Θάνος Ξυδόπουλος
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Otago, με επικεφαλής την Genevieve Wilson, διαπίστωσαν ότι τρεις μήνες προπόνησης υψηλής έντασης (HIIT) βελτίωσαν την καρδιακή λειτουργία σε ενήλικες με διαβήτη τύπου 2, χωρίς καμία αλλαγή στα φάρμακα ή στη διατροφή.
Η προπόνηση υψηλής έντασης περιλαμβάνει μικρά χρονικά διαστήματα σχεδόν μέγιστης προσπάθειας (> 90% του μέγιστου) όπως τρέξιμο ή αναρρίχηση σκαλοπατιών, χωρισμένα με διαστήματα άσκησης μέτριας έντασης, όπως τζόκινγκ ή γρήγορο περπάτημα.
Ο στόχος ήταν οι άνθρωποι να περάσουν 10 λεπτά κάνοντας δραστηριότητα υψηλής έντασης (έντονη) κατά τη διάρκεια μιας περιόδου άσκησης 25 λεπτών.
Η συχνότητα εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2 συνεχίζει να αυξάνεται παγκοσμίως. Η αύξηση της αερόβιας ικανότητας μέσω άσκησης είναι αναμφισβήτητα η καλύτερη πρόληψη για τις καρδιακές παθήσεις ενώ η άσκηση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της διαβητικής θεραπείας. Ωστόσο, η εξασθενημένη λειτουργία της διαβητικής καρδιάς συχνά καθιστά δυσκολότερη την άσκηση και δεν ήταν γνωστό πριν από αυτή τη μελέτη αν θα μπορούσαν οι διαβητικοί να προπονηθούν σκληρά.
Η μελέτη έδειξε ότι το πρόγραμμα άσκησης υψηλής έντασης για ενήλικες με διαβήτη τύπου 2 ήταν ασφαλές, αποδεκτό και καλά παρακολουθούμενο, με ποσοστό προσκόλλησης άνω του 80% για τους τρεις μήνες.
«Υπάρχουν δύο σημαντικές κλινικές συνέπειες αυτού του έργου» εξηγεί ο καρδιολόγος Chris Baldi. «Η πρώτη είναι ότι οι ενήλικες με διαβήτη τύπου 2 μπορούν να ακολουθήσουν μια άσκηση υψηλής έντασης και είναι σε θέση να αυξήσουν την αερόβια ικανότητα και την απόκριση της αριστερής κοιλίας, όπως συμβαίνει και σε υγιή άτομα. Δεύτερον, η άσκηση υψηλής έντασης είναι ικανή να αντιστρέψει κάποιες από τις αλλαγές στην καρδιακή λειτουργία που φαίνεται να προηγούνται της διαβητικής καρδιακής νόσου».
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Medicine & Science in Sports & Exercise.