* Της Δρος Ανδρούλλας Ελευθερίου
Χάρη στην εξαιρετική πρόοδο της επιστήμης και τις σημαντικές βελτιώσεις που έχουν επιτευχθεί στα εθνικά συστήματα υγείας, οι σύγχρονες κοινωνίες στην Ευρώπη χαρακτηρίζονται τις τελευταίες δεκαετίες από κατακόρυφη αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης και, κατά συνέπεια, από εντεινόμενη γήρανση των πληθυσμού. Τα δεδομένα αυτά συνιστούν μεν ένα αξιολογότατο ανθρώπινο επίτευγμα, εγείρουν δε προκλήσεις για την ανθεκτικότητα και βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, αλλά και της δημόσιας υγείας εν γένει.
Η γήρανση του πληθυσμού αυξάνει, παράλληλα, και τον επιπολασμό χρόνιων νόσων που προκαλούν σοβαρή αναιμία, όπως ο καρκίνος, καθώς και τις ανάγκες για σύνθετες επεμβάσεις και ένταξη των μεταγγίσεων αίματος και των παραγώγων του στα πρωτόκολλα κλινικής διαχείρισης ενός διαρκώς διευρυνόμενου αριθμού ασθενειών.
Πράγματι, η ζωτική θεραπευτική πράξη της μετάγγισης δεν απαιτείται μόνο για τη διεκπεραίωση χειρουργικών, καρδιαγγεικών, ογκολογικών και πολλών άλλων ιατρικών παρεμβάσεων ή σε περιπτώσεις επειγόντων περιστατικών, λ.χ τροχαίων ατυχημάτων ή σοβαρών τραυματισμών, αλλά είναι ουσιώδους σημασίας και για την αποτελεσματική διαχείριση ασθενών με νοσήματα, όπως λευχαιμίες, ανοσοανεπάρκειες, χρόνιες ή οξείες αναιμίες, μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα και, φυσικά, θαλασσαιμία.
Αξίζει να σταθούμε σε κάποια δεδομένα που είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά ως προς τις τεράστιες ανάγκες που υπάρχουν για αίμα στην Ευρώπη.
Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) πραγματοποιούνται ετησίως περίπου 25 εκατομμύρια μεταγγίσεις ερυθρών αιμοσφαιρίων, προερχόμενες από 20 εκατομμύρια δωρεές αίματος, σε πάνω από 1400 σημεία συλλογής και επεξεργασίας αίματος (EC2019). Εξ αυτών, περίπου 70% αφορά μεταγγίσεις ασθενών με παθολογικά νοσήματα και 30% μεταγγίσεις ασθενών για μη-προγραμματισμένες, επείγουσες χειρουργικές επεμβάσεις.
Αναντίρρητα, τα προαναφερθέντα αριθμητικά δεδομένα αποκαλύπτουν μια πρόδηλη ανισορροπία ανάμεσα στη ζήτηση και την προσφορά αίματος, αναγκάζοντας τόσο τις κατά τόπους υγειονομικές αρχές, όσο και τους δια βίου μεταγγισιοεξαρτώμενους ασθενείς να επιδίδονται σε έναν αδιάκοπο αγώνα για τη διασφάλιση επαρκούς αίματος και των παραγώγων του. Αυτός ο αγώνας λαμβάνει ακόμη πιο δραματικές διαστάσεις σε συνθήκες εποχικές, λ.χ την καλοκαιρινή περίοδο, οπότε και οι δωρεές αίματος μειώνονται αισθητά, ή εν μέσω υγειονομικών κρίσεων, κάτι που διαπιστώσαμε εκτενώς πρόσφατα με την πανδημία του κορωνοϊού, επηρεάζοντας σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό την πρόσβαση των ασθενών σε μεταγγίσεις.
Επιπρόσθετα, όπως έχει ήδη σημειωθεί, η δυνατότητα των ευρωπαϊκών συστημάτων υγείας να καλύπτουν τις ανάγκες τους σε αίμα τίθεται εν αμφιβόλω υπό συνθήκες διαρκών μεταβολών στο ηλικιακό μείγμα του πληθυσμού. Αυτά οδηγούν, σύμφωνα με την αξιολόγηση των Οδηγιών της Επιτροπής, «στην πιθανότητα να μην επαρκούν οι διαθέσιμοι πόροι (αιμοδότες) για τη διασφάλιση μιας κατάλληλης και βιώσιμης προμήθειας μονάδων αίματος».
Κοντολογίς, και παρά την αγαστή συνεισφορά των εθελοντών αιμοδοτών, που προσφέρουν ζωή αθόρυβα και ανιδιοτελώς σε όσους έχουν ανάγκη, το αίμα δεν είναι ούτε αρκετό, ούτε εύκολα ή έγκαιρα διαθέσιμο!
Ως εκ τούτου, η ανάληψη πρωτοβουλιών για βελτιστοποίηση της χρήσης του αίματος, ώστε να εξορθολογιστεί, αφενός, η ζήτηση και να αποτραπεί, αφετέρου, η κακοδιαχείριση ή και η σπατάλη του, είναι καθοριστική για τη βιωσιμότητα των συστημάτων διαχείρισης αίματος αλλά και για την εξασφάλιση καλύτερων κλινικών αποτελεσμάτων για τους ασθενείς.
Η έρευνα για την αποτελεσματική διαχείριση του αίματος των ασθενών (Patient Blood Management – PBM) είναι κάθε άλλο παρά νεότευκτη και η συζήτηση γύρω από αυτή απασχολεί τα τελευταία χρόνια τα συστήματα υγείας και τον τομέα της δημόσιας υγείας, τόσο στην Ευρώπη όσο και διεθνώς. Καθίσταται δε εξαιρετικά επίκαιρη αυτό το διάστημα, λόγω της επικείμενης αναθεώρησης και αναβάθμισης των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Αίμα, τους Ιστούς και τα Κύτταρα (2002/98/ΕΚ), η οποία καλύπτει όλα τα στάδια της διαδικασίας μετάγγισης από τη δωρεά και τη συλλογή αίματος ως τον έλεγχο, την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διανομή του.
Το PBM στοχεύει στη διαχείριση και διατήρηση του αίματος του ίδιου του ασθενούς προκειμένου να βελτιώσει τις αιματολογικές του παραμέτρους, αντί να καταφύγει σε μετάγγιση αίματος, βοηθώντας, έτσι, στην εξοικονόμηση αποθεμάτων αίματος και τη διασφάλιση της διαθεσιμότητάς του για χρήση σε καταστάσεις όπου οι μεταγγίσεις είναι η μόνη επιλογή, όπως η θαλασσαιμία και άλλες μεταγγισιοεξαρτώμενες χρόνιες ασθένειες.
Παρά ταύτα, η έλλειψη ενιαίων κατευθυντηρίων οδηγιών και πρότυπων διαδικασιών για την εφαρμογή του στο σύνολο των υπηρεσιών υγείας σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων είναι η Ελλάδα και η Κύπρος, αλλά και η υποβέλτιστη εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας, στις αρχές και τις μεθόδους εφαρμογής του, υποβαθμίζουν τη δυνητική συμβολή του σε μια ορθολογικότερη διαχείριση αίματος.
Το θέμα διαθέτει αρκετές πτυχές και προεκτάσεις και, ως εκ τούτου, θα επανέλθω σε αυτό σύντομα με περαιτέρω αρθρογραφία μου.
Εκπροσωπώντας τη Διεθνή Ομοσπονδία Θαλασσαιμίας, έναν διεθνούς κύρους οργανισμό ασθενών η επιβίωση των οποίων είναι άμεσα συνυφασμένη με το αίμα και τη διαθεσιμότητά του, συζητώ διεξοδικά επί του θέματος και προτείνω εισηγήσεις στο Υπουργείο Υγείας, τον καθ’υλην δηλαδή αρμόδιο εθνικό φορέα για τη δημόσια υγεία. Αναμένω δε ότι οι αναθεωρημένες ευρωπαϊκές Κατευθυντήριες Οδηγίες για το Αίμα, τους Ιστούς και τα Κύτταρα θα περιλαμβάνουν πρόνοιες για τη δημιουργία ενός κοινού εποπτικού μηχανισμού για την ποιότητα και την ασφάλεια του αίματος και των παραγώγων του, την παροχή κοινών κατευθυντήριων γραμμών και σχετικής εκπαίδευσης στους αρμόδιους φορείς των κρατών μελών, την υποχρεωτική καταγραφή των αναγκών σε αίμα και τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων σε περιπτώσεις ελλείψεων (π.χ. άμεση ενημέρωση κέντρων αίματος σε εθνικό επίπεδο και διακρατική συνεργασία), αλλά και για τη σύσταση και εφαρμογή πρωτοκόλλων διαχείρισης του αίματος των ασθενών, ώστε να καλυφθεί το κενό μεταξύ ανάγκης και προσφοράς.
*Δρ. Ανδρούλλα Ελευθερίου
Ιολόγος BSC, MSc, PhD
Εκτελεστική Διευθύντρια Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ)