Αυτό ήταν το κεντρικό μήνυμα της Συνέντευξης Τύπου που με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Παχυσαρκίας παρέθεσε η «Συμμαχία για την Καταπολέμηση της Παχυσαρκίας», το πρώτο δίκτυο στην Ελλάδα για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας. Η «Συμμαχία» περιλαμβάνει όλους τους σχετικούς με τη διαχείριση της παχυσαρκίας επαγγελματίες υγείας, ενώσεις ασθενών, την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και εκπροσώπους των δημοτικών αρχών.

Η παχυσαρκία είναι μία χρόνια, πολυπαραγοντική, πολυσυστηματική, δύσκολα αντιμετωπίσιμη και υποτροπιάζουσα νόσος που απαιτεί διεπιστημονική παρέμβαση. Οδηγεί σε πολλές σοβαρές ασθένειες και χαρακτηρίζεται ως «πανδημία», καθώς απειλεί τα θεμέλια της δημόσιας υγείας, της οικονομίας και της κοινωνίας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στη Συνέντευξη Τύπου, εκτός από τους εκπροσώπους της «Συμμαχίας», παρέστη η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη, η οποία αναφέρθηκε στα δύο βασικά προγράμματα της πολιτείας που είναι εν εξελίξει: α) την πρόληψη και αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στα παιδιά και β) την πρόληψη και αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στους ενήλικες.

Όπως είπε, τα δεδομένα δείχνουν ότι το 50% των ανθρώπων δεν τρώνε φρούτα και λαχανικά, έχουν εγκαταλείψει τη μεσογειακή διατροφή και προτιμούν τα αναψυκτικά από το νερό. Όλα αυτά οδηγούν στην ανάγκη για συνειδητοποίηση της αξίας της υγιεινής διατροφής για καλή ποιότητα ζωής. Τόνισε ότι είναι πολύ σημαντικό να αντικατασταθεί το «πρέπει», με το «θέλω» «να ζω καλύτερα» «να κινούμαι ελεύθερα», «να μην πονάω», «να είμαι καλά», «να μην αρρωσταίνω». Να μετατρέψουμε αυτό που ταυτίζεται με τη στέρηση, σε μια επιθυμία, σε ένα «θέλω». Μέσα από τα προγράμματα πρόληψης δίνονται τα εργαλεία στους πολίτες να αντιλαμβάνονται ότι πρόληψη δεν σημαίνει στέρηση, αλλά ένας τρόπος να διατηρείς το βιολογικό σου κεφάλαιο σε πραγματικά καλό επίπεδο, ώστε να απολαμβάνεις τη ζωή από την παιδική ηλικία έως και την ενήλικη ζωή, την τρίτη και τέταρτη ηλικία.

Αυτό μπορεί να επιτευχθεί γύρω από δύο άξονες:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Την αλλαγή των αντιλήψεων ιδιαίτερα όσον αφορά στην παιδική ηλικία για το κανονικό ή μη βάρος. Να μην θεωρείται το υπέρβαρο παιδί κανονικό ή το κανονικό παιδί ελλιποβαρές, όπως θεωρούσαν ο παππούς και η γιαγιά, οι οποίοι έχουν βιώσει περιόδους στέρησης τροφής. Να αναθεωρηθεί το μέγεθος της μερίδας φαγητού και το κυριότερο να μην συνδέεται η αγάπη και η φροντίδα των παιδιών με την προετοιμασία και την παροχή του φαγητού.

Την αλλαγή της αντίληψης που έχουμε ως ενήλικες για το πώς φροντίζουμε τον εαυτό μας, δηλαδή να γίνουμε ο γονιός του εαυτού μας.

Είμαστε μια χώρα που ζει χωρίς κίνηση, χωρίς φυσική δραστηριότητα – που να είναι και οργανωμένη δραστηριότητα κατά τις κατευθυντήριες οδηγίες του ΠΟΥ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το Υπουργείο Υγείας στοχεύει ακριβώς σε αυτά τα δύο: την κίνηση και τη φροντίδα, μέσω των προγραμμάτων και της εργαλειοθήκης που προσφέρει στους πολίτες δωρεάν υπηρεσίες, σε γιατρούς, διατροφολόγους, δωρεάν πρόσβαση στην υγεία και στα υγιεινά τρόφιμα στις οικογένειες που αντιμετωπίζουν κοινωνικές ανισότητες. Παρέμβαση στα σχολεία, ώστε η υγιεινή διατροφή και η άσκηση να είναι επιλογή κι όχι «πρέπει».

Σχετικά με τους ενήλικες, το Υπουργείο Υγείας προχωρά με τρία βήματα:

Πρόληψη που απευθύνεται στον πληθυσμό προ της υπερβαρότητας ή της παχυσαρκίας
Έγκαιρη διάγνωση της παχυσαρκίας και αντιμετώπιση με δωρεάν παρακολούθηση από διατροφολόγους κι άλλους επαγγελματίες υγείας που πλαισιώνουν τους πολίτες αυτούς.
Τριτογενή φροντίδα υγείας στους πολίτες που ζουν με παχυσαρκία και έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία τους. Η Πολιτεία παρέχει δωρεάν πρόσβαση σε θεραπευτικά μέσα, όπως φαρμακευτική αγωγή, χωρίς να υποκαθιστά όλο το πλαίσιο της κίνησης και της διατροφής, καθώς ένα φάρμακο απλώς συμπληρώνει και δίνει το κίνητρο να υιοθετηθούν υγιεινότερες συνήθειες από τους πολίτες.

Η παχυσαρκία δεν είναι ατομική επιλογή. Το να στιγματίζονται παιδιά και ενήλικες όχι μόνο δεν είναι αποδεκτό αλλά είναι επιστημονικά λανθασμένο. Μια σειρά από εξωτερικούς παράγοντες, οι κοινωνικοί προσδιοριστές, επιδρούν στα άτομα και έχουν ως αποτέλεσμα την παχυσαρκία. Κλείνοντας την ομιλία της η Υπουργός επισήμανε ότι η αναγνώριση από τα άτομα πως χρειάζονται βοήθεια δεν είναι δείγμα αδυναμίας, αλλά δύναμης.

Ο Νικόλαος Τεντολούρης, Καθηγητής Παθολογίας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εσωτ6ερικής Παθολογίας, μίλησε για την ίδρυση της «Συμμαχίας για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας», ο σκοπός της οποίας είναι μη κερδοσκοπικός. Συνίσταται στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας, στην ευαισθητοποίηση, την έγκυρη πληροφόρηση της κοινωνίας και την επιστημονική εκπαίδευση της ιατρικής κοινότητας και των επαγγελματιών υγείας. Φιλοδοξεί να είναι αρωγός της πολιτείας στην εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και πρόσφατα απέκτησε νομική μορφή. Η συλλογική ευφυΐα που προσφέρουν οι 27 εταιρείες-μέλη της Συμμαχίας επιδιώκει να συμβάλει στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας με διεπιστημονικό και διατομεακό τρόπο. Αναφέρθηκε στη συγγραφή των κατευθυντηρίων οδηγιών και του θεραπευτικού πρωτοκόλλου που απαιτείται για την αντιμετώπιση της νόσου καθώς επίσης στην ανάγκη της αναγνώρισης της ως νόσου και στη χώρα μας.

Η Αναστασία Μπαρμπούνη, καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας και παιδίατρος, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Δημόσιας Υγείας, αναφέρθηκε στους αριθμούς που επιβεβαιώνουν ότι η παχυσαρκία υπονομεύει την υγεία του πληθυσμού, την κοινωνία και την οικονομία. Παγκοσμίως το 2030, 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα είναι υπέρβαροι και παχύσαρκοι, εκ των οποίων 1 στους 5 θα είναι γυναίκες και 1 στους 7 άνδρες. Σήμερα στη χώρα μας το 63% των ενηλίκων είναι υπέρβαροι και παχύσαρκοι, ενώ το 37,5% των παιδιών και έφηβων 2-14 ετών είναι υπέρβαρα και παχύσαρκα, αποδεικνύοντας ότι η πρωτογενής πρόληψη πρέπει να ξεκινήσει από την οικογένεια, την έγκαιρη διάγνωση, την άμβλυνση των ανισοτήτων και την ανασυγκρότηση της ιατρικής περίθαλψης.

Πόσοι θεωρούν την παχυσαρκία νόσο; Μόνο ένα μικρό ποσοστό. Η παχυσαρκία όμως είναι νόσος και απαιτείται εκπαίδευση των ιατρών, των επαγγελματιών υγείας αλλά και του κοινού για τη βαθύτερη κατανόησή της, των συνέπειών της και την αντιμετώπισή της. Μόνο το 55% των ατόμων με παχυσαρκία διαγιγνώσκονται επισήμως ως άτομα με παχυσαρκία σύμφωνα με έρευνα της Ελληνικής Ιατρικής Εταιρείας Παχυσαρκίας όπως είπε ο Πρόεδρός της, Ευθύμιος Καπάνταης, Παθολόγος-Διαβητολόγος. Επίσης τόνισε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ζητούν ιατρική βοήθεια. Ένα πολύ μικρό ποσοστό που ανέρχεται σε 2%, λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, ενώ για τον διαβήτη τύπου ΙΙ το 86% παίρνει φαρμακευτική αγωγή. Επίσης, σε σχετική ερώτηση, το 68% των ερωτηθέντων της έρευνας δεν θα έπαιρνε ποτέ φαρμακευτική αγωγή, και το 61% των παχύσαρκων δεν θα έκανε ποτέ βαριατρικό χειρουργείο. Ο κ. Καπάνταης που παρουσίασε την έρευνα αναρωτήθηκε: Ένας υπερτασικός ή διαβητικός θα έλεγε στον θεράποντα ιατρό του δεν θέλω να πάρω φάρμακο; Η άρνηση φαρμάκου κατά βάση σηματοδοτεί ότι οι ασθενείς δεν θεωρούν την παχυσαρκία ως νόσο και οι ιατροί τους αντίστοιχα δεν επιμένουν.

Παγκόσμια έρευνα (www.medscape.com) έδειξε ότι μόνο το 68% των ιατρών παγκοσμίως αναγνωρίζουν την παχυσαρκία ως νόσο και μόνο το 51% των ατόμων με παχυσαρκία λαμβάνουν θεραπεία με φάρμακα. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι κορυφαίοι λόγοι για τους οποίους τα άτομα με παχυσαρκία δεν ζητούν ιατρική βοήθεια για επίτευξη απώλειας βάρους είναι γιατί το 44% αυτών πιστεύουν ότι είναι δική τους ευθύνη να διαχειριστούν το βάρος τους, το 37% λένε ότι ξέρουν ήδη τι πρέπει να κάνουν για να διαχειριστούν το βάρος τους και το 21% δεν έχουν κίνητρα για να χάσουν βάρος. Σημειωτέον ότι το 55% των ιατρών δεν βλέπουν το υπερβάλλον βάρος τους ως ιατρικό ζήτημα! Η καταπολέμηση και η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας έχει μακρύ δρόμο για την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση όχι μόνο του κοινού αλλά και των ιατρών και των επαγγελματιών υγείας.

Η Φανή Πρεβέντη, διατροφολόγος, Πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων-Διατροφολόγων, μίλησε για τον ρόλο της διατροφής στην υγεία λέγοντας ότι 1 στους 5 θανάτους παγκοσμίως οφείλεται στην κακή διατροφή. Η εξατομικευμένη διατροφή αποτελεί στόχο υγείας και ποιότητας ζωής και βελτιώνει τη βιωσιμότητα των διατροφικών συνηθειών. Ο διαιτολόγος στη σταθερή σχέση που αναπτύσσει με τον ασθενή και με την εξατομικευμένη διατροφή, μειώνει τον κίνδυνο για χρόνια νοσήματα, κάνει αποδοτικότερη την απώλεια βάρους, βελτιώνει την ποιότητα της διατροφής, τη σωματική απόδοση και μειώνει τις υγειονομικές δαπάνες στην περίθαλψη.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης