Ερευνητές του πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ εξέτασαν στοιχεία 1.938 παντρεμένων γυναικών, από το 1996 έως το 1997. Αυτό έγινε επειδή ήθελαν να διαπιστώσουν αν οι γυναίκες μέσης ηλικίας (42 έως 52) που ανέφεραν μεγαλύτερη ευτυχία από το γάμο τους ανέφεραν επίσης λιγότερες διαταραχές ύπνου και αν αυτά ήταν αλληλένδετα.
Οι ερευνητές ζήτησαν από τις γυναίκες να αξιολογήσουν το επίπεδο ευτυχίας όσον αφορά στο γάμο τους, σε μια κλίμακα από το 1 έως το 7. Ρωτήθηκαν αν είχαν δυσκολία στο να αποκοιμηθούν, να παραμείνουν κοιμισμένες ή αν ξυπνούσαν και δεν μπορούσαν να ξανακοιμηθούν. Εξέτασαν επίσης και άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην αϋπνία, όπως καταθλιπτικά συμπτώματα, οικονομικές δυσκολίες, επάγγελμα, κατανάλωση αλκοόλ και καφεΐνης, παρουσία παιδιών στο σπίτι, σεξουαλική δραστηριότητα, ηλικία και επίπεδα ορμονών.
Ακόμα και όταν έλαβαν υπόψη τα παραπάνω, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι γυναίκες με υψηλότερα επίπεδα ευτυχίας στο γάμο είχαν μικρότερο κίνδυνο διαταραχών ύπνου, σε σύγκριση με γυναίκες που ανέφεραν τη μικρότερη ικανοποίηση από το γάμο τους.
Οι Αφροαμερικανές πάντως είχαν την τάση να αναφέρουν περισσότερα παράπονα όσον αφορά στον ύπνο σε σχέση με γυναίκες από την Ιαπωνία, Ισπανία και Κίνα. Οι λευκές και Γιαπωνέζες ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα ευτυχίας στο γάμο τους.