Ζήσης Ψάλλας

Οι επιστήμονες του UT Southwestern Medical Center έχουν αναλύσει δεδομένα για περισσότερα από 15.000 άτομα ώστε να κατανοήσουν καλύτερα τη σχέση μεταξύ HDL χοληστερόλης, καρδιακών προσβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων σε διαφορετικούς πληθυσμούς.

Διαπίστωσαν ότι ο αριθμός των σωματιδίων HDL είναι ένας πιο αξιόπιστος προγνωστικός παράγοντας για τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου από την τυπική μέτρηση της χοληστερόλης HDL. 

Στη νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Circulation, ο Rohatgi και οι συνεργάτες του συγκέντρωσαν πληροφορίες σχετικά με άτομα που είχαν συμμετάσχει σε τέσσερις μεγάλες, εθνικές μελέτες στις ΗΠΑ (Dallas Heart Study, Atherosclerosis Risk in Communities study, Multi-Ethnic Study of Atherosclerosis, και Prevention of Renal and Vascular Endstage Disease study).

Συνολικά, οι μελέτες περιελάμβαναν 15.784 άτομα που παρακολουθήθηκαν από 8 έως 12 έτη. Από τους συμμετέχοντες, το 54% ήταν άνδρες, το 22% ήταν μαύροι και η μέση ηλικία τους ήταν τα 56 χρόνια.

Επιπλέον, τα δεδομένα περιελάμβαναν δύο διαφορετικές μετρήσεις HDL. Τα επίπεδα HDL-P που υπολογίζουν πόσα σωματίδια HDL κυκλοφορούν στο αίμα και τα επίπεδα HDL-C, η τυπική δοκιμή της χοληστερόλης που κυκλοφορεί σε αυτά τα σωματίδια. Δεδομένου ότι ο αριθμός των σωματιδίων HDL μπορεί να ποικίλλει σε σχέση με την ποσότητα χοληστερόλης που μεταφέρουν, οι δύο μετρήσεις συσχετίζονται μόνο μέτρια.

Στη μελέτη, τα άτομα με τα υψηλότερα επίπεδα HDL-P, πάνω από 37 mmol/L, είχαν 37% χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής προσβολής και 34% χαμηλότερο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου από εκείνα που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα HDL-P.  Στις γυναίκες, αυτή η σχέση ήταν ισχυρότερη. Εκείνες με τα υψηλότερα επίπεδα HDL-P είχαν 49% λιγότερες καρδιακές προσβολές και 46% λιγότερα εγκεφαλικά επεισόδια. Αν και η HDL-C προέβλεπε πράγματι τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής στο σύνολο των ατόμων, καθώς και στις γυναίκες, δεν συσχετίστηκε με το εγκεφαλικό.

Όταν οι ερευνητές ανέλυσαν τους μαύρους συμμετέχοντες, τα αποτελέσματα ήταν διαφορετικά. Ούτε η HDL-C ούτε η HDL-P συνδέονταν με τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής.

Η καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η HDL μπορεί να βοηθήσει στην πρόβλεψη της νόσου και πώς αυτή η σχέση ποικίλλει μεταξύ των πληθυσμών είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση των ποσοστών καρδιαγγειακών παθήσεων, λένε οι ερευνητές.