φτάνουν τα πόδια μου. Εμάς τα πόδια μας βγήκαν έξω απ το κρεββάτι και η Ευρώπη σαν άλλος Προκρούστης μας τα έκοψε”.
Πόσο δίκιο είχε αυτός ο άνθρωπος. Μάθαμε στα δάνεια για τα μεγάλα σπίτια, τα μεγάλα αυτοκίνητα και τις διακοπές στην Ελούντα. Αυτά πληρώνουμε και τώρα και για πολλά χρόνια ακόμη.
Κι όσο δεν αλλάζουν τα μυαλά στη χώρα μας, τόσο το γκρίζο, θα χρωματίζει όχι μόνο το λιμάνι, αλλά τα πάντα!