Η ημικρανία ταλαιπωρεί, λιγότερο ή περισσότερο συχνά, περίπου έναν στους δέκα Έλληνες. Είναι μια χρόνια πάθηση, που πολλές φορές αναγκάζει σε απουσία από την εργασία, αλλά και την επαγγελματική ή και προσωπική ζωή. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατατάσσει την κρίση ημικρανίας σε μια κατάσταση ισοδύναμη με αναπηρία. Παρά το ότι υπάρχουν αρκετές διαθέσιμες θεραπείες, πολλοί άνθρωποι με ημικρανία τηn αντιμετωπίζουν μόνο με κοινά, συνήθως αναποτελεσματικά, παυσίπονα.
Ο Δρ. Μιχαήλ Βικελής, Νευρολόγος, MSc in Headache Medicine, Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών, Επιστημονικός Σύμβουλος του Συλλόγου Ασθενών με Ημικρανία και Κεφαλαλγία Ελλάδος μιλάει στο zougla.gr για το πως αντιμετωπίζεται η ημικρανία.
Συνέντευξη στον Θάνο Ξυδόπουλο
Κύριε Βικελή, πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από πονοκεφάλους. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά είδη πονοκεφάλων. Πώς θα καταλάβει κάποιος ότι έχει ημικρανία;
Η ημικρανία είναι μια πάθηση που εκδηλώνεται κυρίως με κρίσεις πονοκεφάλου. Ωστόσο, δεν είναι ένας απλός πονοκέφαλος. Τα τυπικά συμπτώματα της ημικρανίας περιλαμβάνουν επεισόδια έντονου πονοκεφάλου που διαρκούν ώρες ή και ημέρες, αλλά δεν είναι μόνο ένας δυνατός πονοκέφαλος: Υπάρχουν και άλλα συμπτώματα, όπως ενόχληση στο φως, τους ήχους ή και τις μυρωδιές, τάση για εμετό ή και εμετό και ανάγκη για περιορισμό της φυσιολογικής δραστηριότητας. Αν δεν αντιμετωπιστεί, μια κρίση ημικρανίας μπορεί να οδηγεί σε ανάγκη για περιορισμό δραστηριοτήτων ή και σε ανάγκη για πλήρη κατάκλιση, σε απομονωμένο σκοτεινό χώρο. Είναι σημαντικό να τονιστεί πως δεν μιλάμε για «πονοκέφαλο στο μισό κεφάλι», γιατί σε πολλούς ανθρώπους με ημικρανία ο πόνος βρίσκεται σε ολόκληρο το κεφάλι. Η ημικρανία είναι μια πάθηση η βάση της οποίας βρίσκεται στο DNA μας, δηλαδή στο συνδυασμό των γονιδίων που λάβαμε από τους γονείς μας.
Εφόσον είναι μια γενετική πάθηση, μπορεί να υπάρχει θεραπεία;
Η ημικρανία είναι μια πάθηση που βασίζεται στο γενετικό μας υπόβαθρο, δηλαδή στο DNA μας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει ριζική θεραπεία. Ίσως μελλοντικά, όταν και αν θα γίνονται θεραπείες γενετικής τροποποίησης, να μπορεί να εκριζωθεί. Αλλά από αυτές τις θεραπείες ακόμη απέχουμε, ενώ είναι κάτι που σαφώς είναι υπό συζήτηση για το αν και σε ποιες παθήσεις θα εφαρμόζεται. Για την ώρα, έχουμε θεραπείες για την ημικρανία, αλλά είναι ανακουφιστικές: μπορούν να περιορίσουν τις εκδηλώσεις της, σταματώντας έγκαιρα τις κρίσεις, αλλά και αραιώνοντάς τες, αλλά δεν μπορούν να τις εξαλείψουν. Σε πολλές περιπτώσεις πρέπει να βλέπουμε τη θεραπεία της ημικρανίας όπως τη θεραπεία άλλων παθήσεων, όπως για παράδειγμα της υπέρτασης. Κάποιοι ασθενείς με ήπια συμπτώματα ίσως δεν χρειάζονται ιδιαίτερη θεραπεία, κάποιοι χρειάζονται θεραπεία κατά διαστήματα και κάποιοι μακροχρόνια προληπτική θεραπεία.
Πώς περνάει λοιπόν μια κρίση ημικρανίας;
Αυτό είναι το πιο σημαντικό ερώτημα. Πολλές φορές με ρωτούν, στις εκδηλώσεις του Συλλόγου Ασθενών με Ημικρανία Ελλάδος: «Γιατρέ, τι θα γίνει; Πως περνάει η ημικρανία;». Η απάντηση στο «πως θα περάσει η ημικρανία;» χρειάζεται προσεκτική ανάλυση του ιστορικού του κάθε ατόμου. Μια κρίση ημικρανίας, στην μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων, χρειάζεται την κατάλληλη αναλγητική θεραπεία που θα επιλεγεί εξατομικευμένα, με βάση τα χαρακτηριστικά των κρίσεων του συγκεκριμένου ασθενούς. Άλλη θεραπεία θα δουλέψει καλύτερα σε κρίσεις που κρατούν μία ημέρα, άλλη σε κρίσεις που κρατούν 3 ημέρες. Αν υπάρχει τάση για εμετό ή και εμετός, ίσως πρέπει αντί για θεραπεία σε χάπι να προτιμηθεί ρινικό σπρέι ή και αυτοχορηγούμενη ένεση. Ανάλογα με το ιστορικό, κάποιες θεραπείες ίσως έχουν αντένδειξη, λόγω άλλων παθήσεων. Άρα, δεν υπάρχει μια απάντηση ίδια για όλους, αλλά μια εξατομικευμένη πρόταση, μετά από προσεκτική λήψη του ιστορικού.
Τα αναλγητικά για την ημικρανία, σε τι φαρμακευτική κατηγορία ανήκουν; Είναι γενικά αναλγητικά ή εξειδικευμένα φάρμακα;
Στην ημικρανία μπορεί να δοκιμαστεί κάθε αναλγητικό. Τα γενικά αναλγητικά, όπως η παρακεταμόλη, η ασπιρίνη, τα αντιφλεγμονώδη πράγματι χρησιμοποιούνται ευρέως. Αν βοηθούν σημαντικά, δηλαδή αν μπορούν με μία ή δύο λήψεις να σταματούν την κρίση, η λήψη τους δεν είναι λάθος, αν φυσικά δεν υπάρχει ιατρική αντένδειξη στη χρήση τους. Ωστόσο, πάρα πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν τέτοια φάρμακα χωρίς αυτά να τους βοηθούν σημαντικά. Συχνά μάλιστα αναγκάζονται να κάνουν επαναλαμβανόμενες, πολλαπλές λήψεις, κάνουν δηλαδή κατάχρηση φαρμάκων. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι ημικρανικοί ασθενείς μπορούν να βοηθηθούν πολύ περισσότερο από τα ειδικά αντιημικρανικά παυσίπονα. Η πρώτη ομάδα αυτών των φαρμάκων ονομάζονται «τριπτάνες» και κυκλοφορούν εδώ και 20-30 χρόνια, ενώ υπάρχουν και δύο νέες ομάδες τα gepants και τα ditans που μπορούν να προσφέρουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, αλλά -και αυτό αφορά κυρίως τις νέες ομάδες ειδικών αντιημικρανικών φαρμάκων- πολύ καλό προφίλ ασφάλειας, με χαμηλά ποσοστά στις ενδεχόμενες παρενέργειες.
Πέρα από τα φάρμακα για τις ημικρανικές κρίσεις, τι άλλο βοηθάει στην ημικρανία;
Η θεραπεία της ημικρανίας πρέπει να είναι ολιστική. Σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά όχι πάντα, μπορεί να χρειαστούν αλλαγές και βελτιώσεις στον τρόπο ζωής. Περισσότερο νερό, ισορροπημένη διατροφή, περισσότερη άσκηση. Ο ύπνος πρέπει να είναι καλός και αν υπάρχουν διαταραχές στον ύπνο ή σφίξιμο της γνάθου, να αντιμετωπίζεται. Η χρήση μαγνησίου, σε υψηλές δόσεις και συνήθως σε συνδυασμό με άλλες βιταμίνες και ιχνοστοιχεία επίσης βοηθάει. Και, σε περιπτώσεις με πολλές και έντονες κρίσεις, μπορεί να χρειαστεί μια προληπτική θεραπεία, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα, για να μειώσει την συχνότητα, τη διάρκεια, την ένταση των κρίσεων. Τα μονοκλωνικά αντισώματα για την ημικρανία χορηγούνται με μια απλή αυτοχορηγούμενη υποδόρια ένεση, ανά μήνα ή μια φορά το τρίμηνο, ενδοφλέβια.