Γράφει ο Παπανικόπουλος Χριστόδουλος Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος, Ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή Μονάδα ΥΓΕΙΑ IVF Εμβρυογένεσις
Η ενδομητρίωση είναι συνήθως μια επώδυνη νόσος με χαρακτηριστικά χρόνιας φλεγμονής. Αποτελεί μια από τις πιο συχνές καλοήθεις γυναικολογικές παθήσεις στην αναπαραγωγική ηλικία με συχνότητα στο γενικό πληθυσμό περίπου 10%, ενώ στις υπογόνιμες γυναίκες το ποσοστό κυμαίνεται από 30-50%.
Η μέση ηλικία διάγνωσης είναι τα 28 έτη και θα πρέπει να αναφερθεί ότι η διάγνωση συνήθως καθυστερεί, γιατί δεν γίνεται σωστή εκτίμηση των συμπτωμάτων.
Η ενδομητρίωση έχει σοβαρές συνέπειες, τόσο στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή των ασθενών, όσο και στη ψυχική τους ισορροπία. Η οικονομική επιβάρυνση στις ΗΠΑ υπολογίζεται σε 49 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Ενδομητρίωση είναι η πάθηση όπου ενδομητρικός ιστός ευαίσθητος στην δράση οιστρογόνων ανευρίσκεται εκτός της ενδομητρικής κοιλότητας και η διάγνωση επιβεβαιώνεται μετά από βιοψία.
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την εμφάνιση της ενδομητρίωσης:
- Η παλίνδρομη ροή αίματος από τις σάλπιγγες κατά την διάρκεια της περιόδου και η εμφύτευση ενδομητρικών κυττάρων στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Αυτό όμως γίνεται σε όλες τις γυναίκες και άρα θα πρέπει να υπάρχει και κάποια ατομική προδιάθεση.
- Η μετάπλαση του σπλαγχνικού επιθηλίου όπου κάποια κύτταρα του περιτοναίου μετατρέπονται σε ενδομητρικά κύτταρα.
- Mullerianosis όπου κατά την εμβρυική περίoδο κάποια κύτταρα αναπτύσσονται σε λάθος περιοχές του σώματος.
- Η θεωρία της αιματογενούς και λεμφογενούς διασποράς, η οποία θα μπορούσε να δικαιολογήσει απομακρυσμένες εστίες ενδομητρίωσης όπως π.χ. στην θωρακική κοιλότητα.
Υπάρχουν 3 τύποι ενδομητρίωσης: οι επιφανειακές εστίες ενδομητρίωσης (15-50%), οι κύστεις ενδομητρίωσης (ενδομητριώματα έως 45%) και η εν τω βάθει ενδομητρίωση (περίπου 20%).
Συμπτώματα ενδομητρίωσης
Η ενδομητρίωση μπορεί να παρουσιάζεται με συμπτωματολογία όπως: έντονος πόνος στην περίοδο (δυσμηνόρροια). Χαρακτηριστικά στην ενδομητρίωση, η δυσμηνόρροια είναι ιδιαίτερα έντονη και εμφανίζεται συνήθως αρκετά χρόνια μετά την έναρξη της περιόδου. Πολλές γυναίκες αναφέρουν ένα επίμονο άλγος υπογαστρίου, το οποίο δεν αποδίδεται σε άλλη νοσολογική οντότητα. Η δυσπαρεύνια δηλαδή άλγος στην επαφή αποτελεί ένα μείζον σύμπτωμα της νόσου. Συμπτώματα από το έντερο, επώδυνες κινήσεις εντέρου, άλγος στην αφόδευση, άλγος κατά την ούρηση.
Συχνά στις γυναίκες αυτές μπορεί να συνυπάρχουν κύστεις ωοθηκών, οι οποίες στην περίπτωση αυτή ονομάζονται ενδομητριώματα και σε ένα σημαντικό ποσοστό προκαλούν υπογονιμότητα.
Η ενδομητρίωση θεωρείται ότι επηρεάζει αρνητικά την λειτουργία των σαλπίγγων μέσω δημιουργίας συμφύσεων, την ποιότητα των ωαρίων, της γονιμοποίησης και την εμφύτευση του εμβρύου. Το 50% των ασθενών με την νόσο αυτή θα χρειασθεί να υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση για να καταφέρει να τεκνοποιήσει.
Ειδικότερα υπάρχουν στοιχεία ότι η ενδομητρίωση σαν νόσος έχει επίπτωση στα ωοθηκικά αποθέματα. Τα επίπεδα των δεικτών AMH, ο αριθμός των μικρών ωοθυλακίων και η Inhibin B όπου χρησιμεύουν για την αξιολόγηση της γονιμότητας είναι μειωμένα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
Παθοφυσιολογικά πιστεύεται ότι οι ενδομητριωσικές κύστεις περιέχουν ουσίες, όπως ο ελεύθερος σίδηρος, που μπορεί να είναι τοξικές στα ωοθυλάκια. Επίσης, η χρόνια διάταση του φλοιού των ωοθηκών λόγω των κύστεων μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις. Όπως επίσης έχει βρεθεί ότι υπάρχει μια υπερδραστηριότητα των αρχέγονων ωοθυλακίων, που μπορεί να οδηγήσει στην ταχύτερη εξάντλησή τους.
Διάγνωση ενδομητρίωσης
To λεπτομερές ιατρικό ιστορικό θέτει την υποψία της νόσου. Ο ενδελεχής υπερηχογραφικός έλεγχος θα εντοπίσει ενδομητριωσικές κύστεις αλλά και εστίες ενδομητρίωσης σε άλλα όργανα, από έμπειρους ιατρούς. Η αιματολογική εξέταση Ca -125 αποτελεί ένα χρήσιμο επιβοηθητικό δείκτη. Επίσης, για την διάγνωση χρησιμοποιείται η μαγνητική τομογραφία. Η επιβεβαίωση της νόσου επιτυγχάνεται μετά από επέμβαση λαπαροσκόπησης με λήψη ιστών για ιστολογική εξέταση – βιοψία.
Η αντιμετώπιση των ενδομητριωσικών κύστεων (>4εκ.) είναι η λαπαροσκοπική χειρουργική αφαίρεση τους. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και αρνητικές συνέπειες ακόμη και από τους πιο έμπειρους χειρουργούς και είναι η μείωση των ωοθηκικών αποθεμάτων μετά την επέμβαση. Έχει βρεθεί στατιστικά σημαντική μείωση της ΑΜΗ και της AFC που αντανακλά την μείωση της γονιμοποιητικής δυναμικής μιας γυναίκας. Επίσης, έχουν αναφερθεί ποσοστά υποτροπής της νόσου 20% στα 2 χρόνια και 40% στα 5 χρόνια.
Κατάψυξη ωαρίων
Η κατάψυξη ωαρίων παλαιότερα λόγω των χαμηλών ποσοστών επιτυχίας των προηγούμενων τεχνικών, αποτελούσε λύση ανάγκης και περιοριζόταν σε επιλεγμένα περιστατικά, όπως στη διατήρηση γονιμότητας πριν την έναρξη αντικαρκινικής θεραπείας ή στην μη διαθεσιμότητα σπέρματος κατά την ημέρα της ωοληψίας σε κύκλους εξωσωματικής γονιμοποίησης. Η εισαγωγή σύγχρονων τεχνικών, όπως του vitrification εμφανίζει εξαιρετικά πιθανότητες επιτυχίας μετά από απόψυξη ωαρίων, με ποσοστά κύησης 35-65%. Επίσης, έχει βρεθεί ότι η κατάψυξη ωαρίων είναι το ίδιο αποτελεσματική σε σχέση με τα φρέσκα ωάρια και δεν αυξάνει τον κίνδυνο για γενετικές ή χρωμοσωμιακές ανωμαλίες. Έτσι χιλιάδες γυναίκες επιλέγουν την κατάψυξη ωαρίων για κοινωνικούς ή ιατρικούς λόγους.
Μελέτες αναφέρουν ότι γυναίκες με ενδομητρίωση αν υποβληθούν σε κατάψυξη ωαρίων έχουν μεγαλύτερο αριθμό και καλύτερης ποιότητας ωάρια ιδανικά εάν υποβληθούν σε διαδικασία συλλογής ωαρίων σε ηλικία μικρότερη των 37 ετών και πριν την χειρουργική επέμβαση αντιμετώπισης της ενδομητρίωσης.
Η ενδομητρίωση αποτελεί νόσο με άμεση συσχέτιση με την υπογονιμότητα. Επίσης, αποτελεί εξελισσόμενη νόσος και για τους λόγους αυτούς στις γυναίκες που θα επιθυμούσαν να τεκνοποιήσουν στο μέλλον θα πρέπει να γίνεται ενημέρωση από τους γιατρούς για τις επιπτώσεις της νόσου και για την δυνατότητα κατάψυξης ωαρίων όταν διαγνωσθούν με ενδομητρίωση και πριν υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση.