Μία ομάδα Ελλήνων ερευνητών στις ΗΠΑ κατάφερε να θεραπεύσει ένα βασικό σύμπτωμα της σχιζοφρένειας, εκείνο της διαταραχής της εργαζόμενης μνήμης. Το πείραμα έγινε σε τρωκτικά και για πρώτη φορά έφερε θετικά αποτελέσματα. Η έρευνα πλέον διευρύνει τις δυνατότητες στην ιατρική για μία νέα θεραπεία σε άτομα που έχουν διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια.

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τους καθηγητές Ιωσήφ Γκόγκο και Σταύρο Λομβαρδά του Ινστιτούτου Zuckerman για τον Νου και τον Εγκέφαλο του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευροεπιστήμης «Neuron».

Η εργαζόμενη μνήμη συνιστά θεμελιώδη λειτουργία του εγκεφάλου, καθώς κρατά και ανακαλεί άμεσα διάφορες χρήσιμες πληροφορίες (π.χ. έναν νέο αριθμό τηλεφώνου). Αυτή η λειτουργία της μνήμης διαταράσσεται σοβαρά στους ασθενείς με σχιζοφρένεια, κάτι που έχει συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται, αντιλαμβάνονται και αποφασίζουν, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να εργασθούν, να διατηρήσουν μία σχέση κ.ά.

Κι ενώ τα περισσότερα γνωστά συμπτώματα της σχιζοφρένειας, όπως η παράνοια, οι ακουστικές παραισθήσεις και οι ψευδαισθήσεις, συχνά είναι δυνατό να τεθούν υπό έλεγχο μέσω αντιψυχωσικών φαρμάκων, η διαταραχή της εργαζόμενης μνήμης ακόμα δεν θεραπεύεται.

Οι Έλληνες επιστήμονες χρησιμοποίησαν με νέο τρόπο ένα φάρμακο που σήμερα αναπτύσσεται για τη λευχαιμία πετυχαίνοντας έτσι να αποκαταστήσουν τη λειτουργία των εγκεφαλικών κυττάρων στα πειραματόζωα και επαναφέροντας σε υγιή κατάσταση την εργαζόμενη μνήμη των ποντικιών («μοντέλων» σχιζοφρένειας). Αυτό δίνει ελπίδες σε περισσότερους από 21 εκατομμύρια ανθρώπους -διαγνωσμένους με σχιζοφρένεια παγκοσμίως- ότι στο μέλλον η μνήμη τους μπορεί να λειτουργεί και πάλι καλά.