Ζήσης Ψάλλας
Πολλοί ασθενείς με COVID-19 αναπτύσσουν συμπτώματα διάρκειας εβδομάδων ή μηνών, κάτι που οι ερευνητές αποκαλούν τώρα «μακροCOVID». Μια σειρά προκαταρκτικών μελετών αρχίζουν να εντοπίζουν τα πρώτα σημάδια ότι ένας ασθενής θα αργήσει να ανακάμψει αμέσως.
Μια μελέτη από το King’s College του Λονδίνου εξέτασε πάνω από 4.000 ασθενείς με κορωνοϊό ζητώντας τους να καταγράψουν τα συμπτώματά τους σε μια ηλεκτρονική εφαρμογή.
Περίπου το 20% είπε ότι δεν αισθάνεται καλύτερα μετά από τέσσερις εβδομάδες -το κατώφλι στο οποίο οι ερευνητές σηματοδοτούν μια περίπτωση μακράς COVID-19. Μέχρι οκτώ εβδομάδες, περίπου 190 ασθενείς ανέφεραν παρατεταμένα συμπτώματα. Και έως 12 εβδομάδες, σχεδόν 100 ασθενείς είπαν ότι δεν είχαν αναρρώσει ακόμη.
Οι ασθενείς που παρουσίασαν πάνω από πέντε συμπτώματα κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν μακρά ασθένεια COVID-19, σύμφωνα με τη μελέτη.
Οι ερευνητές εντόπισαν πέντε συμπτώματα που προέβλεπαν τη μακράς διάρκειας COVID: κόπωση, κεφαλαλγία, δυσκολία στην αναπνοή, βραχνή φωνή και σωματικοί πόνοι.
Με μεγάλη διαφορά ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας μιας περίπτωσης COVID μεγάλης διάρκειας, σύμφωνα με τη μελέτη του King’s College, ήταν η ηλικία. Περίπου το 22% των συμμετεχόντων ήταν άνω των 70 ετών, ενώ το 10% ήταν μεταξύ 18 και 49 ετών. Αυτοί με υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) είχαν επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο.
Οι γυναίκες στις νεότερες ηλικιακές ομάδες ήταν πιο πιθανό να υποφέρουν από αυτό το αποτέλεσμα. Περίπου το 15% των γυναικών στη μελέτη είχαν μακροχρόνια συμπτώματα σε σύγκριση με το 10% των ανδρών. Αυτό το εύρημα ήταν απροσδόκητο, καθώς οι άνδρες είναι κατά μέσο όρο πιο ευάλωτοι σε σοβαρή COVID-19 από ότι οι γυναίκες.
Οι επιστήμονες δεν έχουν προσδιορίσει ακριβώς το γιατί, αλλά μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες μπορεί να αναπτύξουν μια πιο ισχυρή αντίδραση Τ-κυττάρων ή ταχύτερη ανοσοαπόκριση στον ιό. Επίσης πάσχουν περισσότερο από αυτοάνοσα νοσήματα. Θα μπορούσε όμως να καταγράφηκε έτσι επειδή απλώς οι γυναίκες παρατήρησαν πιο επιμελημένα τα συμπτώματά τους και τα μοιράστηκαν μέσω της εφαρμογής, αφού συνήθως είναι πιο παρατηρητικές σε θέματα υγείας που βιώνουν.