Οι γυναίκες που ακολουθούν θεραπείες ορμονικής υποκατάστασης για να καταπολεμήσουν τις συνέπειες της εμμηνόπαυσης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, σύμφωνα με νέα επιδημιολογική έρευνα μεγάλης κλίμακας.
Η συγκεκριμένη μελέτη, η οποία δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «The Lancet», είναι η πρώτη που εκτίμησε τον κίνδυνο κάθε τέτοιας θεραπείας αναδεικνύοντας ότι, αν και αυτός μειώνεται μετά την παύση της ορμονικής θεραπείας, διατηρείται για τουλάχιστον μία δεκαετία.
Οι μελετητές ανασκόπησαν 58 επιδημιολογικές μελέτες πάνω στο ζήτημα στις οποίες συμμετείχαν περισσότερες από 100.000 γυναίκες συνολικά.
Διαπιστώθηκε ότι όλες οι θεραπείες ορμονικής υποκατάστασης (Θ.Ο.Υ.) σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, εξαιρουμένων των τζελ οιστρογόνων που εφαρμόζονται τοπικά.
Έτσι, μια γυναίκα πενήντα ετών που ακολουθεί για αρκετό καιρό Θ.Ο.Υ. με οιστρογόνα και προγεστερόνη έχει 8,3% πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού, τη στιγμή που ο κίνδυνος στον γενικό πληθυσμό των γυναικών που δεν έχουν λάβει θεραπεία είναι 6,3%.
Τα ποσοστά κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του μαστού των γυναικών που ακολούθησαν μια θεραπεία με οιστρογόνα και προγεστερόνη και αυτών που έλαβαν για το ίδιο χρονικό διάστημα μια θεραπεία αποκλειστικά με οιστρογόνα ήταν 7,7% και 6,8% αντίστοιχα.
Η διάρκεια της θεραπείας, πάντως, φάνηκε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. «Οι γυναίκες που βρίσκονταν υπό θεραπεία για 10 χρόνια παρουσίαζαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο από αυτές που έλαβαν θεραπεία για πέντε χρόνια» διευκρινίζει η Τζίλιαν Ριβς, μια από τους συντάκτες της μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Κατά την εμμηνόπαυση οι ωοθήκες παύουν σταδιακά να λειτουργούν και συντελείται μια πτώση του επιπέδου των οιστρογόνων, ενώ η προγεστερόνη σχεδόν εξαφανίζεται. Αυτές οι ορμονικές αλλαγές προκαλούν δυσάρεστα συμπτώματα (εξάψεις, διαταραχές ύπνου, κολπική ξηρότητα κ.λπ.), τα οποία οι θεραπείες ορμονικής υποκατάστασης μπορούν να ανακουφίσουν.
Το 2002, ωστόσο, μια έρευνα έδειξε ότι οι θεραπείες αυτές αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, οπότε η συνταγογράφησή τους τα χρόνια που ακολούθησαν άρχισε σταδιακά να υποχωρεί. Συγκεκριμένα, στη Γαλλία, αν και το ένα τέταρτο των γυναικών με ηλικία 50 έως 60 έτη λάμβανε αυτήν τη θεραπεία, η χρήση της μειώθηκε κατά 62% στο διάστημα 2002 με 2006.
Εκτός των Θ.Ο.Υ, άλλοι παράγοντες επίσης αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ανάμεσα στους οποίους είναι η κατανάλωση αλκοόλ, το βάρος, η ηλικία πρώτου παιδιού.
Η Τζόαν Κοτσόπουλος από το νοσοκομείο του Τορόντο στον Καναδά υπογραμμίζει ότι οι γιατροί οφείλουν να λάβουν υπ’ όψιν τους τα αποτελέσματα της μελέτης και σε συνδυασμό με τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης να αποφασίζουν για την αγωγή που θα ακολουθήσει μια γυναίκα εκτιμώντας τα οφέλη και τους κινδύνους της θεραπείας.
«Για την επιλογή της θεραπείας παίζει ρόλο η σοβαρότητα των συμπτωμάτων, οι αντενδείξεις των Θ.Ο.Υ., ο δείκτης μάζας σώματος και οι προτιμήσεις της ασθενούς» καταλήγει η ίδια.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ