Επιστήμονες στις ΗΠΑ τροποποίησαν γενετικά τη μαγιά (ζυμομύκητα) της αρτοποιίας και κατάφεραν να παραγάγουν οπιοειδή. Μία διαδικασία που κανονικά, όταν χρησιμοποιείται το φυτό του οπίου, χρειάζεται τουλάχιστον ένα έτος για να ολοκληρωθεί, κατέστη εφικτό να επιτευχθεί μέσα σε μόνο τρεις έως πέντε μέρες, χάρη στη βοήθεια του κατάλληλα μεταλλαγμένου μύκητα, που βιοσυνθέτει τις δραστικές ουσίες των οπιούχων αναλγητικών φαρμάκων.
Εδώ και χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι αξιοποιούν τους ζυμομύκητες για να φτιάξουν κρασί, μπίρα και ψωμί. Οι Αμερικανοί ερευνητές μετάλλαξαν τους εν λόγω μικροοργανισμούς, ώστε να παράγουν και οπιοειδή. Ανοίγει έτσι ο δρόμος για την ταχύτερη παραγωγή αναλγητικών και άλλων φαρμάκων στο μέλλον.
Οι ερευνητές της Σχολής Μηχανικής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια βιολογικής μηχανικής Κριστίνα Σμόλκε, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», δήλωσαν ότι «πρόκειται μόνο για την αρχή. Οι τεχνικές που αναπτύξαμε για τα οπιοειδή μπορούν να προσαρμοσθούν, έτσι ώστε να παραχθούν πολλές ουσίες φυτικής προέλευσης, κατά του καρκίνου, των λοιμωδών νόσων και των χρόνιων παθήσεων, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση και η αρθρίτιδα».
Πολλά φάρμακα προέρχονται από φυτά, τα οποία αρχικά οι άνθρωποι μασούσαν ή έβραζαν για να πιουν το εκχύλισμά τους, ενώ αργότερα οι δραστικές ουσίες τους αποτέλεσαν το βασικό συστατικό των χαπιών. Η νέα μέθοδος που αξιοποιεί τη βιοτεχνολογία βασίζεται στην προσθήκη 23 γονιδίων, προκειμένου να εισάγει μεταλλαγμένο DNA στα κύτταρα του ζυμομύκητα, ώστε αυτά να αναπρογραμματισθούν και να παράγουν «κατά παραγγελία» τις επιθυμητές θεραπευτικές ουσίες.
Τα πρόσθετα γονίδια, που προέρχονται από άλλα φυτά, βακτήρια, ακόμη και αρουραίους, επιτρέπουν πλέον στα κύτταρα της μαγιάς να δημιουργούν όλα τα αναγκαία ένζυμα, χάρη στα οποία ο μύκητας μετατρέπει τα σάκχαρα σε οπιοειδή (υδροκωδόνη, θηβαΐνη), ουσίες που απενεργοποιούν τους υποδοχείς του πόνου στον εγκέφαλο.
Η διαδικασία πάντως πρέπει να γίνει πολύ πιο αποδοτική, επειδή προς το παρόν χρειάζεται μια τεράστια ποσότητα μεταλλαγμένης μαγιάς για να παραχθεί μόνο μία δόση αναλγητικού. Θα χρειασθεί συνεπώς χρόνος, έως ότου η νέα τεχνική «μεταφρασθεί» σε πρακτικές εμπορικές εφαρμογές. Επίσης, η νέα ανακοίνωση αναζωπυρώνει τις ανησυχίες μήπως στο μέλλον η παραγωγή οπιοειδών γίνει υπερβολικά εύκολη και ανεξέλεγκτη από τις αρμόδιες Αρχές, οπότε θα υπάρξει κατάχρησή τους ως ναρκωτικών.
Από την άλλη, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου 5,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν μικρή ή καθόλου πρόσβαση σε ισχυρά φάρμακα κατά του πόνου, καθώς οι καλλιέργειες της παπαρούνας, του οπίου για ιατρικούς σκοπούς (και όχι για παραγωγή ναρκωτικών), είναι σχετικά περιορισμένη. Συνεπώς υπάρχει δεδομένη ζήτηση και ανάγκη για νέες μεθόδους παραγωγής οπιούχων φαρμάκων.
Όπως είπε η Σμόλκε, «η βιοτεχνολογική παραγωγή οπιούχων ουσιών μπορεί να μειώσει το κόστος τους και, με τους κατάλληλους ελέγχους κατά των πιθανών καταχρήσεων, οι βιοαντιδραστήρες παραγωγής μπορούν να εγκατασταθούν εκεί ακριβώς που είναι πιο αναγκαίοι».
Το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ κατέχει τις πατέντες της νέας τεχνολογίας, ενώ η Σμόλκε και οι συνεργάτες της δημιούργησαν μια νέα εταιρεία για την εμπορική αξιοποίησή της.