Φωλιασμένα στην αγκαλιά απέραντων φυσικών τοπίων, αμόλυντων από τη βοή της πόλης, μικρά χωριά ενθρονίζουν τον επισκέπτη τους στην κορυφή μιας διαφορετικής Ελλάδας. Εκεί όπου οι ταξιδιώτες «σερφάρουν» σε πράσινους ωκεανούς από ιλιγγιώδη υψόμετρα ή ακολουθούν σκιές σε ξεχασμένα δρομάκια, ακούγοντας ιστορίες από την κρύπτη του χρόνου. Ένα οδοιπορικό στα άδυτα της Αργιθέας μοιάζει με τρισδιάστατο όνειρο που βλέπεις με μάτια και μυαλό ανοιχτά.
Ο χρόνος έχει αφήσει τα σημάδια του, προσδίδοντας μοναδικότητα στον τόπο τούτο. Είκοσι έξι χωριά διηγούνται τις δικές τους ιστορίες, άλλοτε με φόντο το λευκό χρώμα του χιονιού και κρεμασμένα από τα σύννεφα και άλλοτε καλά κρυμμένα στο πράσινο των δασών.
Μια από τις ωραιότερες διαδρομές της ηπειρωτικής Ελλάδας ξεκινά λίγα χιλιόμετρα έξω από την Καρδίτσα, εκεί όπου ορθώνονται οι ορεινοί όγκοι της Πίνδου. Αποτελούν μια ευχάριστη αποκάλυψη για τον επισκέπτη που θα συναντήσει εδώ έναν κήπο της Εδέμ, όπου φωλιάζουν μοναδικής χάρης χωριά. Τα βουνά έχουν σχετικά εύκολες διαδρομές και ενδείκνυνται για κάποιες μορφές εναλλακτικού τουρισμού, όπως πεζοπορία -εφόσον από εκεί περνά και το μονοπάτι Ε4- ορειβασία, διαδρομές 4×4, αλλά και με μηχανή είναι μερικές από τις επιλογές για τους λάτρεις του είδους που φτάνουν στην περιοχή. Όμως, εκείνο που γοητεύει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι η ορεινή ομορφιά. Οι πλαγιές βάφονται στα χρώματα της κάθε εποχής. Απέραντα δάση οξιάς, βελανιδιάς, καστανιάς, ελάτων συναντούν οάσεις δίπλα σε γάργαρα ρέματα.
Πρώτη μέρα: Γνωριμία με τα χωριά της Ανατολικής Αργιθέας
Ο Άγιος Νικόλαος είναι ένα χωριουδάκι που κάθε χρόνο μένει πιστό στο έθιμο της συνάντησης των Αργιθεατών. Περνώντας τον δασικό δρόμο περίπου 15 χιλιομέτρων, συναντάμε τη Φυλακτή και από εκεί μετά από περίπου 500 μέτρα βρισκόμαστε μπροστά στην πινακίδα που μας καθοδηγεί για το χωριό Πετρίλο, αριστερά και δεξιά για το Βλάσι και την Ι. Μ. Σπηλιάς.
Σε υψόμετρο 1.200 μ. και 64 χλμ. νοτιοδυτικά από την Καρδίτσα συναντάμε το ιστορικό χωριό Πετρίλο με τις επτά γειτονιές του, που ακουμπά στις δυτικές παρυφές του βουνού Βουτσικάκι. Η κατάβαση μας αποζημιώνει, αποκαλύπτοντάς μας το κεφαλοχώρι Βλάσι, το οποίο απλώνεται στην απότομη πλαγιά του βουνού Σχιζοκάραβο με υψόμετρο 2.184 μέτρων. Εδώ ξεχωρίζουν οι πέτρινες οικίες που σώζονται ακόμη και σήμερα καθώς και οι πέτρινες τοξωτές γέφυρες. Από την κορυφή του βουνού που συνδέεται με το διεθνές μονοπάτι Ε4 και που είναι κατάλληλη για ορειβασία, το βλέμμα ταξιδεύει σ’ έναν πράσινο ορίζοντα και οι αισθήσεις ησυχάζουν τόσο, ώστε ακόμα και η δόνηση του κινητού παραφωνεί στη γαλήνια φύση.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή, με φόντο τη θεσσαλική θέα, και χορταίνοντας από το οξυγόνο και τα παραδοσιακά εδέσματα, συναντάμε το Λεοντίτο. Η κοινότητα βρίσκεται περιτριγυρισμένη από έλατα και οπορωφόρα. Χτισμένο σε υψόμετρο 1.000 μέτρων, το χωριό μετράει τα άστρα. Τον χειμώνα, οι μόνιμοι κάτοικοι είναι μόνο 40, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες ανέρχονται σε 380. Η ιστορία του τόπου μάς διηγείται πως το καλοκαίρι του 1823 στο χωριό έμενε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, στο σπίτι που βρίσκεται δίπλα στον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής.
Με την παρέα της οικογένειας του κυρίου Μπάμπη και καλό τσίπουρο στον ξενώνα «Ντελιδίμι», όπου κάνουμε μια στάση, για να ξεκουραστούμε και να συγκεντρώσουμε πληροφορίες για την υπόλοιπη διαδρομή, παρατηρούμε τα χρώματα του κάμπου που οργιάζουν στην παλέτα της φύσης, καθώς τα δέντρα σμίγουν με τα σύννεφα. Η απέριττη ομορφιά του τοπίου αποκαλύπτεται σε συνδυασμό με τη γνήσια αύρα της περιοχής που μοιάζει να σε τυλίγει σαν άρωμα παιδικού ονείρου.
Θα αφήσουμε, όμως, την παρέα που εγκάρδια μας πρόσφερε τη φιλοξενία της, για να συνεχίσουμε και να φτάσουμε στην ιερή μονή Σπηλιάς, γνωστή για τα θαύματά της, όπως είπε και μια κυρία πριν από λίγη ώρα στον ξενώνα που καθόμασταν, η οποία με κάθε ευκαιρία που της δίνεται δραπετεύει από την Αθήνα, για να βρει και να απολαύσει την ομορφιά και την αγάπη του χωριού.
Ο δρόμος για το μοναστήρι είναι χωματόδρομος και χρήζει προσοχής. Η διαδρομή είναι ιδανική για τους λάτρεις της μηχανής. Με δέος περνάμε την καγκελόπορτα της μονής και προχωράμε προς το εσωτερικό της. Χτισμένη στην προεξοχή του βράχου τον 17ο αιώνα, η ιερά μονή αποτελείται από δύο μικρές εκκλησίες. Η πρώτη που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και η δεύτερη είναι ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής, η οποία, σύμφωνα με την επιγραφή που υπάρχει στο υπέρθυρο του ναού, οικοδομήθηκε το 1736. Το μνημείο αυτό ήταν σημείο αναφοράς του αγώνα του 1821, καθώς εδώ είχε την έδρα της το 1876 η Επαναστατική Κυβέρνηση. Το τέμπλο του μοναστηριού είναι έργο των Γεωργίου και Ιωάννη. Ένα σημείο που δεν πρέπει κανείς να ξεχάσει να επισκεφτεί, αν βρεθεί στα μέρη.
Μόλις λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά βρίσκεται η λίμνη Στεφανιάδα, που δημιουργήθηκε μετά από κατολίσθηση, κατά τη διάρκεια σφοδρής βροχόπτωσης. Οι ντόπιοι υποστηρίζουν πως τότε αρκετοί ήταν εκείνοι που έχασαν τα σπίτια τους, εφόσον η λίμνη τα κάλυψε με τα νερά της.
Οι μικροί οικισμοί φαίνονται να υπακούουν τους σύγχρονους κανόνες και νόμους, προστατεύοντας παράλληλα το πανέμορφο τοπίο αλλά και τις ιδιαίτερες ανάγκες της φύσης που το περιβάλλει. Πέτρινα κτίσματα, διάσπαρτες ταβέρνες και ενοικιαζόμενα δωμάτια προσφέρουν στον ταξιδιώτη το μυστήριο της εξερεύνησης, ταυτόχρονα με τη θαλπωρή ενός ορεινού καταφυγίου, που ισορροπεί μεταξύ παράδοσης και τουριστικής ανάπτυξης. Οι τοπικοί παράγοντες, γνωρίζοντας τη βαρυχειμωνιά που επικρατεί στην Ανατολική αλλά και στη Δυτική Αργιθέα, βελτιώνουν διαρκώς το οδικό δίκτυο, έτσι ώστε οι εκδρομείς να μπορούν να απολαύσουν τη διαμονή τους και να κινηθούν, ακόμη κι όταν το χιόνι ντύνει τα κατάφυτα δάση στο χρώμα του λευκού.
Δεύτερη μέρα: Επίσκεψη στη Δυτική Αργιθέα
Αυτή η διαδρομή θα διαρκέσει ώρες και θα συνοδευτεί και με φόβο, εφόσον το υψόμετρο αγγίζει τα 1.800 μέτρα και στον γυρισμό θα βρούμε ομίχλη. Να πω την αλήθεια, δεν έχω συνηθίσει σ’ αυτού του είδους τις διαδρομές. Πρώτη φορά βρισκόμουν σε τόσο υψόμετρο. Και να σκεφτείτε ότι δεν έκανα ορειβασία για να κοιτάζω προς τα κάτω και να παγώνει το αίμα στις φλέβες μου, απλώς οδηγούσα ένα πολύ ήρεμο αυτοκίνητο. Σημασία, όμως, έχει πως και αυτή η άγνωστη πλευρά της Αργιθέας, μολονότι άγρια, είναι πανέμορφη.
Το πρώτο χωριό που συναντάμε είναι η Αργιθέα. Βαθιές ρεματιές να διακόπτουν την ηρεμία με το βουητό τους, ποτάμια με πλατάνια στις όχθες τους, απότομες χαράδρες και πανύψηλα βουνά συνθέτουν τη μαγεία της περιοχής. Ένα χωριό μέσα στα έλατα που συναντά τον ορίζοντα σε κάθε γωνιά του. Η ιστορία έρχεται να μας συναντήσει και πάλι, εφόσον εδώ κατοίκησαν οι Αθαμάνες, οι απόγονοι του Αθάμα, βασιλιά της Βοιωτίας. Αδιάψευστοι μάρτυρες οι αρχαιολογικοί χώροι και τα ταφικά μνημεία της εποχής εκείνης, τα οποία βρίσκονται πάνω στον δρόμο και εύκολα τα παρατηρεί κανείς.
Παρέα με τον δήμαρχο και τον κύριο Μενέλαο θα περιπλανηθούμε στα χωριά και θα κάνουμε αρκετές στάσεις για τη γνωριμία μας με τους ντόπιους. Προχωρώντας πότε παράλληλα με το βουνό Καράβα και πότε αφήνοντάς το πίσω μας, φθάνουμε στο Θερινό, σε απόσταση 65 χλμ. από την Καρδίτσα και μόλις 6 χλμ. από τον Δήμο Αργιθέας. Οι μόνιμοι κάτοικοι του χωριού τον χειμώνα είναι σχεδόν 60, ενώ τους θερινούς μήνες αυξάνονται κατά πολύ. Εκτός από το πλούσιο θρησκευτικό ενδιαφέρον που υπάρχει στην περιοχή με τις αναρίθμητες εκκλησίες και τα μοναστήρια, στη θέση «Γκούρα» σώζεται ακόμη και σήμερα ένας παλιός νερόμυλος που χρονολογείται περίπου από το 1870. Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων είναι η γεωργία, η κτηνοτροφία και η μελισσοκομία.
Μετά από σχεδόν 15 χλμ. συναντάμε την Καρυά, μια περιοχή πλούσια σε πετρωτά γεφύρια. Δεν θα μείνουμε αρκετά, ήδη έχουμε ξεκινήσει να αναζητούμε το άρωμα του ελληνικού καφέ, γι’ αυτό και θα σταματήσουμε στο μαγαζί του κυρίου Σταύρου και της κυρίας Αγορής, οι οποίοι θα μας υποδεχθούν και θα μας κεράσουν τον πρώτο καφέ της ημέρας. Αντικρίζοντας τη θέα, σκέφτεσαι πως η φύση μετατρέπεται σε ένα απέραντο μαγικό χαλί, για να σε ανεβάσει στην κορυφή της ευδαιμονίας. Η ώρα περνάει, όμως, με τη συζήτηση για το φράγμα που κατασκευάζουν λίγο πιο πάνω από το χωριό Πετρωτό και η αγωνία μου να φθάσω ως εκεί έχει κορυφωθεί. Στα αυτοκίνητά μας, λοιπόν, και μπρος ολοταχώς για τα υπόλοιπα μέρη της περιοχής. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος και μας βοηθάει να μην καθυστερήσουμε πολύ. Βέβαια, οι ανηφόρες και οι κατηφόρες, που δεν θα χόρταινε να… καταπίνει ένα τζιπ, κουράζουν ένα αυτοκίνητο χαμηλού κυβισμού. Ο δήμαρχος μου εξηγεί το όφελος που θα έχουν από την εκτροπή του Αχελώου και πόσο πολύ θα βελτιώσει τη ζωή τους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Έχει φτάσει σχεδόν μεσημέρι και η τετραμελής παρέα αποφασίζει πως έχει έρθει η στιγμή για ένα διάλειμμα, το οποίο και κάνουμε -πού αλλού;- στο «Μονοπώλιο». Ομελέτες, πατάτες τοπικής παραγωγής και τσίπουρο ήρθαν την κατάλληλη στιγμή, για να μας κάνουν να αισθανθούμε σαν το σπίτι μας. Αφού τσουγκρίζουμε τα ποτήρια και δοκιμάζω λίγο απ’ όλα, ξεκινώ να γνωρίσω τους ιδιοκτήτες του «καφενείου», όπως το αποκαλούν. Η Βίκυ, με το πρόσχαρο χαμόγελό της, με πληροφορεί ότι η καταγωγή της είναι από τη Μονεμβασιά. Κάτι που με παραξενεύει και δεν μπορώ να μην τη ρωτήσω πώς βρέθηκε εδώ, μέσα στα βουνά. Η απάντησή της ειλικρινής και αφοπλιστική: «Από έρωτα, μου λέει». Μαζί με τον σύζυγό της, ο οποίος είναι και ο δάσκαλος του χωριού, δημιούργησαν το καφενείο με τις υπέροχες νοστιμιές, θέλοντας να προσφέρουν φιλοξενία και περιποίηση στους επισκέπτες που δύσκολα αντιστέκονται στη μαγειρική της.
Στο Πετρωτό υπάρχουν και τρία πέτρινα γεφύρια που αντιστέκονται ακόμη και σήμερα στον χρόνο. Το γεφύρι στη θέση Πούπη του 13ου–14ου αιώνα, η γέφυρα Κοράκου, που είναι και το μεγαλύτερο της περιοχής, χτισμένο από το 1514–5 από τον μητροπολίτη της Λάρισας Αγ. Βησσαρίωνα, με τη βοήθεια των χορηγιών από ομογενείς, το οποίο και ανατινάχθηκε από τους αντάρτες κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, και, τέλος, η «Κουτσοκαμάρα» στην περιοχή Συκιάς.
Ένα ακόμη παραδοσιακό χωριό που θα συναντήσουμε και θα σταματήσουμε, για να περπατήσουμε στα δρομάκια του, είναι η Καλή Κώμη. Οι 60 μόνιμοι κάτοικοί του ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως και στα προηγούμενα χωριά. Στην Καλή Κώμη διασώζονται ένας ενδιαφέρων νερόμυλος, που λειτουργούσε έως το 1996, και πετρόχτιστα σπίτια, ηλικίας πάνω από εκατό χρόνων. Οι γάργαρες πηγές δροσίζουν και ξεδιψούν με το δροσερό νερό τους περιπατητές που θέλουν να φθάσουν στη θέση «Μπούτσος», την υψηλότερη κορυφή του βουνού Μπότση, για να θαυμάσουν από μακριά τους Νομούς των Τρικάλων, Καρδίτσας και Άρτας. Στο χωριό υπάρχουν ακόμη και έξι ανεξερεύνητα σπήλαια (Βουζιά, Παπά του Ρογγί, Βαένι, Ζνάρα, Μπάλα και Φήβα).
Πριν φθάσουμε στην Καλή Κώμη και μετά το Πετρωτό, στα μέσα της διαδρομής περίπου, συναντάμε το Φαράγγι του Κώστιανου. Η διάσχισή του, όταν δεν έχει πολύ νερό, μπορεί να γίνει και με τα πόδια. Η διαδρομή γίνεται μέσα από πανύψηλους βράχους, για να καταλήξει στον ποταμό Αχελώο, που στολίζεται από αναρίθμητα πλατάνια και άσπρες πέτρες (από εκεί προέρχεται και η δεύτερη ονομασία του ποταμού «Ασπροπόταμος»). Το τοπίο είναι μαγευτικό, ειδικά αν κάποιος βρεθεί στο σημείο αυτό κατά την ώρα που ο ήλιος ξεκινάει σιγά σιγά να αποσύρεται πίσω από τους πανύψηλους βράχους.
Όσο ευχάριστα, όμως, και αν κυλάει η μέρα και όσο και αν θέλουμε να μείνουμε, ο χρόνος μάς πιέζει. Στον νου μας τώρα είναι το Ανθηρό, όπου και κατευθυνόμαστε. Στη διαδρομή, ο δήμαρχος και ο κύριος Μενέλαος, τους οποίους και ευχαριστώ πάρα πολύ για τη σημαντική βοήθειά τους σ’ αυτό το οδοιπορικό, προσπαθούν να μου δώσουν όλες τις πληροφορίες για τον τόπο τους. Μια από αυτές είναι και η αγάπη για τα παραδοσιακά τραγούδια και τους παραδοσιακούς χορούς, κάτι που δεν είναι και τόσο δύσκολο να καταλάβει κάποιος, αν αναλογιστεί την ευκολία με την οποία στήνονται τα πανηγύρια στα χωριά της Αργιθέας. Τις περισσότερες φορές, δεν χρειάζεται να συντρέχει κάποιος σημαντικός λόγος.
Το Aνθηρό είναι χτισμένο στα 900 μέτρα υψόμετρο. Από εδώ μην ξεχάσετε να αγοράσετε φεύγοντας μέλι ελάτου αλλά και κατά την παραμονή σας να δοκιμάσετε οπωσδήποτε παραδοσιακό πλαστό. Στο Ανθηρό δεν θα μείνουμε πολύ, καθώς μας περιμένει ακόμη μία τελευταία στάση και έχει ήδη ξεκινήσει να βραδιάζει. Πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται, για να προλάβουμε να δούμε την ιερά μονή Γεννήσεως της Θεοτόκου (Μονή Κατουσίου). Χτισμένη σε υψόμετρο 1.200 μέτρων τη συναντάμε πηγαίνοντας για τον οικισμό Μεταμόρφωση. Από επιγραφές του κυρίως ναού, του καθολικού και των εικόνων, πληροφορούμαι ότι το μοναστήρι χτίστηκε μάλλον το 1600. Αν και έχουν περάσει αρκετά χρόνια, το μοναστήρι είναι σε πολύ καλή κατάσταση και διασώζει ακόμη και σήμερα ένα τρίκογχο ναό, χωρίς τρούλο όμως, και τοιχογραφίες του 1663. Το περίτεχνο τέμπλο φυλάσσεται στο εκκλησιαστικό -ιστορικό -λαογραφικό μουσείο του χωριού.
Οι πολυάριθμες πηγές που βρίσκονται σκορπισμένες σε διάφορα σημεία της περιοχής αποτελούν στολίδια της Αργιθέας. Εμείς συναντήσαμε πολλές κατά την περιήγησή μας στα χωριά της. Η στιγμή για το ταξίδι της επιστροφής έφθασε. Μετά από μια πολύωρη διαδρομή βρεθήκαμε στην όμορφη πόλη της Καρδίτσας.
Τρίτη Μέρα: Καρδίτσα
Η αλήθεια είναι ότι μερικά χρόνια πριν η Καρδίτσα δεν έμοιαζε σε τίποτα με τη σημερινή πόλη. Οι κάτοικοί της ήταν ένα μείγμα καραγκούνηδων και ορεινών Αγραφιωτών. Οι πλατείες της ποτέ δεν ήταν περιποιημένες κι αυτό το Παυσίλυπο το έβλεπες και σ’ έπιανε μια θλίψη. Τότε ακόμη δεν ήταν τόσο γνωστή η λίμνη Πλαστήρα, τουλάχιστον όχι ως τουριστικός προορισμός. Όμως, είτε στη διάσημη λίμνη πήγαινε κάποιος είτε στην Αργιθέα, πάντα περνούσε μέσα από την πόλη.
Τα χρόνια πέρασαν και η Καρδίτσα μεταμορφώθηκε από «ασχημόπαπο» σε «κύκνο». Το κτήριο της δημοτικής αγοράς έχει αναδειχθεί σε ένα κομψοτέχνημα αρχιτεκτονικής. Το πάρκο του Παυσίλυπου καθαρό και πανέμορφο έχει απέναντί του, στην πλατεία, το άγαλμα του Καραϊσκάκη αγέρωχο να κοιτάει προς την πλευρά του. Παλιά υπέροχα νεοκλασικά κτήρια έχουν ανακαινιστεί δίχως να χάσουν την αρχοντιά τους, ενώ οι πεζόδρομοι ασφυκτιούν από κόσμο και παιδιά που παίζουν αμέριμνα.
Η Καρδίτσα άλλαξε, χαίρεσαι να περνάς από το κέντρο της και να ξεχνιέσαι στις βιτρίνες των καταστημάτων της, στα πολυάριθμα καφέ της και στα μπαράκια. Μια ακόμη πρόοδος-καινοτομία αυτής της πόλης και ταυτόχρονα παράδειγμα προς μίμηση και για άλλες πόλεις είναι οι ποδηλατόδρομοι. Ο Δήμος Καρδίτσας, θέλοντας να συμβάλει στην αλλαγή της νοοτροπίας των δημοτών, δημιούργησε δημοτικούς υπαίθριους χώρους στάθμευσης. Αφήνοντας τα αυτοκίνητα εκεί, παίρνουν δωρεάν ένα ποδήλατο, για να μετακινηθούν στο κέντρο για τις δουλειές τους. Εύγε!
Όσο κι αν οι ομορφιές της θεσσαλικής πόλης είναι υπεραρκετές για να με κρατήσουν εκεί, δυστυχώς πρέπει να αντισταθώ στις Σειρήνες και να πάρω τον δρόμο της επιστροφής προς την γκρίζα και πολύβουη μεγαλούπολη. Μπαίνω στο αυτοκίνητο και αποχαιρετώ την όμορφη Καρδίτσα, ακούγοντας τον Iggy Pop να τραγουδά «I am the passenger and I ride and I ride…», συνειδητοποιώντας ότι τούτο το μέρος έχει κατακτήσει την καρδιά μου.
Πού να μείνετε
Ξενώνας Χριστίνα: 24450 31802 Ανθηρό Αργιθέας
Ξενώνας «Το κατούσι»: 2445031691, Μεταμόρφωση Ανθηρού Αργιθέας
Ενοικιαζόμενα δωμάτια: 24450 31421, Βραγγιανά
Ξενώνας «Ντελιδίμι»: 24450 32094, Λεοντίτο, Δυτική Αργιθέα
Πού να φάτε
«Το μονοπώλιο»: 24450 31324 Πετρωτό Αργιθέας
«Η Μπουκοβίτσα»: 24450 31802 Ανθηρό Αργιθέας
«Παλιός Μύλος»: 24450 31118 Ανθηρό Αργιθέας