Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, γνωστό και ως IBS (Irritable Βowel Syndrome), είναι μια κοινή γαστρεντερική διαταραχή, η οποία προκαλεί την υπερευαισθησία του γαστρεντερικού σωλήνα και τη συστολή των μυών του εντέρου. 

«Τα κύρια συμπτώματα του συνδρόμου είναι πόνος στην κοιλιά, φούσκωμα, κράμπες, δυσκοιλιότητα ή/και διάρροια. Το IBS συνοδεύεται συχνά από έντονο μετεωρισμό και επηρεάζει πιο συχνά τις γυναίκες από τους άνδρες, όμως δεν αυξάνει τον κίνδυνο ενός ατόμου να αναπτύξει καρκίνο του παχέος εντέρου», επισημαίνει ο κ. Ευμένης Π. Καραφυλλίδης BSC (HONS), MSC, NYSCDN Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, Διευθυντής Διαιτολογικού Τμήματος Metropolitan General και συνεχίζει:

«Η κατανάλωση καφέ μπορεί να βοηθήσει στην προστασία από την ανάπτυξη του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου (IBS) ή να ανακουφίσει τα συμπτώματά του, για μερικούς ανθρώπους, σύμφωνα με μια νέα μετα-ανάλυση, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrients το 2023.

Σύμφωνα με τη μετα-ανάλυση, η οποία περιλάμβανε δεδομένα από 432.022 συμμετέχοντες σε οκτώ διαφορετικές μελέτες, φάνηκε πως όσοι πίνουν καφέ έχουν 16% λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS) από τους ανθρώπους που δεν πίνουν καφέ. Αυτό ισχύει για άτομα που πίνουν οποιαδήποτε ποσότητα καφέ σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Η ανάλυση βασίστηκε σε οκτώ μελέτες που πληρούσαν τα κριτήρια των ερευνητών και επιλέχθηκαν από μια αρχική ομάδα 187 μελετών από τις βάσεις δεδομένων EMBASE, PubMed και Cochrane Library έως τις 31 Μαρτίου 2023.

Η μετα-ανάλυση υποστήριξε ότι τα αντιφατικά ευρήματα προηγούμενων μελετών, ότι ο καφές δρα με επιβλαβή τρόπο στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, μπορεί να σχετίζονται με την πολυπλοκότητα του καφέ. Πιο συγκεκριμένα, ο καφές, περιέχει πάνω από εκατό ενώσεις, οι οποίες μπορεί να διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με την προέλευσή τους, τον τρόπο ψησίματος και τη μέθοδο παρασκευής τους.

 Όλες οι παράμετροι δεν λαμβάνονται πάντα υπόψη σε όλες τις μελέτες. Επιπλέον, η σύνδεση μεταξύ του καφέ και του συνδρόμου, έχει να κάνει και με τα βιοενεργά μόρια του καφέ, καθώς είναι ένα ρόφημα πλούσιο σε βιοδραστικές ουσίες, όπως πολυφαινόλες διτερπένια, τριγωνελίνη και μελανοϊδίνες. Οι ουσίες αυτές έχουν αντιοξειδωτικές, αντι-ινωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, καθώς και επίδραση στη μικροχλωρίδα του εντέρου, στα χολικά οξέα, στην κινητικότητα του εντέρου και στην εντερική διαπερατότητα. Αυτές οι ιδιότητες μπορούν ενδεχομένως να έχουν ευεργετικό αντίκτυπο στο IBS» αναφέρει. 

Όμως, γιατί ο καφές δεν είναι καλός για την υγεία του εντέρου όλων των ατόμων;

Ο γαστρεντερολόγος Dr. Babak Firoozi, που δεν συμμετείχε σε αυτή την έρευνα, αλλά κλήθηκε να σχολιάσει τα αποτελέσματα της μελέτης, ισχυρίστηκε ότι, “από τις οκτώ μελέτες που συμπεριλήφθηκαν στη μετα-ανάλυση, οι τρεις έδειξαν ότι ο καφές προάγει το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS)”. Όπως ανέφερε, “και οι τρεις μελέτες ήταν συγχρονικές, όπου οι συγχρονικές μελέτες εντοπίζουν μόνο συσχετίσεις και δεν μπορούν να αποδείξουν μια αιτιώδη σχέση μεταξύ των παραμέτρων που εξετάζονται”. Εξήγησε ότι, “τα αποτελέσματα αυτών των τριών μελετών μπορεί να μην είναι τόσο περίεργα, δεδομένου ότι ο καφές μπορεί μερικές φορές να διαταράξει την πέψη και να είναι ένα ισχυρό καθαρτικό λόγω των βιοδραστικών ενώσεων που περιέχει”.

«Όχι μόνο η καφεΐνη, αλλά και άλλα μόρια στον καφέ, προάγουν τις κινήσεις του εντέρου μέσω της αυξημένης εντερικής διέλευσης. Έτσι λοιπόν, ο καφές σε μερικούς ασθενείς με κυρίαρχο σύμπτωμα την διάρροια στο IBS, μπορεί να μην είναι ωφέλιμος και θα μπορούσε στην πραγματικότητα να επιδεινώσει τα συμπτώματα» τονίζει ο κ. Καραφυλλίδης και προσθέτει:

«Όσο αφορά τους ασθενείς με λιπώδη ηπατική νόσο, συστήνεται τουλάχιστον ένα φλιτζάνι καφέ κάθε μέρα, καθώς ο καφές μειώνει την ίνωση στο ήπαρ και βοηθά στην πρόληψη σχηματισμού πέτρας στη χολή».

«Σε γενικές γραμμές, τα τρέχοντα στοιχεία υποδηλώνουν μια πιθανή προστατευτική επίδραση του καφέ στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS). Γνωρίζουμε ότι η κατανάλωση καφέ είναι ασφαλής στα επιτρεπτά και καθορισμένα επίπεδα κατανάλωσης και μπορεί να έχει οφέλη για την υγεία του εντέρου, τα οποία θα πρέπει να μελετηθούν περαιτέρω σε μεγάλες προοπτικές μελέτες κοόρτης», καταλήγει ο κ. Καραφυλλίδης.