Επιστήμονες στο Χονγκ Κονγκ ανέφεραν πριν λίγες μέρες την πρώτη επιβεβαιωμένη περίπτωση επαναμόλυνσης από τον κορωνοϊό που προκαλεί τη νόσο COVID-19. Σχεδόν εννέα μήνες μετά την πρώτη μόλυνση από τον νέο κορωνοϊό, υπήρξε επαναμόλυνση.
Ωστόσο, η επαναμόλυνση με κορωνοϊούς είναι συχνή και οι ανοσολόγοι εργάζονται σκληρά για να προσδιορίσουν πόσο καιρό διαρκούν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της προστατευτικής ανοσίας σε ασθενείς που έχουν αναρρώσει.
Το σώμα μας δεν γίνεται αδιαπέραστο από τους ιούς όταν αναρρώνουμε από μια μόλυνση, αλλά, σε πολλές περιπτώσεις, γίνεται αφιλόξενος ξενιστής.
Μετά την ανάρρωση, το σώμα μας συχνά εξακολουθεί να έχει τους ίδιους τύπους κυττάρων -όπως τα κύτταρα της αναπνευστικής οδού- στα οποία οι ιοί κολλάνε ξανά. Αυτά τα στοχευόμενα κύτταρα δεν μεταβάλλονται με ουσιαστικό τρόπο μετά την πρώτη μόλυνση και αφότου έχει γίνει η εκκαθάριση. Ωστόσο, εάν τα αντισώματα και τα κύτταρα μνήμης (κύτταρα Β και Τ) υπάρχουν μετά από μια πρόσφατη λοίμωξη, η νέα επέκταση του ιού είναι μάλλον βραχύβια και η λοίμωξη είναι υποτονική.
Αυτό φαίνεται να συνέβη με τον ασθενή του Χονγκ Κονγκ, ο οποίος δεν παρουσίασε συμπτώματα στη δεύτερη λοίμωξη, και ανακαλύφθηκε μετά από δοκιμή ρουτίνας σε αεροδρόμιο. Πιθανότατα δεν θα ήξερε ποτέ ότι είχε μολυνθεί ξανά αν δεν είχε ταξιδέψει.
Ένα πιο ενδιαφέρον ερώτημα είναι αν ήταν μεταδοτικός κατά τη διάρκεια της ασυμπτωματικής δεύτερης μόλυνσης.
Υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις ότι και τα ασυμπτωματικά άτομα είναι μεταδοτικά και γι’ αυτό η λογική επίσημη συμβουλή είναι να φοράμε καλύμματα προσώπου για να αποφύγουμε τη μόλυνση και να διατηρούμε τις αποστάσεις.
Οι κορωνοϊοί από προηγούμενα κρυολογήματα έχουν προικίσει μερικούς από εμάς με Τ κύτταρα μνήμης που μπορούν επίσης να κινητοποιηθούν ενάντια στον νέο κορωνοϊό, και αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί μερικοί άνθρωποι γλυτώνουν από σοβαρή ασθένεια.
Άρα, πώς πρέπει να λάβουμε τα νέα σχετικά με την επαναμόλυνση ατόμων που έχουν αναρρώσει;
Υπάρχουν τρία πιθανά αποτελέσματα επαναμόλυνσης με παρόμοιο ιό: χειρότερα συμπτώματα που οδηγούν σε πιο σοβαρή ασθένεια, τα ίδια συμπτώματα με την πρώτη λοίμωξη και ηπιότερα ή καθόλου συμπτώματα.
Το πρώτο αποτέλεσμα είναι γνωστό ως ενίσχυση της νόσου και σημειώνεται σε ασθενείς που έχουν μολυνθεί με παρόμοια στελέχη ιών όπως ο δάγκειος πυρετός. Δεν υπάρχουν ενδείξεις γι’ αυτό με τον νέο κορωνοϊό, παρά τα 23 εκατομμύρια επιβεβαιωμένα κρούσματα COVID-19 παγκοσμίως.
Το δεύτερο αποτέλεσμα, όπου ο ασθενής πάσχει από την ίδια ασθένεια δύο φορές, υποδεικνύει ότι δεν υπάρχει επαρκής ανοσολογική μνήμη για να προστατευθεί από την επανεμφάνιση. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν η πρώτη λοίμωξη δεν απαιτούσε δημιουργία αντισωμάτων ή Τ κυττάρων, ίσως επειδή άλλες ταχέως αναπτυσσόμενες ανοσολογικές άμυνες ήταν αρκετές για τον έλεγχο της.
Το τρίτο αποτέλεσμα είναι ηπιότερη λοίμωξη χάρη σε ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα που δημιούργησε αντισώματα και αποκρίσεις μνήμης Β και Τ κυττάρων τα οποία παρέμειναν αρκετά καιρό για να έχουν αξία κατά τη δεύτερη έκθεση.
Επομένως, ο εμβολιασμός είναι ζωτικής σημασίας για την πρόκληση και διατήρηση προστατευτικών ανοσολογικών αποκρίσεων μακροπρόθεσμα. Ο εμβολιασμός μπορεί να προκαλέσει πιο ισχυρές και μακροχρόνιες ανοσολογικές αντιδράσεις σε σύγκριση με τη φυσική λοίμωξη και αυτές μπορούν να διατηρηθούν με αναμνηστικούς εμβολιασμούς όταν είναι απαραίτητο.
Πηγή: The Conversation