Ο επιπολασμός τόσο του διαβήτη τύπου 2 όσο και του προδιαβήτη αυξάνεται όσο μεγαλώνουμε. Οι σημαντικότεροι παράγοντες που οδηγούν στην υπεργλυκαιμία είναι οι εξής: α) η ανεπάρκεια της έκκρισης ινσουλίνης που προκαλείται με την ηλικία και β) η αυξανόμενη αντίσταση στην ινσουλίνη, η οποία επέρχεται από τη μεταβολή της σωματικής σύνθεσης και τη σαρκοπενία (απώλεια μυϊκής μάζας).
Τα κλινικά χαρακτηριστικά του διαβήτη στους ηλικιωμένους μπορεί να είναι διαφορετικά. Ο διαβήτης στους ηλικιωμένους διαγιγνώσκεται συχνά με καθυστέρηση, λόγω άτυπων συμπτωμάτων (άνοια, ακράτεια ούρων) και εμφάνισης κυρίως μεταγευματικής υπεργλυκαιμίας. Οι ηλικιωμένοι είναι πιο εκτεθειμένοι στις επιπλοκές του διαβήτη, έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου και νεφρικής νόσου τελικού σταδίου και νοσηλεύονται συχνότερα λόγω υπογλυκαιμίας, σε σχέση με τους νεότερους ασθενείς.
Τα ηλικιωμένα άτομα με διαβήτη είναι μια ετερογενής ομάδα, με διαφορετικό προσδόκιμο ζωής, που συνοδεύεται από τις χρόνιες παθήσεις οι οποίες τον συνοδεύουν και από την ικανότητά τους να αυτοελέγχουν τη γλυκόζη του αίματος ή να κάνουν οι ίδιοι μια ένεση ινσουλίνης, αν χρειαστεί. Η θεραπεία πρέπει να εξατομικευθεί. Οι ηλικιωμένοι με μακροχρόνιο διαβήτη και πολυάριθμες χρόνιες επιπλοκές χρειάζονται μια πιο φιλελεύθερη προσέγγιση για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων της θεραπείας. Πρόσθετοι στόχοι θα πρέπει να είναι η αποφυγή της υπογλυκαιμίας, η ασφάλεια της θεραπείας και η αποδοχή της από τον ασθενή.
Παθοφυσιολογία
Η διαδικασία γήρανσης του ανθρώπινου σώματος οδηγεί σε εξασθένιση της ενεργειακής ομοιόστασης και ανωμαλίες στον μεταβολισμό των υδατανθράκων. Ως σημαντικότερες αιτίες της υπεργλυκαιμίας θεωρούνται η ανεπάρκεια της έκκρισης ινσουλίνης που αναπτύσσεται με την ηλικία και η αυξανόμενη αντίσταση στην ινσουλίνη. Η διαχρονική μελέτη της γήρανσης του Baltimore έδειξε ότι η έκκριση ινσουλίνης μειώνεται με την ηλικία, ακόμη κι αν δεν ληφθεί υπόψη η επίδραση της παχυσαρκίας και η κατανομή του λιπώδους ιστού. Οι δοκιμές σε ηλικιωμένους αποκάλυψαν ότι, σε σύγκριση με τους νεότερους ανθρώπους, η μεταγευματική απέκκριση της ινσουλίνης είναι ακανόνιστη και η ροή χαμηλότερη. Η βλάβη της λειτουργίας των βήτα κυττάρων και η δυσλειτουργία της έκκρισης ινσουλίνης σε άτομα που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2 είναι ακόμη πιο βαθιές και συνδέονται με σχεδόν πλήρη απώλεια της πρώτης φάσης έκκρισης ινσουλίνης. Επιπλέον, η ευαισθησία των παγκρεατικών βήτα κυττάρων για τις κρεατίνες μειώνεται στους ηλικιωμένους. Η αποτελεσματικότητα των κρεατινών είναι μικρότερη και οδηγεί σε χαμηλότερα επίπεδα μεταγευματικής ινσουλίνης και ασθενέστερη καταστολή της έκκρισης γλυκογόνου.
Ο επόμενος σημαντικός παράγοντας που οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη, η οποία αυξάνεται με την ηλικία. Η κατανομή του λιπώδους ιστού στους ηλικιωμένους αλλάζει (αυξημένη ποσότητα σπλαχνικού λιπώδους ιστού). Η ποσότητα του λιπώδους ιστού αυξάνεται, σε αντίθεση με τη μυϊκή μάζα, η οποία μειώνεται με την ηλικία. Το αποτέλεσμα της διαδικασίας γήρανσης είναι η δυσλειτουργία του άξονα υποθαλάμου – υπόφυσης – επινεφριδίων (άξονας ΗΡΑ), που οδηγεί σε σχετική επικράτηση της κορτιζόλης. Η κορτιζόλη, ως καταβολική ορμόνη, είναι υπεύθυνη για την πρωτεόλυση και το υψηλότερο επίπεδο οδηγεί σε μειωμένη μυϊκή μάζα. Επιπρόσθετα, η κορτιζόλη οδηγεί σε αντοχή στην ηπατική ινσουλίνη. Με την ηλικία, οι μύες χάνουν δύναμη και μάζα. Η εξαρτώμενη από ινσουλίνη πρόσληψη γλυκόζης από τους σκελετικούς μυς μειώνεται λόγω της καταστολής των υποδοχέων ινσουλίνης και του μεταφορέα γλυκόζης GLUT-4. Έχει αποδειχθεί ότι στην έβδομη δεκαετία της ζωής η μάζα του μυϊκού ιστού μειώνεται κατά 30%-40%, υπέρ του λιπώδους ιστού. Η μειωμένη σωματική δραστηριότητα των ηλικιωμένων κλιμακώνει αυτήν τη διαδικασία.
Η συνυπάρχουσα παχυσαρκία, η αυξημένη αδρενεργική ένταση που σχετίζεται με την ηλικία, η μείωση της λειτουργίας των νεφρών και η χρήση δυνητικά διαβητογόνων φαρμάκων (διουρητικά, β-αδρενολυτικά, κορτικοστεροειδή, ψυχοτρόπα φάρμακα, αμιωδαρόνη) αποτελούν πρόσθετους παράγοντες που προάγουν την εξασθένιση του μεταβολισμού της γλυκόζης και του διαβήτη στους ηλικιωμένους.
Πειράματα σε υπερηλίκους
Οι έρευνες για τη μακροζωία που πραγματοποιήθηκαν σε μια ομάδα υγιών εκατονταετών αποκάλυψαν ότι η ανοχή στη γλυκόζη και η ευαισθησία στην ινσουλίνη στην ηλικιακή αυτήν ομάδα ήταν σίγουρα καλύτερες απ’ ό,τι σε άτομα ηλικίας 60-84 ετών. Η αντίσταση στην ινσουλίνη αυξάνεται με την ηλικία, αλλά μόνο περίπου μέχρι τα 85-90 έτη. Στη συνέχεια, παρατηρείται σημαντική βελτίωση στην ανταπόκριση στην ινσουλίνη – συγκρίσιμη μάλιστα με άτομα ηλικίας 20-30 ετών!
Μια επιδημιολογική μελέτη έδειξε ότι η συχνότητα εμφάνισης του διαβήτη σε άτομα 100 ετών είναι σχεδόν κατά 50% χαμηλότερη απ’ ό,τι σε άτομα ηλικίας 65-84 ετών!
Η σημασία της πρόληψης
Επειδή ο αριθμός των ατόμων με διαβήτη εξακολουθεί να αυξάνεται, έχει αξιολογηθεί ο παράγοντας τις πρόληψης. Στο πρόγραμμα πρόληψης του διαβήτη έχει τεκμηριωθεί ότι οι παρεμβάσεις που συνδέονται με την αλλαγή τρόπου ζωής (διατροφή και σωματική δραστηριότητα) είναι πιο αποτελεσματικές στους ηλικιωμένους με διαβήτη ηλικίας άνω των 60 ετών. Ο κίνδυνος διαβήτη στην ομάδα παρέμβασης μειώθηκε κατά 71% σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Η τακτική σωματική άσκηση είναι ευεργετική για την πρόληψη της σαρκοπενίας και της παχυσαρκίας και βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
Από την άλλη πλευρά, η χρήση μετφορμίνης σε ηλικιωμένους δεν εμπόδισε τον διαβήτη, σε σύγκριση με τους νεότερους, στους οποίους η μετφορμίνη μείωσε τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου κατά 31%.
Κλινική εικόνα της υπεργλυκαιμίας
Η αλλαγή τρόπου ζωής μπορεί να αλλάξει την κλινική εικόνα του διαβήτη. Σε μερικούς ηλικιωμένους η πορεία της νόσου είναι ασυμπτωματική. Η ωσμωτική διούρηση στους ηλικιωμένους μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως νυκτουρία, ακράτεια ούρων και λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος.
Επιπλέον, οι ηλικιωμένοι έχουν μειωμένο μηχανισμό αίσθησης δίψας, κάτι το οποίο αυξάνει τον κίνδυνο αφυδάτωσης. Η αφυδάτωση οδηγεί σε κόπωση και ανεπάρκεια γνωστικών λειτουργιών. Ο διαβήτης προκαλεί αλλαγή στη ρεολογία του αίματος, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την υπερβολική πήξη του. Αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης εγκεφαλικού επεισοδίου, στεφανιαίων συνδρόμων ή διαλείπουσας αρθραξίας και επιδείνωση της καθημερινότητας των ηλικιωμένων. Αυτές οι ιατρικές καταστάσεις μπορεί, επίσης, να είναι το πρώτο σύμπτωμα του διαβήτη, που δεν αναγνωρίστηκε νωρίτερα.
Η υπεργλυκαιμία αλλάζει την ενυδάτωση των δομών του οφθαλμού, με αποτέλεσμα την εξασθένηση της διάθλασης και την επιδείνωση της οπτικής οξύτητας, γεγονός το οποίο καθιστά τη σωματική δραστηριότητα πιο δύσκολη και αυξάνει τον κίνδυνο πτώσης. Επιπλέον, οι επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις, η πιο δύσκολη επούλωση των τραυμάτων και η άνοια -που θεωρούνται δεδομένες σε έναν ηλικιωμένο οργανισμό- θα μπορούσαν να κρύψουν την πορεία του διαβήτη.
Μειωμένο προσδόκιμο ζωής
Η πρόγνωση για τους ηλικιωμένους με διαβήτη είναι χειρότερη απ’ ό,τι για τους συνομηλίκους τους χωρίς διαβήτη. Κατά μέσο όρο, ζουν λιγότερα χρόνια. Στην ομάδα των ατόμων με διαβήτη, οι ασθενείς ηλικίας άνω των 75 ετών διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων επιπλοκών. Αυτά τα άτομα είναι πιο επιρρεπή στο έμφραγμα του μυοκαρδίου και στην ανάπτυξη νεφροπάθειας τελικού σταδίου και νοσηλεύονται δύο φορές συχνότερα λόγω υπογλυκαιμίας.
Ο χρόνος διάγνωσης του διαβήτη έχει κάποια σημασία. Η έγκαιρη πρόγνωση είναι κάποιες φορές σωτήρια για τους ασθενείς. Αυτοί οι άνθρωποι συνήθως έχουν χαμηλότερο ποσοστό γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης και χρειάζονται θεραπεία με ινσουλίνη λιγότερο συχνά, σε σύγκριση με ηλικιωμένους που πάσχουν πολύ καιρό από διαβήτη και οι οποίοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών.
Πηγές: American Diabetes Association, https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5509969/
Chang AM, Halter JBA. Aging and insulin secrection. J Physiol Endocrinol Metebol. 2003;284:E7–12.
Barbieri M, Rizzo MR, Manzella D, et al. Glucose regulation and oxidative stress in healthy centenarians. Exp Gerontol. 2003;38:137–143.