Μέχρι σήμερα ήταν γνωστό πως μια εγκυμοσύνη διαρκεί μεταξύ 37 και 42 εβδομάδων, ωστόσο, η διακύμανση αυτή, όταν δεν αποδιδόταν σε κάποιες ιατρικού τύπου ιδιαιτερότητες της κύησης, αποδιδόταν σε εξ αρχής λάθος υπολογισμό της ΠΗΤ (πιθανής ημερομηνίας τοκετού), λόγω «μη ακριβούς προσδιορισμού από τη γυναίκα της ημερομηνίας σύλληψης». Κάτι τέτοιο όμως αποδεικνύεται τελικά απολύτως εσφαλμένο.
Ως τώρα, η ΠΗΤ, υπολογιζόταν με βάση την έναρξη της τελευταίας εμμήνου ρύσεως της γυναίκας προσθέτοντας σε αυτήν 280 ημέρες. Ωστόσο, μόνο το 4% των γυναικών φτάνει στον τοκετό την ημέρα που προσδιορίζεται με αυτόν τον τρόπο, ενώ το 70% γεννάει είτε μέσα στο προηγούμενο δεκαήμερο της 280ης ημέρας είτε εντός του δεκαημέρου που έπεται αυτής.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, γινόταν καθημερινή ουροληψία από τις γυναίκες που συμμετείχαν σε αυτήν, κάτι που επέτρεψε στους επιστήμονες να έχουν συσχετισμούς μεταξύ τιμών και μήκους εγκυμοσύνης, πράγματα που τελικά αποδείχτηκαν απολύτως αλληλένδετα.
«Το φυσιολογικό χρονικό μήκος κάποιας εγκυμοσύνης θα μπορούσε να επηρεαστεί από έναν μεγάλο αριθμό παραγόντων. Οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας τείνουν να γεννήσουν αργότερα κάτι που συνέβαινε επίσης και σε όσες εγκύους είχαν πάρει περισσότερο βάρος από το κανονικό, κατά τη διάρκεια της κύησης».
Από την έρευνα προέκυψε πως ο μέσος χρόνος μεταξύ ωορρηξίας και τοκετού ήταν 268 ημέρες, δηλαδή 38 εβδομάδες και δύο ημέρες) με την διάρκεια της φυσιολογικής εγκυμοσύνης να ποικίλει έως 37 ημέρες, όπως δημοσιεύεται σήμερα στην ιατρική επιθεώρηση που δημοσιεύεται σήμερα στην επιστημονική επιθεώρηση «Human Reproduction».
«Μείναμε πραγματικά έκπληκτοι από αυτά που μας έδωσε η έρευνα, είπε χαρακτηριστικά η Dr. Anne Marie Jukic.
«Kάθε γυναίκα είναι διαφορετική, κάθε γυναίκα έχει τον δικό της φυσιολογικό χρόνο τοκετού, κάτι που σημαίνει πως, όσοι επιστήμονες έχουν ως αντικείμενο την εγκυμοσύνη πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν μια ενδεχόμενη «καθυστέρηση» ή ένα ενδεχόμενο «πρόωρου» τοκετού, καθώς, μετά και από το επιστημονικό αυτό πόρισμα, δεν πρόκειται στην πραγματικότητα ούτε για καθυστέρηση ούτε και για πρόωρο τοκετό».
Παύλος Κιρκασίδης