Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός είναι μια πάθηση που προσβάλει έναν ή περισσότερους παραθυρεοειδείς αδένες, προκαλώντας υπερέκκριση της ορμόνης τους (PTH).
Όπως εξηγεί ο κ. Δημήτριος Γιάλβαλης, Γενικός Χειρουργός και εξειδικευμένος Χειρουργός Ενδοκρινών Αδένων, Επιστημονικός συνεργάτης Ενδοκρινικής Χειρουργικής Metropolitan General, η πάθηση αυτή μπορεί να προκληθεί λόγω:
- καλοήθους όγκου ενός παραθυρεοειδούς που καλείται αδένωμα (85%)
- καλοήθους υπερπλασίας όλων των παραθυρεοειδών αδένων (15%)
- παραθυρεοειδικό καρκίνο (<1%)
- Σπάνια σε Σύνδρομο Πολλαπλής Ενδοκρινής Νεοπλασίας (MEN 1 και MEN 2a), στα οποία έχουμε υπερπλασία των παραθυρεοειδών με ταυτόχρονη παρουσία όγκων σε άλλους ενδοκρινείς αδένες
- Χρόνια θεραπεία με Λίθιο
Η αιτιολογία των παραπάνω όγκων παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστη.
Πως γίνεται η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού;
Το αδένωμα ή ο καρκίνος του παραθυρεοειδούς αδένα εκκρίνει μεγάλες ποσότητες παραθυρεοειδικής ορμόνης (PTH). Η ορμόνη αυτή μέσω της δράσης της προκαλεί αύξηση του ασβεστίου στο αίμα. Τα φυσιολογικά επίπεδα PTH είναι μεταξύ 10 – 65 pg/ml, ενώ του ασβεστίου είναι μεταξύ 8.5 – 10.3 mg/dl. Έτσι όταν στις εξετάσεις αίματος βρίσκουμε αυξημένη και την PTH και το ασβέστιο, επί απουσίας άλλων αιτιών όπως π.χ. νεφρική ανεπάρκεια, είναι διαγνωστικά της πάθησης του υπερπαραθυρεοειδισμού.
Ποιες εξετάσεις κάνουμε για τον εντοπισμό του πάσχοντος παραθυρεοειδούς;
Οι εξετάσεις εντοπισμού είναι ακτινολογικές εξετάσεις που βοηθούν στον εντοπισμό των παραθυρεοειδών αδένων που υπερλειτουργούν. Η πιο συχνή είναι το sestamibi scan και ο υπέρηχος του τραχήλου. Το sestamibi scan γίνεται με την ενδοφλέβια χορήγηση μικρής ποσότητας ενός ραδιενεργού στοιχείου και κατόπιν την εκτέλεση ακτινογραφιών στο στήθος, στο λαιμό και το κεφάλι.
Εάν οι εξετάσεις εντοπισμού είναι αρνητικές, θα πρέπει να χειρουργηθώ ή όχι;
Οι εξετάσεις εντοπισμού είναι χρήσιμες στον χειρουργό ενδοκρινών αδένων για να γνωρίζει σε πια ανατομική θέση του τραχήλου βρίσκεται ο παραθυρεοειδής που πάσχει και να τον καθοδηγήσουν σε μια πιο στοχευμένη επέμβαση. Ένας ασθενής λοιπόν με αρνητικές εξετάσεις, δεν σημαίνει ότι δεν έχει την νόσο, αλλά ότι θα απαιτηθεί να υποβληθεί σε επέμβαση αμφοτερόπλευρης διερεύνησης του λαιμού για να εντοπιστεί ο παραθυρεοειδής που πάσχει.
Τι είναι ελάχιστα επεμβατική παραθυρεοειδεκτομή;
Όταν στις προεγχειρητικές εξετάσεις εντοπισμού έχουμε βρεί, μια θέση στόχο, ενός πάσχοντος παραθυρεοειδούς, τότε μπορούμε να πραγματοποιήσουμε ελάχιστα επεμβατική παραθυρεοειδεκτομή (με ή χωρίς χρήση κάμερας) μέσω μιας πολύ μικρής τομής στο λαιμό. Διεγχειρητικά πάντα πραγματοποιείται μέτρηση των επιπέδων της PTH, για την επιβεβαίωση της βιοχημικής θεραπείας μετά την αφαίρεση του πάσχοντος παραθυρεοειδούς αδένα. Πλεονεκτήματα της μεθόδου αποτελούν φυσικά η αισθητά μικρότερη τομή, ο μικρότερος χρόνος επέμβασης και οι λιγότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές.
Τι γίνεται στην περίπτωση που έχω παραθυρεοειδικό καρκίνο;
Το σημαντικότερο είναι να έχει γίνει σωστή προεγχειρητική διάγνωση. Συνήθως οι ασθενείς αυτοί έχουν τυπικά εξαιρετικά υψηλές τιμές ασβεστίου (πάνω από 14 mg/dl), αλλά και PTH (πάνω από 300 ή και πάνω από 1000 pg/ml), ενώ χρειάζονται και εξειδικευμένες απεικονιστικές εξετάσεις. Η ριζική ογκολογική παραθυρεοειδεκτομή, δηλαδή η εκτομή του όγκου μαζί με τον σύστοιχο λοβό του θυρεοειδούς και τους επιχώριους λεμφαδένες είναι η ενδεικνυόμενη θεραπεία, συνοδευόμενη κατά περίπτωση από ακτινοθεραπεία.
Η παραθυρεοειδεκτομή θα βελτιώσει την μνήμη μου;
Από μελέτες που έχουν γίνει, υπάρχει έκπτωση της μνήμης σε ασθενείς με υπερπαραθυρεοειδισμό. Ο μηχανισμός είναι άγνωστος. Μετά από επέμβαση παραθυρεοειδεκτομής οι ασθενείς σε ποσοστό 80% βλέπουν βελτίωση στην μνήμη και στην προσοχή.
Η παραθυρεοειδεκτομή θα καθαρίσει τις πέτρες από τα νεφρά;
Η επέμβαση δεν θα καθαρίσει τις πέτρες που ήδη υπάρχουν στα νεφρά, αλλά θα μειώσει κατά πολύ την πιθανότητα να δημιουργηθούν νέες. Μόνο ένα μικρό ποσοστό ασθενών (10%) θα εξακολουθήσουν να φτιάχνουν πέτρες στα νεφρά, μετά το χειρουργείο.
Η οστική πυκνότητα θα βελτιωθεί μετά από την παραθυρεοειδεκτομή;
Μελέτες δείχνουν ότι μετά από επιτυχή αφαίρεση αδενώματος παραθυρεοειδούς αδένα, η οστική πυκνότητα βελτιώνεται από 8 – 12% και η πιθανότητα οστικού κατάγματος μειώνεται. Η βελτίωση αυτή είναι σταδιακή και αυξανόμενη στα επόμενα 10 χρόνια μετά το χειρουργείο και έτσι οι ασθενείς με υπερπαραθυρεοειδισμό έχουν πολλά να ωφεληθούν όσον αφορά την οστική τους μάζα εάν χειρουργηθούν έγκαιρα.
Τι αγωγή απαιτείται μετά το χειρουργείο;
Μούδιασμα (σαν τρύπημα από βελόνες) στα άκρα των δακτύλων και γύρω από το στόμα, σημαίνει ότι το ασβέστιο στο αίμα έχει πέσει. Αυτό είναι πολύ συνηθισμένο μετά από μια επέμβαση παραθυρεοειδεκτομής, γιατί αφαιρείται ο πάσχων υπερλειτουργικός αδένας, ενώ οι υπόλοιποι παραθυρεοειδείς θα αρχίσουν να λειτουργούν κανονικά, μετά από βραχύ χρονικό διάστημα. Οπότε για αυτή την περίοδο (το πολύ μέχρι 6 εβδομάδες), θα χρειαστεί να πάρετε ασβέστιο και VitD.