Ζήσης Ψάλλας
Μια νέα μελέτη από ερευνητές που συνδέονται με την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ παρέχει την πρώτη απόδειξη ότι ένα βακτήριο του εντέρου -το γένος Veillonella- σχετίζεται με αυξημένη ικανότητα αερόβιας άσκησης σε ανθρώπους και ποντίκια.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι το Veillonella μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της αθλητικής απόδοσης μέσω της μετατροπής του γαλακτικού οξέος -το οποίο προκαλείται από την άσκηση- σε προπιονικό, το οποίο είναι ένα λιπαρό οξύ βραχείας αλυσίδας.
«Έχοντας μια σημαντική ικανότητα άσκησης είναι ένας ισχυρός προγνωστικός δείκτης της γενικής υγείας και της προστασίας από τις καρδιαγγειακές παθήσεις, το διαβήτη και τη μακροζωία», δήλωσε ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, ο Aleksandar Kostic από το Joslin Diabetes Center του Χάρβαρντ.
«Αυτό που οραματιζόμαστε είναι ένα προβιοτικό συμπλήρωμα που θα μπορούν να πάρουν οι άνθρωποι που θα αυξήσουν την ικανότητά τους για άσκηση και επομένως να προστατευτούν από χρόνιες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη», είπε ο ειδικός.
Στην πρώτη φάση αυτής της μελέτης, ο Kostic και οι συνάδελφοί του συνέλεξαν δείγματα κοπράνων από μια ομάδα 15 δρομέων του μαραθωνίου της Βοστώνης και 10 «μη συμμετέχοντες» (που ήταν ομάδα ελέγχου) μία εβδομάδα πριν από τον μαραθώνιο και μία εβδομάδα μετά τον αγώνα.
Η ανάλυση μικροβίων έδειξε ότι το γένος Veillonella είχε γίνει πιο άφθονο στην γαστρεντερική οδό των μαραθωνοδρόμων μια εβδομάδα μετά τον αγώνα. Συγκεκριμένα, αυτά τα βακτήρια του εντέρου έχουν τη μοναδική ικανότητα να καταβροχθίζουν το γαλακτικό, το οποίο είναι ένας μεταβολίτης που σχετίζεται με την κόπωση κατά την άσκηση. Τα αποτελέσματα αυτά αναπαρήχθησαν σε μια άλλη ομάδα 87 αθλητών υψηλού επιπέδου.
Στη δεύτερη φάση της μελέτης, οι ερευνητές διεξήγαγαν πειράματα σε ποντίκια. Ειδικότερα, το στέλεχος Veillonella που συλλέχθηκε από έναν από τους δρομείς του μαραθωνίου χορηγήθηκε σε 16 ποντικούς. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια στα οποία δόθηκαν τα συγκεκριμένα βακτήρια έδειξαν βελτίωση κατά 13% σε εργαστηριακή δοκιμασία διαδρόμων σε σύγκριση με ομάδα ελέγχου που δεν είχε το Veillonella.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Nature Medicine.