Σε μια δύσκολη συγκυρία για τη χώρα και με κύριο ζητούμενο την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία αναδεικνύει συγκεκριμένα ιατρικά θέματα με κύριο στόχο την πρόληψη υγείας των πολιτών και την ενημέρωση των ασθενών με καρδιαγγειακές παθήσεις.
COVID-19 και καρδιαγγειακό σύστημα
Μετά την επιδημία με τον ιό SARS-CoV που προκάλεσε μία επίταση του συνδρόμου SARS το 2003, αντιμετωπίζουμε μια πανδημία τώρα με τον ιό SARS-CoV-2, που εμφανίζει και υψηλή μεταδοτικότητα. Φαίνεται ότι οι κύριες εκδηλώσεις της νόσησης από τον ιό είναι από το αναπνευστικό σύστημα, σε σημαντικό όμως ποσοστό των ασθενών αναφέρεται συμμετοχή του καρδιαγγειακού συστήματος. Οι ασθενείς με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο δύναται να αναπτύξουν επιπλοκές από το καρδιαγγειακό σύστημα, γι’ αυτό η έγκαιρη αναγνώριση συμπτωμάτων είναι σημαντική για την αντιμετώπιση των ασθενών αυτών.
Οξεία καρδιακή βλάβη
Μεταξύ των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων με λοίμωξη από τον SARS-CoV-2 που κατέγραψε η Εθνική Επιτροπή Υγείας της Κίνας (ΕΕΥΚ) υπήρξαν ασθενείς που εμφάνισαν ως αρχικά συμπτώματα αίσθημα παλμών, θωρακική δυσφορία, παρά συμπτώματα εκ του αναπνευστικού όπως πυρετός και βήχας, Σύμφωνα με την ΕΕΥΚ, ανάμεσα στα θανατηφόρα περιστατικά από τον COVID-19, το 11,8% των ασθενών χωρίς υποκείμενη καρδιαγγειακή νόσο εμφάνισε ουσιαστική καρδιακή βλάβη, με αυξημένα επίπεδα cTnI ή επεισόδιο καρδιακής ανακοπής κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους. Φαίνεται ότι σε ασθενείς με νόσο COVID-19, η επίπτωση των καρδιαγγειακών συμπτωμάτων είναι υψηλή, η οποία οφείλεται στη συστηματική φλεγμονώδη απάντηση, καθώς και σε διαταραχές του ανοσολογικού συστήματος που εμφανίζονται με την πρόοδο της νόσου. Η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία προειδοποιεί ότι, πέρα από τα κλασικά συμπτώματα πυρετού και δύσπνοιας, πρέπει να δίνονται σημασία και αναζήτηση ιατρικής βοήθειας σε κάθε ύποπτο σύμπτωμα διαταραχής καρδιαγγειακής κυκλοφορίας.
Ασθενείς με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο και COVID-19
Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση έδειξε ότι μία MERS-CoV λοίμωξη είναι πιθανότερο να συμβεί σε ασθενείς με υποκείμενο καρδιαγγειακό νόσημα. Ανάμεσα στους ασθενείς με MERS-CoV λοίμωξη και σοβαρά συμπτώματα, το 50% έπασχαν από αρτηριακή υπέρταση και διαβήτη, ενώ το 30% από καρδιακή νόσο. Αντίστοιχα, σύμφωνα με το πρόγραμμα διάγνωσης και θεραπείας της πνευμονίτιδας από τον νέο κορωνοϊο (4η έκδοση) της κινεζικής κυβέρνησης, πιθανότερο να νοσήσουν από τον SARS-CoV-2 είναι οι ηλικιωμένοι με συνοδές συννοσηρότητες, ιδιαίτερα εκείνοι με υπέρταση, διαβήτη και στεφανιαία νόσο. Επιπλέον, οι ασθενείς με υποκείμενη καρδιαγγειακή νόσο είναι πιθανότερο να εμφανίσουν σοβαρότερα συμπτώματα σε περίπτωση νόσησης από τον SARS-CoV-2. Επομένως οι καρδιαγγειακοί ασθενείς αποτελούν ικανό μέρισμα του συνόλου των θανάτων από COVID-19. Σε μία μελέτη, ανάμεσα στους ασθενείς με σοβαρά συμπτώματα COVID-19, 58% εμφάνιζαν υπέρταση, 25% καρδιακή νόσο και 44% αρρυθμία. Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία που παρέθεσε το εθνικό σύστημα υγείας της Κίνας, το 35% των ασθενών με λοίμωξη από SARS-CoV-2 είχαν ιστορικό υπέρτασης και το 17% στεφανιαίας νόσου.
Βέβαια σε αυτή την παρατήρηση οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι η αυξημένη ηλικία συνοδεύεται με αυξημένο επιπολασμό αρτηριακής υπέρτασης, σακχαρώδη διαβήτη και στεφανιαίας νόσου. Στους ασθενείς με λοίμωξη από SARS-CoV-2, το υπόστρωμα καρδιαγγειακής νόσου μπορεί να επιδεινώσει την εικόνα της πνευμονίας και να εντείνει τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.
Οι ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (ΟΣΣ) οι οποίοι προσβάλλονται από SARS-CoV-2 συχνά εμφανίζουν πτωχότερη πρόγνωση. Στους ασθενείς με ΟΣΣ η εφεδρεία της καρδιακής λειτουργίας μειώνεται λόγω της ισχαιμίας ή της νέκρωσης. Σε ενδεχόμενη προσβολή τους από SARS-CoV-2, γίνεται πιθανότερη η εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας, καθώς και η επακόλουθη αιφνίδια επιδείνωση της κατάστασής τους.
Ανησυχία ωστόσο προκαλεί και το θέμα της επαγόμενης από τη θεραπεία του COVID-19 μυοκαρδιακής βλάβης. Οι ασθενείς που λαμβάνουν σχετική θεραπεία θα πρέπει να παρακολουθούνται και προς αυτή την κατεύθυνση. Σε μια μελέτη 138 ασθενών με COVID-19, το 89,9% έλαβε αντιική αγωγή. Η ίδια η θεραπεία σχετίζεται με εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας, αρρυθμιών και άλλων καρδιαγγειακών ανωμαλιών. Επομένως, κατά τη διάρκεια της θεραπείας για COVID-19, η πιθανότητα εμφάνισης καρδιοτοξικότητας θα πρέπει να παρακολουθείται στενά. Επίσης ειδική μνεία πρέπει να γίνεται για την αρχική καρδιολογική εκτίμηση πριν την έναρξη ειδικής θεραπείας και η συνεχής παρακολούθηση του ηλεκτροκαρδιογραφήματος για μέτρηση ειδικών σημείων που προδιαθέτουν σε αυξημένο αρρυθμιολογικό κίνδυνο.
COVID 19 και ασθενείς με οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου
Για την αντιμετώπιση του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου και υποψία λοίμωξης του COVID-19 ακολουθούμε τις υπάρχουσες κατευθυντήριες οδηγίες.
Σε περίπτωση νοσηλευόμενου ασθενούς με COVID-19 που κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του εμφανίζει STEMI εξετάζουμε: Α. Την εντόπιση και την έκταση του εμφράγματος Β. Την αιμοδυναμική κατάσταση του ασθενούς Γ. Εάν ο ασθενής είναι υψηλού κινδύνου προχωράμε σε πρωτογενή αγγειοπλαστική, ενώ σε διαφορετική περίπτωση εξετάζουμε εναλλακτικές προσεγγίσεις (π.χ. θρομβόλυση). Θα πρέπει να τονισθεί ότι 7%-12% των ασθενών που νοσηλεύονται με λοίμωξη από SARS-CoV-2, παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα τροπονίνης, χωρίς την παρουσία απαραίτητα υποκείμενης στεφανιαίας νόσου.
Στο πλαίσιο της διασφάλισης τόσο των ανθρωπίνων όσο και των τεχνολογικών και τεχνικών πόρων του Εθνικού Συστήματος Υγείας της χώρας μας, στις εξαιρετικά δύσκολες στιγμές τις οποίες βιώνουμε σε αυτήν την κρίσιμη φάση της πανδημίας, κρίνεται απαραίτητη η όσο το δυνατόν πιο αυστηρή και -βάση τεκμηριωμένων ενδείξεων- διαγνωστική προσέγγιση των συγκεκριμένων ασθενών προς αποφυγή περιττών επεμβατικών πράξεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η διαθεσιμότητα του rapid test για την ανίχνευση του SARS-COV-2 είναι χρήσιμη και ενθαρρύνεται για την έγκαιρη διαλογή των ασθενών που θα υποβληθούν σε στεφανιογραφικό έλεγχο.
Ταυτόχρονα όμως δεν είναι ηθικό να περιορίσουμε την πρόσβαση των ασθενών με Οξύ Έμφραγμα Μυοκαρδίου σε θεραπείες που ελαττώνουν τη θνητότητα και τη νοσηρότητα, με μόνο κριτήριο την υποψία για λοίμωξη από COVID-19.
COVID-19 και υπέρταση
Προκαταρκτικά επιστημονικά δεδομένα από τους επιδημιολόγους της Κίνας που βασίσθηκαν στη μόλυνση από τον κορωνοϊό στη επαρχία Wuhan έδειξαν ότι οι ασθενείς που είχαν σοβαρή μόλυνση ή που απεβίωσαν από τον κορωνοϊό ήταν κατά βάση μεγάλης ηλικίας (άνω των 80), ή και είχαν άλλες συννοσηρότητες όπως υπέρταση σε ποσοστό (30-50%),σακχαρώδη διαβήτη (20-25%), στεφανιαία νόσο (10- 20%) και διαταραχές πηκτικότητας του αίματος κυρίως (αυξημένα D-Dimer) (1-2).
Η αναφερόμενη συσχέτιση μεταξύ της αρτηριακής υπέρτασης και του SARS-CoV2 (COVID-19) είναι πολύ πιθανό να υπόκειται στην επίδραση συγχυτικών παραγόντων, όπως είναι η ηλικία και οι συν-νοσηρότητες.
Η θέση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης για τη σχέση υπέρτασης, αντιυπερτασικής θεραπείας και λοίμωξης με τον κορωνοϊό COVID-19 συνοψίζεται σε 5 σημεία:
- Δεν υπάρχει καθαρή απόδειξη ότι η υπέρταση αυτή καθ’ εαυτή συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης με COVID-19. Είναι επίσης επισφαλές να λέμε ότι οι υπερτασικοί ασθενείς έχουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου, καθώς ο επιπολασμός της αρτηριακής υπέρτασης αυξάνει με την αύξηση της ηλικίας και η μέση ηλικία θανάτου στην Κίνα ήταν τα 75 έτη. Συνεπώς οι υπερτασικοί ασθενείς θα πρέπει να ακολουθούν τις ίδιες προφυλάξεις με τους συνομηλίκους τους και τους έχοντες ίδιο προφίλ συν-νοσηροτήτων.
- Σε υπερτασικούς ασθενείς με μόλυνση COVID-19 η θεραπεία με ACEI ή αναστολείς των υποδοχέων Ang II πρέπει να συνεχίζεται κανονικά υπό τις οδηγίες των θεραπόντων ιατρών βάσει των 2018 ESC/ESH κατευθυντήριων οδηγιών.
- Τα υπάρχοντα δεδομένα δεν υποστηρίζουν υπεροχή ή υστέρηση των ACEI ή των αναστολέων των υποδοχέων Ang II σε ασθενείς με μόλυνση από τον COVID-19.
- Σε ασθενείς με μόλυνση με COVID-19 και σοβαρή συμπτωματολογία, τα φάρμακα που μπλοκάρουν το ΣΡΑ πρέπει να χρησιμοποιούνται ή να διακόπτονται σε εξατομικευμένη βάση λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες κατευθυντήριες οδηγίες.
- Περαιτέρω έρευνα για την επίδραση της υπέρτασης αλλά και των αντιυπερτασικών φαρμάκων στη έκβαση των ασθενών με μόλυνση από κορωνοϊό COVID-19 είναι αναγκαία.
Ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και COVID-19
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, οι οποίοι οφείλουν να παρακολουθούν το σωματικό τους βάρος, συμπτώματα και σημεία απορρύθμισης της κατάστασής τους (όπως εμφάνιση δύσπνοιας, ευκολότερης κόπωσης, οιδημάτων και δυσκολία κατάκλισης) και να επικοινωνήσουν με τον θεράποντα ιατρό τους.
Δεν πρέπει να διακόπτεται η αγωγή με αναστολείς του συστήματος ρενικής-αγγειοτενσίνης- αλδοστερόνης ή τα σύνθετα όπως σακουμπιτρίλη-βαλσαρτάνη γιατί είναι τα μόνα φάρμακα, όπως και οι β-αποκλειστές, που μειώνουν τη θνητότητα.
COVID-19 και κολπική μαρμαρυγή
Τι χρειάζεται να γνωρίζουν ασθενείς με ΚΜ σχετικά με τον Coronavirus (COVID-19). Οι κατηγορίες ασθενών με ΚΜ που εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο για λοίμωξη και ακολούθως εμφάνιση σοβαρών επιπλοκών είναι:
Ηλικία ≥ 60 ετών, ή πάσχουν από χρόνιες παθήσεις όπως καρδιακή ανεπάρκεια, υψηλή αρτηριακή πίεση, διαβήτης, πνευμονοπάθειες, καρκίνο, παθήσεις των νεφρών και ήπατος ή άλλες χρόνιες καταστάσεις
Όπως προκύπτει από τις τοποθετήσεις ειδικών η ΚΜ από μόνη της δεν θέτει τον ασθενή σε υψηλότερο κίνδυνο, εφόσον δεν συνυπάρχουν οι προαναφερθείσες επιβαρυντικές καταστάσεις. Η αντιπηκτική θεραπεία δεν φαίνεται να τοποθετεί τον ασθενή σε ομάδα υψηλότερου κινδύνου.
Τι πρέπει να γνωρίζουμε για τους ασθενείς με ΚΜ που λαμβάνουν αναστολείς βιταμίνης Κ (κουμαρινικά αντιπηκτικά). Είναι άγνωστο εάν επηρεάζεται το INR από την προσβολή με coronavirus. Παρ΄ όλα αυτά είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι όπως σε κάθε περίπτωση οξείας λοίμωξης, οι τυχόν συνυπάρχουσες διαταραχές (π.χ. διάρροιες κλπ), όπως και οι απότομες μεταβολές στις διαιτητικές συνήθειες είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε απορρύθμιση του INR.
Ασθενείς που λαμβάνουν χρονίως κουμαρινικά αντιπηκτικά και εμφανίζουν γενικώς σταθερές τιμές INR, θα ήταν προτιμότερο να προβαίνουν σε λιγότερο συχνές εξετάσεις ελέγχου του INR.
Εξετάζεται το ενδεχόμενο για εκείνους που βρίσκονται σε καραντίνα αυτοβούλως και λαμβάνουν κουμαρινικά αντιπηκτικά να περάσουν στη λήψη νεώτερων αντιπηκτικών άμεσης δράσης (DOACs), ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη για συχνούς ελέγχους της πηκτικότητας του αίματος.
Οι γιατροί θα πρέπει να καθησυχάζουν και να ενθαρρύνουν τους ασθενείς που βρίσκονται σε αντιπηκτική αγωγή και εμφανίζουν μικροαιμορραγίες (π.χ. ήπιες ρινορραγίες, μώλωπες κ.λπ.) να μην επισκέπτονται τα επείγοντα ιατρεία νοσηλευτικών ιδρυμάτων αλλά να συμβουλεύονται δια τηλεφώνου τους θεράποντες ιατρούς.
Aντιμετώπιση επεμβατικά-χειρουργικά ασθενών με ΚΜ σε προγραμματισμένη βάση. Οι προγραμματισμένες επεμβάσεις, όπως διαδερμικές καταλύσεις (catheter ablations) ή χειρουργικές (surgical ablations) θα πρέπει να αναβάλλονται τόσο για την ασφάλεια του ίδιου του ασθενούς όσο και για να διατηρηθεί η ικανότητα των νοσηλευτικών ιδρυμάτων να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες που προκύπτουν από τη διαχείριση των ασθενών με λοίμωξη από τον coronavirus.
Σύμφωνα με την Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία, καθίσταται επιβεβλημένη η τήρηση των μέτρων πρόληψης για ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο:
- Αποφυγή των συναθροίσεων, συχνό πλύσιμο των χεριών, παραμονή στο σπίτι.
- Όχι επισκέψεις σε νοσοκομεία και ιατρεία, εάν δεν υπάρχουν συμπτώματα, και αναβολή του τακτικού ελέγχου για τους επόμενους μήνες.
- Απόλυτη συμμόρφωση με τη φαρμακευτική θεραπεία για την καρδιακή ανεπάρκεια, τον σακχαρώδη διαβήτη, την αρτηριακή υπέρταση κ.λπ., ούτως ώστε να μειωθεί η πιθανότητα επαναεισαγωγής στο νοσοκομείο.
- Τρεφόμαστε και ζούμε υγιεινά, αποφεύγοντας το αλάτι και το κάπνισμα.
- Εάν παρουσιαστούν οξέα συμπτώματα (π.χ. θωρακικό άλγος, δύσπνοια) καλούμε την επείγουσα βοήθεια (166) για μεταφορά στο νοσοκομείο.
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ
Ιωάννης Γουδέβενος, Καθηγητής Καρδιολογίας, Πρόεδρος ΕΚΕ.
Ιωάννης Κανακάκης, Διευθυντής Καρδιολογίας, Αντιπρόεδρος ΕΚΕ.
Κωνσταντίνος Τσιούφης, Καθηγητής Καρδιολογίας, Τέως Πρόεδρος ΕΚΕ.
Γεώργιος Κοχιαδάκης, Καθηγητής Καρδιολογίας, Γ. Γραμματέας ΕΚΕ.
Χριστίνα Χρυσοχόου, Διευθύντρια Καρδιολογίας, Σύμβουλος Δ.Σ. ΕΚΕ.
Ομάδα Εργασίας Αιμοδυναμικής και Επεμβατικής Καρδιολογίας της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Ομάδα Εργασίας Ηλεκτροφυσιολογίας & Βηματοδότησης της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας.