Ένα πρωτοποριακό και συνάμα επαναστατικό πρόγραμμα αντιμετώπισης της υπέρτασης χωρίς φάρμακα, αλλά μόνο με έλεγχο του στρες, έρχεται να αλλάξει ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα για την αντιμετώπιση της πάθησης.

Το καινοτόμο παρεμβατικό ερευνητικό έργο της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών αντιμετωπίζει επιτυχώς την υπέρταση με επιστημονικές μεθόδους διαχείρισης του στρες, που οδηγούν σε αλλαγή του τρόπου ζωής σε προϋπερτασικά και υπερτασικά άτομα.

Τα παραπάνω τόνισαν σε συνέντευξη Τύπου οι καθηγητές -και επιστημονικά υπεύθυνοι του ερευνητικού προγράμματος- Γεώργιος Χρούσος και Χριστίνα Δαρβίρη, καθώς και ο καθηγητής Αθανάσιος Πρωτογέρου, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα του προγράμματος που διεξήχθη από τον Ιανουάριο του 2013 έως και τον Φεβρουάριο του 2015.

Τα αποτελέσματα κατέδειξαν σημαντική μείωση τόσο της συστολικής όσο και της διαστολικής αρτηριακής υπέρτασης, ως άμεση συνέπεια ελέγχου του στρες, της απώλειας σωματικού βάρους και της μείωσης της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας αντίστοιχα, ενώ έδειξαν και αξιοσημείωτη βελτίωση στη συνολική ποιότητα ζωής των πασχόντων που συμμετείχαν σε αυτό.

Όπως επεσήμαναν οι επιστήμονες, στην περίπτωση της υπέρτασης η ενεργοποίηση του συστήματος του στρες εξαιτίας στρεσογόνων παραγόντων οδηγεί σε αυξημένη δραστηριοποίηση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, η οποία, με τη σειρά της, αυξάνει την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό ρυθμό, μέσω της αντίστασης των αγγείων και της κατακράτησης υγρών.

Ακόμα, ιδιαίτερης σημασίας είναι το γεγονός ότι η ύπαρξη υπερβολικού ή χρόνιου στρες οδηγεί στην υιοθέτηση ανθυγιεινού τρόπου ζωής (κακή διατροφή, έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, κάπνισμα, οι οποίες θεωρούνται κακές μέθοδοι διαχείρισης του στρες), εμποδίζει την έγκαιρη ανίχνευση της υπέρτασης, αλλά και τη συμμόρφωση των προ-υπερτασικών και υπερτασικών ατόμων στις οδηγίες των γιατρών, επειδή ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής πυροδοτεί το στρες και πυροδοτείται εκ νέου από αυτό, δημιουργώντας, έτσι, έναν φαύλο κύκλο.

Σκοπός του συγκεκριμένου ερευνητικού προγράμματος ήταν η εκπαίδευση των ασθενών στην αυτορρύθμιση της υπέρτασης, μέσω επιστημονικών μεθόδων διαχείρισης του στρες για την αλλαγή του τρόπου ζωής τους, αφού δεν καταγράφεται σημαντική βελτίωσή του χωρίς αυτή.

Τα αποτελέσματα του προγράμματος καταγράφουν σημαντική βελτίωση του βάρους, της ποιότητας και ποσότητας του ύπνου, της αύξησης της ικανοποίησης, των επιπέδων αρτηριακής πίεσης και της φυσικής δραστηριότητας, καθώς και υιοθέτηση υγιεινού τρόπου ζωής, μείωση της φαρμακευτικής αγωγής, αλλά και αλλαγή κατηγορίας κατάταξης όσον αφορά στην αρτηριακή υπέρταση.

Μετά το τέλος της παρέμβασης παρατηρήθηκε ότι το 14,9% των ασθενών στην ομάδα παρέμβασης μείωσε κατά 10mmHg ή περισσότερο τη συστολική αρτηριακή πίεση, ενώ το 21,7% των ασθενών στην ομάδα παρέμβασης μείωσε κατά 5mmHg ή περισσότερο τη διαστολική αρτηριακή πίεση. Οι αλλαγές στη συστολική αρτηριακή πίεση συντελέστηκαν, κυρίως, λόγω μείωσης του σωματικού βάρους, ενώ στη διαστολική σημαντικότερο ρόλο έπαιξε η μείωση της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας.

Το εντυπωσιακό είναι ότι στο 6% των ασθενών της ομάδας παρέμβασης έγινε μείωση ή διακοπή των αντιυπερτασικών φαρμάκων έναντι του 2,8% της ομάδας ελέγχου, ενώ το 35,7% των ασθενών στην ομάδα παρέμβασης κατέβηκε κατηγορία κατάταξης της αρτηριακής υπέρτασης έναντι του 17,5% της ομάδας ελέγχου.

Επίσης, το 8,8% των συμμετεχόντων της ομάδας παρέμβασης μείωσε σημαντικά τον δείκτη μάζας σώματος και στατιστικά σημαντική βελτίωση παρατηρήθηκε στην ομάδα παρέμβασης σχετικά με τα επίπεδα αντιλαμβανόμενου στρες (μέση μείωση 5,67), κατάθλιψης (μέση μείωση 4,66) και άγχους (μέση μείωση 4,21), έναντι της ομάδας ελέγχου.

Οι ασθενείς που βελτιώθηκαν περισσότερο ήταν ιδιαίτερα παχύσαρκοι, με έναν σχετικά ανθυγιεινό τρόπο ζωής, με μειωμένη αυτοεκτίμηση, αλλά με σχετικά χαμηλό ψυχολογικό distress και αυξημένη την πεποίθηση ότι ήταν οι μόνοι υπεύθυνοι για την κατάσταση της υγείας τους.

Επιπλέον, σε ό,τι αφορά στα ποιοτικά αποτελέσματα, ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής: το 53,8% των συμμετεχόντων ανέφερε πως μετά την παρέμβαση περπατούσε πάνω από 8.000 βήματα ημερησίως, ενώ το 17,3% ανέφερε πως μετά την παρέμβαση περπατούσε πάνω από 10.000 βήματα ημερησίως. Σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες, υπήρξε στατιστικά σημαντική αύξηση στην κατανάλωση νερού και φρούτων/λαχανικών (80,9% και 76,4%, αντίστοιχα) και στατιστικά σημαντική μείωση στην κατανάλωση νατρίου (80,9%) στην ομάδα παρέμβασης.

Το 60,9% των συμμετεχόντων στην ομάδα παρέμβασης ανέφερε σημαντική βελτίωση στην ποιότητα του ύπνου. Η διαφραγματική αναπνοή και η προοδευτική μυϊκή χαλάρωση εφαρμόστηκαν από το 80,1% του δείγματος. Το 43,6% των συμμετεχόντων ανέφερε αύξηση στη θετική σκέψη και καλύτερη διαχείριση του θυμού. Το 35,3% ανέφερε καλύτερη ρύθμιση της διάθεσης και μια έντονη αίσθηση χαλάρωσης.

Τα αποτελέσματα έχουν ήδη δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια. Τα θετικά οφέλη, όμως, δεν εξαντλούνται στον πάσχοντα. Διάχυση της ωφέλειας παρατηρήθηκε και στις οικογένειες των συμμετεχόντων, με ποικίλες ποιοτικές καταγραφές στη μετάδοση της αλλαγής του τρόπου ζωής και εκμάθησης των τεχνικών του στρες στα μέλη των οικογενειών τους.

«Φιλοδοξία μας είναι το πρόγραμμα αυτό να αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι των αντιυπερτασικών ιατρείων όλης της χώρας, εισάγοντας τη διαχείριση του στρες τόσο σε ό,τι αφορά στην πρόληψη (προ-υπέρταση) όσο και στη θεραπεία, μέσω της διάδοσης της φιλοσοφίας της αυτορρύθμισης της υπέρτασης, της ενδυνάμωσης και της ενίσχυσης της αξίας της προαγωγής της υγείας στον γενικό πληθυσμό» τόνισαν οι ειδικοί.