O Δίας, ο πατέρας “ανδρών τε Θεών” κατά τους αρχαίους Έλληνες, λέγεται ότι γεννήθηκε στην Κρήτη, στη σπηλιά Ιδαίον Άντρον (κατ’ άλλους στο Δικταίον Άντρον), αλλά μεγάλωσε στη Νάξο, και έτσι το ψηλότερο βουνό του νησιού πήρε το όνομά του (Ζευς ή, για τους ντόπιους, Ζας, 999 μ.). Στη Νάξο εγκατέλειψε, σύμφωνα με το μύθο, ο Θησέας την Αριάδνη, η οποία τον είχε βοηθήσει προηγουμένως στην Κρήτη να σκοτώσει το Μινώταυρο με τον όρο να την πάρει μαζί του, την οποία στη συνέχεια έλαβε σύζυγό του ο θεός Διόνυσος.

Το όνομά της η νήσος φέρεται να έλαβε από τον “Νάξο”, το θρυλικό ηγεμόνα των πρώτων αποίκων στη νήσο που ήταν Κάρες, φερόμενο ως γιο του Πολέμωνα ή κατ΄ άλλους ως γιο του Ενδυμίωνα ή τέλος γιο του Απόλλωνα και της νύμφης Ανακαλίδας. Άλλοι ιστορικοί ερευνητές και φιλόλογοι θεωρούν ότι το όνομα προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη “νάξαι”, που σημαίνει “θύσαι”, που εκλήφθηκε έτσι από τις πλούσιες θυσίες που γίνονταν στη νήσο προς τιμή των θεών. Το όνομα Νάξος διατηρήθηκε στο διάβα των αιώνων μέχρι τους μέσους χρόνους, όπου έγινε Ναξία και ακολούθως Ναξιά και στη συνέχειαΑξιά (εξ ου και το όνομα των κατοίκων). Επίσης η Νάξος φέρεται από τους μυθικούς χρόνους και με το όνομα “Δία” (από τον Όμηρο, Οδύσ λ325), καθώς και στον ομηρικό ύμνο προς τον Απόλλωνα, όπως και με τα κοσμητικά: Στρογγύλη, Μικρή Σικελία, Τραγία, Διονυσιάς, Καλλίπολις, Λιπαρά κ.λπ. από διάφορους συγγραφείς.

Ο πλούτος των περί της Νάξου μύθων αποδεικνύει τη σπουδαιότητα που είχε η Νάξος κατά την αρχαιότητα. Οι μύθοι αυτοί συνδέονται κυρίως με τη μυθολογούμενη γέννηση των τριών εγχώριων νυμφών Φιλίας, Κορωνίδας και Κλείδης, που επιμελήθηκαν την ανατροφή του Διονύσου, για τον οποίο η Νάξος ήταν η πατρίδα του. Αλλά και για το Δία αναφέρεται πως εδώ ανατράφηκε και ενηλικιώθηκε, όταν μεταφέρθηκε από την Κρήτη και ότι από εδώ εξόρμησε προκειμένου να καταλάβει τη βασιλεία των θεών. Μάλιστα στην κορυφή του όρους Ζας είναι δυνατή η ανάγνωση επιγραφής σε βράχο με παραφθαρμένα γράμματα “Όρος Διός Μηλωσίου” (= Διός προστάτου των προβάτων). Στη Νάξο επίσης λατρευόταν και ο Απόλλωνας ο Τράγιος ή Τραγαίος, υπήρχε δε και αρχαίος ναός του Δηλίου Απόλλωνα έξω από την αρχαία πόλη, καθώς και τέμενος προς τιμήν του Εφιάλτη. Από τον περίφημο αρχαίο ναό του Διονύσου κανένα ίχνος δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.

Άλλοι ναξιακοί μύθοι αναφέρονται στη σχέση του Διονύσου με την Αριάδνη, που τελικά απήγαγε στο όρος Δρίον και έλαβε σύζυγό του. Ακόμη αρχαία πηγή έξω από την πόλη της Νάξου φέρει το όνομα Αριάδνη. Στη δε ανατολική πλευρά του όρους Κόρωνος υπάρχει ένα μεγάλο σε μήκος περίεργο σπήλαιο, που ακόμη δεν έχει αξιοποιηθεί, με διπλή είσοδο, έναν μεγάλο προθάλαμο και που συνεχίζει σε μήκος, εντός του οποίου υπάρχουν ίχνη αρχαίας λατρείας, πιθανώς του ιερού της μιας των ναξίων νυμφών της Κορωνίδας, εκ της οποίας και το ομώνυμο χωριό. Σε όλη τη νήσο Νάξο σώζονται λείψανα αρχιτεκτονικά, καθώς και πολλά των ιστορικών χρόνων.

Νεολιθική εποχή
Οι αρχαιότερες ανακαλύψεις στη Νάξο ανάγονται στη νεολιθική εποχή γύρω στην 5η χιλιετία π.Χ., όπως αποδεικνύουν οι ανασκαφές στην περιοχή Γκρόττα, βόρεια πλευρά της πόλης της Νάξου, καθώς και στο σπήλαιο Ζας παρά το χωριό Φιλότι στο ομώνυμο όρος. Σύμφωνα μ΄ αυτές, ο πρωτοκυκλαδικός πολτισμός ήταν ήδη ανεπτυγμένος την περίοδο εκείνη, που φαίνεται να ξεκίνησε το 5500 π.Χ. και άνθησε το 3000 π.Χ..

Εποχή του χαλκού
Η Νάξος έπαιξε σημαντικό ρόλο στον κυκλαδικό πολιτισμό. Μεταξύ των σημαντικών αλλαγών που προέκυψαν εκείνη την εποχή ήταν η εξέλιξη της ναυσιπλοΐας (εξ ανάγκης), η κατασκευή και χρήση του χαλκού, η κεραμική και η επεξεργασία μαρμάρων. Στην περιοχή Γρότα στη χώρα της Νάξου, αλλά και σε άλλες τοποθεσίες στο νησί, έχουν βρεθεί πολλά κυκλαδικά ειδώλια, καθώς και άλλα ευρήματα της περιόδου του κυκλαδικού πολιτισμού (σκεύη, εγχάρακτες παραστάσεις), τα οποία εκτίθενται στο Αρχαιολογικό μουσείο Νάξου, στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στηνΑθήνα, καθώς επίσης και ένας μικρός αριθμός αυτών στο αρχαιολογικό μουσείο στην Απείρανθο. Το αρχαιολογικό μουσείο της Νάξου διαθετει τη δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή σε κυκλαδικά ευρήματα μετά το αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας.

Μυκηναϊκά χρόνια
Ένα μέρος της πρωτεύουσας της Νάξου στη μυκηναϊκή εποχή, 1300 π.Χ., ανακαλύφθηκε κάτω από την πλατεία, μπροστά από τον Ορθόδοξο καθεδρικό Ναό, στη Χώρα, εκεί όπου είναι σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος Γκρότα. Ακριβώς κάτω από την πλατεία έχει διαμορφωθεί επιτόπιο μουσείο. Το μουσείο έχει γυάλινο δάπεδο και με υπερυψωμένους διαδρόμους, οι επισκέπτες διέρχονται πάνω από τα αποκαλυφθέντα ερείπεια (τείχος, σπίτια και εργαστήρια) της μυκηναϊκής περιόδου (1400 – 1100 π.Χ.). Μυκηναϊκής εποχής ευρήματα (διακοσμημένα με χρώμα, αγγεία, όπλα, σκεύη κλπ.) εκτίθενται επίσης στο αρχαιολογικό μουσείο της Νάξου.

Κλασική αρχαιότητα
Κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων η Νάξος κατοικήθηκε από τους Ίωνες, που σηματοδότησαν μια ιδιαίτερα σημαντική περίοδο για το νησί, κατά την οποία ξεκινάει και φτάνει στην κορύφωσή της η κλασική περίοδος (7ος-6ος αιώνας π.Χ.), με παράλληλη άνθηση των τεχνών και ειδικά της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής. Η Πορτάρα, η μεγάλη μαρμάρινη πύλη που στέκεται ψηλά στη νησίδα Παλάτια, που σήμερα είναι ενωμένη με τη Χώρα της Νάξου, είναι ό,τι απέμεινε από το ναό του Απόλλωνα, που ξεκίνησε να χτίζεται εκείνη την περίοδο.

Το 490 π.Χ. η Νάξος καταστράφηκε από τους Πέρσες. Μετά από την τελική ήττα των Περσών από τους Έλληνες, η Νάξος εξαναγκάστηκε να γίνει μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας, αφού προηγουμένως καταστράφηκε (ό,τι είχε απομείνει από την προηγούμενη καταστροφή) και πυρπολήθηκε από τον αθηναϊκό στόλο (466 π.Χ.), ενώ ο Περικλής εγκαθίδρυσε φρουρά από 500 κληρούχους υπό τον στρατηγό Τολμίδη (453 π.Χ.) προκειμένου να την αφαιμάζει οικονομικά προς όφελος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Μετά το τέλος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ύστερα από περίπου ενάμιση αιώνα, η Νάξος υπήρξε έρμαιο των εκάστοτε θαλασοκρατούντων και ουσιαστικά δεν κατάφερε ποτέ να ανακάμψει και να ξανακερδίσει την παλιά της δόξα και σημασία.

Από την εποχή εκείνη σώζεται το ιερό της Δήμητρας κοντά στο χωριό Σαγκρί, το οποίο έχει εν μέρει αναστηλωθεί. Ο ναός θεωρείται πολύ σημαντικός για την αρχαιολογία, επειδή έχει σωθεί σε καλή κατάσταση και δίνει πολλές πληροφορίες για τον τρόπο κατασκευής και την αρχιτεκτονική των αρχαίων ναών. Κοντά της έχει ανεγερθεί μουσείο, στο οποίο εκτίθενται ευρήματα από το ναό που δε χρησιμοποιήθηκαν κατά την αναστήλωση, καθώς και τα ευρήματα από τη μετέπειτα επί του ναού ανεγερθείσα παλαιοχριστιανική βασιλική. Το μουσείο και ο αρχαιολογικός χώρος έχουν βραβευθεί με το βραβείο Europa Nostra για την ευαίσθητη ανασκαφή, την αναστήλωση και την επιτυχημένη ενσωμάτωσή τους στο φυσικό περιβάλλον. Από την αρχαιότητα οι αρχαίοι συγγραφείς επαινούσαν τα προϊόντα της Νάξου όπως τον οίνο, τα σύκα, τ΄ αμύγδαλα, τις αίγες και τα ελάφια που υπήρχαν τότε στη νήσο. Συγκεκριμένα, περί του οίνου της Νάξου ιδιαίτερους επαίνους αποδίδουν οι Αρχίλοχος και ο Αθηναίος, άλλοι επίσης συγγραφείς κάνουν λόγο για το μυθικό ποταμό (Βιβλίνου) που έρεε οίνο. Πολλά επίσης μυθικά για τη Νάξο γράφουν ο Παυσανίας και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης και κυρίως για τις σχέσεις των αρχαίων Ναξίων με τη Θράκη. Περί της πολιτείας των Ναξίων έγραψε ιδιαίτερα και ο Αριστοτέλης, ο δε Πλούταρχος στο έργο του “Γυναικών αρεταί” εξυμνεί ιδιαίτερα τις Ναξιώτισσες για τη φιλοπατρία τους και τις αρετές τους. Τέλος, ακόμη και ερωτικό μυθιστόρημα έγραψε ο Παρθένιος που αναφέρεται στη Νάξο. Η αρχαία πόλη της Νάξου βρισκόταν στη θέση της σημερινής κοντά στην οποία και υπήρχε λαμπρός ναός του Διονύσου. Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν αυτόν τα σωζόμενα ερείπια επί της νησίδας Παλάτια.

Βυζαντινά χρόνια
Η Νάξος ανήκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους στοΘέμα (Βυζάντιο) του Αιγαίου. Στη Νάξο βρίσκονται πολλές βυζαντινές εκκλησίες. Η κοιλάδα της Τραγαίας ονομάζεται και “μικρός Μυστράς” λόγω των πολλών εκκλησιών που είναι σπαρμένες παντού. Υπάρχουν εκκλησίες που χρονολογούνται από τον 7ο έως το 15ο αι. Πιο γνωστή είναι η Παναγία η Δροσιανή, η οποία διέθετε 3 στρώσεις τοιχογραφιών με την παλαιότερη να ανάγεται στον 7ο αιώνα. Κάποιες από αυτές τις εκκλησίες χτίστηκαν κατά την περίοδο της Εικονομαχίαςκαι φέρουν τοιχογραφίες με “ανεικονικό διάκοσμο”, τοιχογραφίες δηλαδή που δεν απεικονίζουν αγίους, αλλά γεωμετρικά σχήματα και φυτά. Τα τελευταία χρόνια οι διάσπαρτες αυτές εκκλησίες είναι ανοικτές τα πρωινά και μπορεί κανείς να τις επισκεφτεί.

Ενετοκρατία
Το 1207 το νησί κατελήφθη από τον Ενετό Μάρκο Σανούδο, ο οποίος ίδρυσε το Δουκάτο της Νάξου.

Η Νάξος σήμερα
Η Νάξος σήμερα διοικητικά χωρίζεται σε δύο κύριους δήμους. Τον Δήμο της πόλεως Νάξου (Χώρας) και τον Δήμο Δρυμαλίας (Χαλκείου ή Τραγαίας). Ο Δήμος Νάξου περιλαμβάνει 11 δημοτικά διαμερίσματα στα οποία και υπάγονται 30 χωριά και οικισμοί, κυρίως, γύρω από τη Χώρα Νάξου. Ο Δήμος Δρυμαλίας περιλαμβάνει επίσης 11 δημοτικά διαμερίσματα στα οποία και υπάγονται τα υπόλοιπα 38 χωριά και οικισμοί κυρίως της κεντρικής, ανατολικής, βόρειας και βορειοδυτικής Νάξου.

Ιστορία της Απείρανθου Νάξου
Η Απείρανθος είναι ένα χωριό της ορεινής ανατολικής Νάξου. Βρίσκεται 28 χιλιόμετρα ΒΑ της πρωτεύουσας του νησιού, στις ανατολικές υπώρειες του όρους Φανάρι, σε υψόμετρο μεταξύ 600 και700 μέτρων. Η Απείρανθος είναι ένα παραδοσιακό πετρόκτιστο χωριό. Όσον αναφορά την προέλευση των κατοίκων της υπάρχουν πολλές εκδοχές. Λόγω της ομοιότητας πολιτισμού, διαλέκτου κτλ. με την Κρήτη, συγκεκριμένα τα Σφακιά και τα Ανώγεια, πιθανολογείται πως μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της Απειράνθου κατάγεται από εκεί. Υπάρχει, όμως, και η εκδοχή πως κάτοικοι του χωριού κατάγονται από παράλια της Μικράς Ασίας. Αυτό το καταλαβαίνουμε ακόμα και από το γεγονός πως πολλοί Απεραθίτες ασχολούνταν με το ψάρεμα και την ναυτιλία, κάτι το οποίο δεν ισχύει για τα ορεινά χωριά της Κρήτης που αναφέρθηκαν προηγουμένως.

Στη σύγχρονη εποχή, η Απείρανθος έχει δημοτικό σχολείο και τέσσερα μουσεία: το Αρχαιολογικό Μουσείο Απειράνθου, Λαογραφικό Μουσείο, Γεωλογικό Μουσείο και Μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Ο ιερός ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στη Κοίμηση της Θεοτόκου. Με πληθυσμό 1.078 κατοίκους (βάση της απογραφής του 2001) το χωριό είναι το δεύτερο μεγαλύτερο του νησιού, ύστερα από το Φιλώτι. Συνδέεται οδικά με την παραλιακή Μουτσούνα Νάξου που αποτελεί το τέρμα του εναέριου συρματόδρομου των σμυριδορυχείων Νάξου και επίνειο του χωριού, καθώς και με τ΄ άλλα παραλιακά χωριά της ΝΑ. Νάξου. Βρίσκεται επί του ανατολικού οδικού άξονα Χώρα Νάξου – Φιλώτι – Απείρανθος -Σταυρός Κεραμωτής.

Η πρώτη ιστορική αναφορά του χωριού, μάς πάει πίσω στο 1420, όπου ο Ιταλός ταξιδευτής Cristoforo Buondelmonti το αναφέρει στο βιβλίο του «Liber insularum archipelagi» (The book of the islands of the Archipelago). Κατά τη διάρκεια της Βασιλείας του, ο Όθωνας επισκέφθηκε την Απείρανθο. Τον Ιανουάριο του 1917 η Απείρανθος υπήρξε θέατρο θλιβερών αιματηρών επεισοδίων εξ αιτίας της άρνησης των κατοίκων της να προσχωρήσουν στο κίνημα της Θεσσαλονίκης. Η Απείρανθος είναι η γενέτειρα πατρίδα του άλοτε Πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, πατέρα του, μετέπειτα επίσης πολιτικού, Αριστείδη Πρωτοπαπαδάκη, του Μανώλη Γλέζου, του καθηγητή Βασίλη Σφυρόερα και του αδελφού του, λογοτέχνη, Νίκου Σφυρόερα κ.ά.

Η ονομασία Απείρανθος θεωρείται νεότερη ονομασία του χωριού όπου κατ΄ άλλους προέρχεται εκ της Περίνθου της Κωνσταντινούπολης, από την οποία και κατάγονταν αποδεδειγμένα οικιστές του χωριού που κατέφυγαν εδώ προκειμένου ν΄ αποφύγουν τις διώξεις των Τούρκων, κατ΄ άλλους από το όνομα Απέρανθος που έφερε κάποιος Φράγκος στη καταγωγή και που είχε τη περιοχή αυτή ως φέουδο κατά τον Μεσαίωνα. Παλαιότερα το χωριό Απείρανθος μαζί με το χωριό Δανακός και τη παραλιακή Μουτσούνα Νάξου αποτελούσε ιδιαίτερο δήμο Νάξου με το όνομα Δήμος Απειρανθίας. Στις αρχές του 20ου αιώνα, η Απείρανθος αριθμούσε περίπου 5.000 κατοίκους και το 1955 2.438. Είχε δημοτικό σχολείο, τηλεγραφείο και σταθμό χωροφυλακής.

(πηγές:www.wikipedia.com, www.morguefile.com)