Ζήσης Ψάλλας
Ερευνητές από το Max Planck Institute διεξήγαγαν παρατηρήσεις συμπεριφοράς και συνέλεξαν δείγματα ούρων μετρώντας την κορτιζόλη -την ορμόνη του στρες- σε αρσενικούς χιμπατζήδες του Εθνικού Πάρκου Tai, στην Ακτή Ελεφαντοστού.
Όλα τα αρσενικά είχαν υψηλότερα επίπεδα στρες κατά τη διάρκεια περιόδων αυξημένου ανταγωνισμού μεταξύ τους ενώ τα ποσοστά επιθετικότητας ήταν στην πραγματικότητα χαμηλότερα στη διάρκεια αυτών των περιόδων.
Η υψηλή κοινωνική θέση έχει οφέλη σε πολλά κοινωνικά ζωικά είδη, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων. Ωστόσο, η επίτευξη και η διατήρηση της κυριαρχίας συχνά έρχεται με αυξημένα ενεργειακά κόστη.
Για να διερευνήσουν το κόστος που συνδέεται με την απόκτηση και τη διατήρηση της κυριαρχίας, οι ερευνητές εξέτασαν τις πιθανές ψυχοκοινωνικές πιέσεις που μπορούν υπάρξουν σε χιμπατζήδες σε καθημερινή βάση.
Στρες χωρίς επιθετικότητα
Οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα της κορτιζόλης στα ούρα ήταν υψηλότερα σε όλα τα αρσενικά κατά τη διάρκεια της ασταθούς περιόδου συγκριτικά με τις σταθερές περιόδους κυριαρχίας, ενώ τα ποσοστά επιθετικότητας έδειξαν αντίστροφο πρότυπο, με υψηλότερα ποσοστά σε σταθερές περιόδους.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι ο ανταγωνισμός και η αβεβαιότητα κυριαρχίας μέσα στην ομάδα εκθέτουν όλα τα αρσενικά σε ψυχοκοινωνικό στρες παρά τις λιγότερες επιθετικές αλληλεπιδράσεις. Αυτό υποστηρίζει τα συμπεράσματα άλλων μελετών που δείχνουν ότι η μη προβλεψιμότητα στις κοινωνικές σχέσεις είναι ιδιαίτερα αγχωτική στα πρωτεύοντα, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων.
Εξετάστηκαν δύο συνθήκες που προκαλούν κοινωνική αστάθεια, ο ανταγωνισμός ως προς την κυριαρχία και ο ανταγωνισμός ως προς τις ευκαιρίες ζευγαρώματος. Και στα δύο πλαίσια βρέθηκε το ίδιο μοτίβο: όλα τα αρσενικά, ανεξαρτήτως βαθμού κυριαρχίας, είχαν υψηλότερα επίπεδα στρες σε περιόδους υψηλού ανταγωνισμού αλλά η επιθετικότητα ήταν χαμηλότερη.
Οι χιμπατζήδες είναι εξαιρετικά εδαφικοί και συνεργάζονται μεταξύ τους για να υπερασπιστούν τα εδάφη τους κατά των εισβολέων. Οι αρσενικοί χιμπατζήδες θα μπορούσαν συνεπώς να αποφεύγουν την επιθετική συμπεριφορά όταν η δεσπόζουσα σχέση είναι ασαφής και ασταθής, ως μέρος μιας στρατηγικής διαχείρισης των συγκρούσεων που τους επιτρέπει να συνεργαστούν ως ομάδα.
Η μελέτη παρουσιάζει ενδιαφέρον για ένα ευρύ πεδίο έρευνας και δείχνει ότι η επιθετικότητα δεν είναι πάντα ένας καλός δείκτης των εντάσεων του ανταγωνισμού ή του στρες. Σε μελλοντικές μελέτες πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη και άλλες μη επιθετικές μορφές ανταγωνιστικής συμπεριφοράς.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Frontiers in Ecology and Evolution.