Ζήσης Ψάλλας
Μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα προσθέτει ένα ακόμα στρώμα πολυπλοκότητας, που δείχνει ότι τα τρόφιμα που έχουν συγκρίσιμα διατροφικά χαρακτηριστικά μπορούν να έχουν πολύ διαφορετικές επιδράσεις στο μικροβίωμα, από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Στην μελέτη, ερευνητές του Μινεσότα ζήτησαν από 34 υγιείς εθελοντές να συλλέξουν λεπτομερή αρχεία για όλα όσα έφαγαν σε διάστημα 17 ημερών, καταγράφοντας αυτές τις πληροφορίες έναντι της ποικιλομορφίας των μικροβίων που βρέθηκαν σε δείγματα καθημερινών κοπράνων. Όπως αναμενόταν, παρόλο που υπήρχαν πολλά τρόφιμα που κατανάλωναν οι συμμετέχοντες – όπως ο καφές, το τυρί cheddar, το κοτόπουλο και τα καρότα – υπήρχαν πολλές επιλογές που είχαν μοναδικές επιδράσεις στα διάφορα άτομα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ενώ οι επιλογές τροφίμων κάθε συμμετέχοντα επηρέασαν το δικό του μικροβίώμα, με ορισμένα τρόφιμα να αυξάνουν ή να μειώνουν την αφθονία συγκεκριμένων βακτηριακών στελεχών, δεν υπήρξε κάποια συσχέτιση μεταξύ των διαφόρων ανθρώπων. Για παράδειγμα, τα φασόλια αύξησαν την αναλογία ορισμένων βακτηρίων σε ένα άτομο, αλλά είχαν πολύ λιγότερη επίδραση σε ένα άλλο.
Επίσης, αν και τα στενά συγγενικά τρόφιμα (όπως ορισμένα λάχανα) τείνουν να έχουν το ίδιο αντίκτυπο στο μικροβίωμα, τα άσχετα μεταξύ τους τρόφιμα που έχουν παρόμοιες θρεπτικές συνθέσεις είχαν εντυπωσιακά διαφορετικά αποτελέσματα. Αυτό σημαίνει ότι η συμβατική διατροφική επισήμανση ίσως να μην είναι ο καλύτερος τρόπος να κρίνουμε πόσο υγιής είναι μια τροφή.
Τα αρχικά αποτελέσματα, που παρουσιάστηκαν στην Αμερικανική Ένωση Διαβήτη στις αρχές του μήνα, αποτέλεσαν μια μεγάλη έκπληξη. Ανακαλύφθηκε ότι τα άτομα έχουν επαναλαμβανόμενες, προβλέψιμες απαντήσεις στα διαφορετικά τρόφιμα, ανάλογα με τις αναλογίες πρωτεϊνών, λιπών και υδατανθράκων. Αλλά υπήρχαν μεγάλες διαφορές μεταξύ των ανθρώπων, έως και οκταπλάσιες αποκλίσεις από το μέσο όρο – ακόμη και ανάμεσα σε διδύμους που μοιράζονται όλα τα γονίδιά τους.
Ανακαλύφθηκε επίσης ότι οι γνήσιοι δίδυμοι μοιράστηκαν μόνο το 37% των μικροβίων τους. Το ποσοστό είναι ελαφρώς υψηλότερο από αυτό που μοιράζονται δύο άσχετοι άνθρωποι, υπογραμμίζοντας τη μικρή επίδραση των γονιδίων.
Η έρευνα δείχνει πως αν θέλετε να βρείτε τα τρόφιμα που λειτουργούν καλύτερα για το μεταβολισμό σας, πρέπει να γνωρίζετε την προσωπική σας διατροφική απόκριση – κάτι που δεν μπορεί να προβλεφθεί από απλές γενετικές εξετάσεις.