Του Βασίλη Τατσιόπουλου

Πληροφορίες‌

Τίτλος:‌ Watch Dogs: Legion
Διαθέσιμο‌ ‌σε:‌ PC, PlayStation 4, Xbox One, Xbox Series X/S, PlayStation 5
Δοκιμάστηκε‌ ‌σε:‌ Xbox One
Εταιρεία‌ ‌Ανάπτυξης:‌ Ubisoft Toronto
Εκδότρια‌ ‌Εταιρεία:‌ Ubisoft
Είδος:‌ Action-adventure
Ηλικίες:‌ ‌‌18+‌ ‌
Ημ/νία‌ ‌Κυκλοφορίας:‌ 29 Οκτωβρίου 2020 (PC, PS4, Xbox One) / 10 Νοεμβρίου 2020 (Xbox Series X/S) / 12 Νοεμβρίου (PS5)

 

 

Το Watch Dogs εξελίσσεται σε ένα από τα πιο ιδιαίτερα mainstream franchises που έχουν κυκλοφορήσει από εταιρεία που «ειδικεύεται» σε ΑΑΑ τίτλους, και η νέα προσθήκη της σειράς βοηθάει πολύ σε αυτό. Ο πρώτος τίτλος είχε στηθεί πάνω σε κάποιες ενδιαφέρουσες ιδέες, ωστόσο δεν πήγε αρκετά μακριά την έμπνευσή του και προτίμησε να κινηθεί με ασφάλεια, χωρίς να ρισκάρει ιδιαίτερα. Το Watch Dogs 2 ανέβασε πολύ την ποιότητα, με αρκετές νέες προσθήκες και μία ευπρόσδεκτη στροφή στο ύφος που έγινε πιο ανάλαφρο και αστείο.

Στο τρίτο παιχνίδι της σειράς, Watch Dogs: Legion, η Ubisoft δεν επαναπαύεται και δοκιμάζει νέα, αχαρτογράφητα gaming νερά, με καινούργια συστήματα για τη σειρά, αλλά και για τη βιομηχανία γενικότερα, κατά κάποιον τρόπο.

Ο λόγος για ένα από τα βασικά selling points του Watch Dogs: Legion, που είναι ο μηχανισμός που μας επιτρέπει να παίξουμε με οποιονδήποτε χαρακτήρα υπάρχει στον κόσμο του παιχνιδιού. Το φιλόδοξο σύστημα αυτό, από την πρώτη στιγμή που παρουσιάστηκε, έκανε ιδιαίτερη αίσθηση και δημιούργησε ερωτήματα σχετικά με το πώς θα διαχειριστεί η εταιρεία την αφήγηση χωρίς κεντρικό πρωταγωνιστή.

Ευτυχώς, η Ubisoft έκανε μερικές εύστοχες επιλογές και κατάφερε να δώσει μία ολοκληρωμένη ιστορία με ενδιαφέρον και κάποιες αξιομνημόνευτες στιγμές, παρά την ιδιόμορφη προσέγγιση. Φυσικά, το σενάριο περιλαμβάνει χάκερς, συνωμοσίες, μεγάλες εταιρείες με κρυφούς ρόλους, και όλα αυτά σε ένα Λονδίνο μετά το Brexit, που έχει πλέον ασαφή όρια σχετικά με τις ελευθερίες των πολιτών του και τη δύναμη της εξουσίας. Κεντρικός χαρακτήρας μπορεί να μην υπάρχει, ως πρόσωπο, αλλά έχουμε ξεκάθαρο πρωταγωνιστή, που είναι η οργάνωση DeadSec, η αντίσταση στις απολυταρχικές πρακτικές της άρχουσας τάξης της Βρετανίας. Η πλοκή διαχέεται από έντονη κυβερνοπάνκ αίσθηση, με νέον να κοσμεί κάθε γωνιά της πόλης, στρατιώτες να συμπεριφέρονται αυθαίρετα απέναντι σε πολίτες στη μέση του δρόμου και drones να πετούν πάνω από τα ομιχλώδη σοκάκια του Λονδίνου, κάτω από τον βροχερό ουρανό.

Η έλλειψη κεντρικού προσώπου στον πρωταγωνιστικό ρόλο δημιουργεί αναπόφευκτα μερικά προβλήματα στη ροή της αφήγησης, καθώς αναμένεται να ξενίσει ένα μέρος του κοινού με την απουσία εστίασης της πλοκής σε κάποιο άτομο που θα σηκώσει στις πλάτες του την ιστορία. Έτσι, έχουμε ένα σενάριο που ασχολείται κυρίως με τη μάχη της αντίστασης με την εξουσία και αντιμετωπίζει την οργάνωση DeadSec ως πρωταγωνιστή, στο σύνολό της, σαν ένα hive mind, ένα μεγάλο σώμα που αποτελείται από μικρότερα μέλη, που είναι οι χαρακτήρες που στρατολογούμε και χειριζόμαστε.

Μπορεί, τελικά, να μην έχουμε σενάριο που καθηλώνει ή που θα μνημονεύεται για χρόνια, είναι ωστόσο μία αξιοπρεπής δουλειά, με μερικά πιο δυνατά σημεία εδώ κι εκεί, που συνήθως θυμίζουν τη σειρά Black Mirror αρκετά. Το χιούμορ παραμένει και μάλιστα τώρα έχει βρετανικό «άρωμα», ωστόσο υπάρχουν και πιο σκοτεινές πτυχές. Σε γενικές γραμμές, η ιστορία δεν κλέβει την παράσταση, όμως είναι ικανοποιητική και δίνει αρκετούς λόγους στον παίκτη για να ασχοληθεί και να θέλει να δει τι θα γίνει παρακάτω, αφού περιλαμβάνει μερικούς πετυχημένους villains και το setting είναι εξαιρετικό σε κάθε του πτυχή.

Οι χαρακτήρες που χειριζόμαστε δεν είναι εντελώς αδιάφοροι, παραδόξως. Η Ubisoft έχει ρίξει πολλή δουλειά και προσπάθεια για να πετύχει το φιλόδοξο πρότζεκτ της, και αυτό είναι εμφανές παντού και συνεχώς. Ξεκινώντας το παιχνίδι, έχουμε έναν χαρακτήρα που μπαίνει στην οργάνωση DeadSec και στη συνέχεια μας δίνεται η δυνατότητα να στρατολογήσουμε κι άλλους για να δημιουργήσουμε την ομάδα μας και να καταφέρουμε πλήγματα στους εχθρούς. Η στρατολόγηση γίνεται με τρόπο που σε μερικά σημεία του είναι εντυπωσιακός ενώ σε κάποια πέφτει θύμα περιορισμών, εξαιτίας της τεράστιας φιλοδοξίας που φέρνει και αντίστοιχα μεγάλες απαιτήσεις.

Μπορούμε να πλησιάσουμε οποιονδήποτε άνθρωπο κυκλοφορεί στην πόλη και να τον προσεγγίσουμε για να έρθει στην οργάνωση. Οι διάλογοι είναι κάπως παράξενοι, καθώς η ένταξη των μελών δείχνει να γίνεται πολύ απότομα. Η στρατολόγηση πάει κάπως έτσι:

-Γεια, τι κάνεις;

-Ωχ, είσαι από την DeadSec;

-Ναι, θα σε ενδιέφερε να έρθεις μαζί μας στον αγώνα μας;

-Όχι, δεν ενδιαφέρομαι, φαίνεται πολύ επικίνδυνο και φοβάμαι.

-Είσαι σίγουρος;

-Τώρα που το ξανασκέφτομαι… Εντάξει! Δέχομαι! Θα κατατροπώσουμε την εξουσία!!

Γενικά, οι διάλογοι, εκτός από εκείνους που λαμβάνουν χώρα σε cutscenes μεταξύ βασικών χαρακτήρων που δεν είναι playable, είναι επίσης κάπως άνευροι, αφού οι writers έπρεπε προφανώς να βρουν μια λύση ώστε να μπορεί να υπάρχει συνομιλία που να βγάζει νόημα, ανεξάρτητα από την επιλογή του χαρακτήρα με τον οποίον παίζουμε. Συνεπώς, μερικές φορές οι απαντήσεις που δίνουν οι χαρακτήρες είναι κάπως γενικού τύπου, σαν να μην συμμετέχουν πολύ ενεργά στον διάλογο, βγάζοντας πολλά επιφωνήματα και λέγοντας γενικολογίες.

Ωστόσο, όλα αυτά δεν φτάνουν ποτέ σε υπερβολικό επίπεδο και, κόντρα σε κάθε προσδοκία, η Ubisoft καταφέρνει να διατηρήσει την ψευδαίσθηση για δεκάδες ώρες, χωρίς δηλαδή να ακούμε ίδιες ατάκες ή ίδιες φωνές που βγαίνουν από ίδιες φάτσες. Οι χαρακτήρες που κυκλοφορούν στην πόλη έχουν δικά τους χαρακτηριστικά, μερικά εκ των οποίων επηρεάζουν το gameplay ενώ άλλα είναι απλώς διακοσμητικά για να δώσουν την εντύπωση ζωντανών ανθρώπων. Για παράδειγμα, αν ακολουθήσουμε τους πολίτες, θα δούμε ότι δεν περιφέρονται γύρω από ένα τετράγωνο τυχαία, αλλά έχουν καθημερινότητα, σχέσεις με άλλους ανθρώπους, συγγενείς, δουλειά και χόμπι, ενώ ασχολούνται με κάθε δραστηριότητα σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας.

Κάθε χαρακτήρας σχετίζεται με άλλους, είτε είναι αδέρφια, είτε συνάδελφοι ή, για παράδειγμα, μπορεί ένας να είναι ο δικηγόρος ή ο γιατρός του άλλου. Έτσι, προκύπτει ένα τεράστιο πλέγμα σχέσεων και οι χαρακτήρες συνδέονται μεταξύ τους με περίπλοκους τρόπους, που ενισχύουν την αίσθηση του ζωντανού κόσμου, αλλά και δημιουργούν συγκεκριμένες καταστάσεις ενίοτε. Μπορεί να χτυπήσετε έναν περαστικό, για να διαπιστώσετε αργότερα πως ο φρουρός που αντιμετωπίζετε σε μια αποστολή ώρες μετά το περιστατικό είναι ο πατέρας του και μισεί την οργάνωσή σας από τότε. Ίσως τσακωθείτε με έναν άλλο κατά λάθος, επειδή πέσατε πάνω του τρέχοντας και σας ζήτησε τον λόγο, για να μάθετε πως ήταν πληροφοριοδότης ενός αστυνομικού. Ένας οργισμένος τύπος, του οποίου τον αδερφό πυροβολήσατε σε αποστολή της οργάνωσης, μπορεί να βρει έναν συνεργό σας, να τον απαγάγει, και να πρέπει να πάτε να τον ελευθερώσετε.

Ένας τυχαίος άνθρωπος συναντιέται κάθε μέρα στις 18:00 με τη γυναίκα του και πάνε για ψώνια. Αν η γυναίκα του πεθάνει (ή αν τη σκοτώσετε εσείς), το πρόγραμμα του συζύγου της μεταβάλλεται και, αντί για τη βόλτα στα μαγαζιά, πάει στο νεκροταφείο να θρηνήσει…

Μια φορά ελευθέρωσα έναν κρατούμενο ενώ πήγαινα να τελειώσω μία αποστολή, και πολύ αργότερα έμαθα πως ένας φρουρός που συνάντησα σε άλλη κατηγορήθηκε για την απελευθέρωση αυτή και μισεί την DeadSec. Αν κάποιος σιχαίνεται την οργάνωση, δεν μπορεί να μπει στην οργάνωσή μας (κανονικά είναι δυνατό ακόμα και για μέλη εχθρικών οργανώσεων) ενώ αν κάποιος μας συμπαθεί, είτε επειδή μας είδε να σώζουμε έναν περαστικό που έπεσε θύμα αστυνομικής βίας είτε επειδή τον βοηθήσαμε άθελά μας σε ένα πρόβλημά του, έρχεται πιο εύκολα με το μέρος μας.

Προκύπτουν διάφορες ενδιαφέρουσες καταστάσεις εξαιτίας του συστήματος αυτού, ενώ αν ασχοληθούμε εσκεμμένα θα δούμε και πολλές εντυπωσιακές λεπτομέρειες που πράγματι ζωντανεύουν την πόλη. Ας πούμε, όταν τρέχουμε για να ξεφύγουμε από εχθρούς με αμάξι και χτυπάμε περαστικούς, εκείνοι πάνε σε νοσοκομεία για νοσηλεία και δεν «εξαφανίζονται». Επίσης, το μίνι βιογραφικό που δίνεται για κάθε χαρακτήρα καταφέρνει να εξηγήσει επαρκώς τις ιδιότητές του. Μία γυναίκα που μεγάλωσε στον δρόμο, με συμμορίες, καβγάδες και ληστείες, ίσως έχει την ιδιότητα να αντέχει περισσότερο ξύλο. Ένας δικηγόρος έχει την ικανότητα να βγάζει πιο γρήγορα ένα μέλος της ομάδας μας από τη φυλακή, αν αυτό συλληφθεί. Ένας οικοδόμος μπορεί να μπαίνει σε εργοτάξια χωρίς να κινήσει υποψίες, ενώ το ίδιο συμβαίνει με έναν γιατρό που δύναται να κυκλοφορεί σε διαδρόμους νοσοκομείων.

Αν στρατολογήσουμε μέλη εχθρικών οργανώσεων, μάλιστα, μπορούμε, αν επιλέξουμε να έχουμε τον έλεγχό τους, να μπούμε σε απαγορευμένες για το κοινό περιοχές στις οποίες συνήθως προκύπτουν αποστολές, κεντρικές ή παράπλευρες. Επίσης, οι χαρακτήρες έχουν και πιο άμεσες ιδιότητες, όπως ας πούμε ειδικά, ξεχωριστά όπλα που μπορεί να είναι ένας κάβουρας, ένα πολυβόλο που εκτοξεύει μπογιές, ή πολλά ακόμα, πάντα σχετικά με τον εν λόγω χαρακτήρα, τη ζωή ή το επάγγελμά του. Εκτός από όπλα, οι άνθρωποι έχουν και άλλες ξεχωριστές ικανότητες, όπως τη δυνατότητα για γρηγορότερο χακάρισμα, την αυξημένη ή μειωμένη αντοχή, μερικές χορευτικές κινήσεις, καλύτερο stealth, και γενικά, το στήσιμο επιβραβεύει τους πειραματισμούς και τη στρατολόγηση πολλών ανθρώπων ώστε να έχουμε διάφορες επιλογές σε κάθε περίπτωση για να μεταβάλλουμε την προσέγγισή μας αναλόγως. Είναι ένα πολύ βαθύ σύστημα, που βασίζεται στον πυρήνα του στο Nemesis του Mordor, όμως το ενισχύει και το περιπλέκει περισσότερο.

Οι μηχανισμοί, οι συνδέσεις, και το γενικότερο πλέγμα εντυπωσιάζουν πραγματικά με το εύρος τους και το πώς καταφέρνουν να κρύψουν τα παιχνιδίστικα χαρακτηριστικά ώστε να αυξάνουν το immersion και να μας κάνουν να νιώθουμε πως η πόλη κατοικείται πραγματικά, από ζωντανούς ανθρώπους με επιθυμίες, ικανότητες και προσωπικές ζωές. Αφηγηματικά, το Legion δεν καταφέρνει να κάνει πολλά με αυτές τις βάσεις που στήνει και έχει μία σχετικά αδιάφορη κεντρική ιστορία, όμως μπορούμε να θεωρήσουμε ως σενάριο κάθε του πτυχή, αφού χτίζει την πλοκή γύρω από το setting και τον κεντρικό μας «χαρακτήρα», που είναι η οργάνωση. Επίσης, προφανώς, προκύπτουν πολλές δυναμικές ιστορίες με βάση τις σχέσεις των χαρακτήρων και τη συμπεριφορά μας απέναντί τους, ηθελημένα ή όχι.

Φυσικά, προκύπτουν και ελλείψεις εξαιτίας των επιλογών της Ubisoft στην προσέγγιση, όμως το ότι πήρε τέτοια ρίσκα και έδωσε κάτι φρέσκο για το franchise, αλλά και γενικότερα, είναι κάτι πολύ θετικό και ζητούμενο για να εξαλειφθεί ο κορεσμός του mainstream τμήματος της βιομηχανίας. Μπράβο στη Ubisoft που το τόλμησε και μπράβο της που κατάφερε να μεταφράσει το όραμά της σε λειτουργικούς, διασκεδαστικούς μηχανισμούς με αρκετό ενδιαφέρον και προοπτικές για το μέλλον. Πολλοί θα προτιμήσουν μία πιο παραδοσιακού τύπου ιστορία με έναν χαρακτήρα στο κέντρο, και πράγματι είναι μία προσέγγιση που είναι ευκολότερη αφηγηματικά, για τους writers αλλά και για τον παίκτη. Παρόλα αυτά, αν θέλετε τα παιχνίδια μας να παίρνουν ρίσκα και οι τολμηρές ιδέες να μην περιορίζονται στην indie σκηνή, σίγουρα θα συμφωνήσετε μαζί μου όταν λέω ότι οι κινήσεις της Ubisoft αξίζουν έπαινο.

Οι βασικές και οι παράπλευρες αποστολές είναι πιο κλασικές και συνηθισμένες, ωστόσο δεν απογοητεύουν γιατί η δομή πάει πλέον εντελώς σε sandbox λημέρια και έτσι μας δίνονται πάρα πολλές δυνατότητες σχετικά με το πώς θα προσεγγίσουμε κάθε αποστολή. Μπορούμε να μπούμε πυροβολώντας ό,τι κινείται, να κινηθούμε με παραδοσιακό stealth σκοτώνοντας (ή απλώς ακινητοποιώντας) τους εχθρούς στα κρυφά, αλλά και να εκμεταλλευτούμε τις πιο ιδιαίτερες μεθόδους του Watch Dogs, χακάροντας από μακριά το πεδίο της μάχης.

Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, έχουμε τη δυνατότητα να ολοκληρώσουμε αποστολές χωρίς να πλησιάσουμε καν στο σημείο, «πηδώντας» από κάμερα σε κάμερα μέσω απομακρυσμένης σύνδεσης από το κινητό μας και χακάροντας από μακριά τους στόχους μας. Αλλού, μπορεί να εισέλθουμε σε ένα εργαστήριο ελέγχοντας ένα μικρό ρομπότ-αράχνη, και να φτάσουμε στον κεντρικό υπολογιστή για να κλέψουμε δεδομένα, να λύσουμε έναν από τους πολλούς και πετυχημένους -αν και αρκετά ίδιους μεταξύ τους- γρίφους, ενώ ο χαρακτήρας μας βρίσκεται σε μια ταράτσα εκτός του κτηρίου. Η αίσθηση που δίνεται όταν καταφέρνουμε να τελειώσουμε τις αποστολές με τέτοιους τρόπους είναι ιδανική και απόλυτα ταιριαστή στο ύφος και το setting.

Επίσης, το sandbox στοιχείο ανοίγει ορίζοντες για πειραματισμούς και για να «παίξουμε» με τον περίγυρό μας και τους εχθρούς. Για παράδειγμα, μπορούμε να χειριζόμαστε drones και να στρέφουμε την προσοχή των εχθρών όπου θέλουμε για να περνάμε μετά απαρατήρητοι, ή να καθόμαστε κάπου κρυμμένοι και να χειριζόμαστε απομακρυσμένα αμάξια για να τα ρίχνουμε πάνω στους φρουρούς χωρίς να εμφανιζόμαστε καν. Το Watch Dogs: Legion έχει πάρει μαθήματα από τα καλύτερα παιχνίδια του είδους, κυρίως από το Hitman, και καταφέρνει με επιτυχία να συνδυάσει διάφορα χαρακτηριστικά ενός sandbox περιβάλλοντος με τα high tech στοιχεία του και το δυστοπικό setting. Τα εργαλεία που μας δίνονται για να ξεκλειδώσουμε πάντως, αν και διασκεδαστικά, είναι λίγα και περιορισμένα όσον αφορά στα είδη τους. Ευτυχώς, τα περιβάλλοντα δίνουν περισσότερες ευκαιρίες και έτσι συνολικά μένουμε ευχαριστημένοι.

Η ΑΙ των ανθρώπων που συναντάμε, είτε είναι εχθροί είτε περαστικοί ή οτιδήποτε, θα μπορούσε να είναι πιο ανεπτυγμένη, καθώς αρκετές φορές σπάει την ψευδαίσθηση του ζωντανού κόσμου, όμως έτσι έρχεται να δέσει με το sandbox playground χαρακτηριστικό. Η ευελιξία που προκύπτει, πάντως, είναι πολύ ευχάριστη και ένα από τα σημαντικά selling points του τίτλου, μετά το έξοχο setting και το “play as anyone” σύστημα.

Μπορείτε να παίξετε με όποιον θέλετε, όπως εσείς θέλετε. Κάτι που θα ανέβαζε περισσότερο την εμπειρία θα ήταν η απουσία loading όταν αλλάζουμε χαρακτήρες, αλλά δεν φαίνεται πως είμαστε ακόμη σε αυτό το σημείο…

Ένα χαρακτηριστικό που έχει ενδιαφέρον είναι το permadeath mode, το οποίο αν ενεργοποιήσουμε χάνουμε οριστικά όποιον χαρακτήρα πέσει στη μάχη. Αν έχετε το «στομάχι», μπορείτε να το δοκιμάσετε και αν δεν σας αρέσει να το απενεργοποιήσετε εν μέσω του παιχνιδιού, όχι όμως να το ενεργοποιήσετε αν έχετε αποφασίσει να παίξετε χωρίς αυτό. Η δυσκολία, πάντως, δεν είναι ιδιαίτερα αυξημένη, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν θα χάσετε μερικές φορές σε συγκεκριμένα σημεία ή όταν δοκιμάζετε νέες προσεγγίσεις. Η διάρκεια είναι απόλυτα χορταστική, με ένα εκτενές main story που είναι μεγάλο χωρίς να προλαβαίνει όμως να γίνεται κουραστικό, και πολλές παράπλευρες αποστολές, εκτός από την ενασχόληση με τη στρατολόγηση και τα διάφορα συστήματα του Legion που μπορεί να σας απασχολήσει για πολλές ώρες. Συνολικά, με μέτρια ενασχόληση σε κάθε τομέα, άνετα φτάνουμε τις 40 ώρες…

Οι αποστολές στρατολόγησης κινούνται σε λημέρια side quest, με στόχους που φαίνονται τυχαία στημένοι μέσω της αξιοποίησης παραμέτρων που σχετίζονται με τους χαρακτήρες. Δεν είναι, δηλαδή, αποστολές που συναρπάζουν, όμως δένουν στο όλο σύστημα ικανοποιητικά. Αν δεν επιθυμείτε, το Watch Dogs: Legion δεν σας αναγκάζει να ασχοληθείτε σε βάθος με τους μηχανισμούς του και μπορείτε να το παίξετε πιο συμβατικά, όμως εσείς θα χάσετε. Εγώ σας συμβουλεύω να κάτσετε να παίξετε με κάθε μηχανισμό, να προσπαθήσετε να τους φτάσετε στα άκρα, να δοκιμάσετε ό,τι σας περάσει από το μυαλό, για να πάρετε ό,τι έχει να δώσει ο τίτλος.

Στα πιο συμβατικά του χαρακτηριστικά, το Watch Dogs: Legion δεν διαπρέπει, αλλά είναι επαρκές. Για παράδειγμα, η οδήγηση δεν είναι και η καλύτερη που έχουμε δει, με απότομες κινήσεις, μέτριο έλεγχο των οχημάτων και όχι αρκετές διαφοροποιήσεις. Το πιστολίδι (και το ξύλο), επίσης, εκτός του ότι είναι πολύ κλασικό, δεν έχει πολλά να προσφέρει με τους μηχανισμούς του και πλήττεται και από ένα κάπως «βαρύ» σύστημα χειρισμού που επίσης έχει παράξενα button prompts που δεν βολεύουν πάντα και δεν απομνημονεύονται γρήγορα. Τα animations, σε συνδυασμό με το στιλ χειρισμού, δίνουν μία κάπως «πρόχειρη» αίσθηση, που θυμίζει σε σημεία παλιότερα παιχνίδια.

Επίσης, τα γραφικά δεν είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά (τουλάχιστον στην παρούσα γενιά) και φαίνεται πως οι πόροι έπεσαν κυρίως στο στήσιμο του περίπλοκου συστήματος αλληλεπίδρασης με τους ανθρώπους και τις σχέσεις τους. Έτσι, οπτικά το Watch Dogs: Legion δεν κερδίζει τις εντυπώσεις στο σύνολό του. Το χειρότερο σημείο, που τρώει γερό χτύπημα από την επιλογή της Ubisoft να μην έχει κεντρικό πρωταγωνιστή, είναι τα animations των χαρακτήρων που στρατολογούμε, αλλά και τα μοντέλα τους, που δεν είναι αρκετά υψηλής ποιότητας· φαίνεται ιδιαίτερα έντονα σε σύγκριση με άλλους χαρακτήρες που δεν μπορούμε να χειριστούμε. Το περιβάλλον τουλάχιστον είναι σε πολύ καλύτερη μοίρα, με αρκετές λεπτομέρειες, καλής ποιότητας φωτισμό και αντανακλάσεις, πολύ πετυχημένο σχεδιασμό φουτουριστικό τύπου αλλά με έντονα τα στοιχεία της πραγματικής πόλης. Οι σκιές, δυστυχώς, δεν είναι εφάμιλλης ποιότητας με τον φωτισμό και, ιδίως σε συγκεκριμένα σημεία, φαίνονται πραγματικά ενοχλητικές, τετραγωνισμένες σχεδόν. Οι επιδόσεις είναι ικανοποιητικές, αν εξαιρέσουμε το tearing που εμφανίζεται εδώ κι εκεί, και ειδικά όταν οδηγούμε.

Συμπέρασμα

Αν περιμένετε ένα κινηματογραφικού τύπου παιχνίδι με κλασική δομή, ίσως το Watch Dogs: Legion να σας απογοητεύσει. Ωστόσο, αν ξέρετε περί τίνος πρόκειται και δώσετε βάρος εκεί που θέλει ο τίτλος, θα δείτε πως η Ubisoft έκανε πολλές τολμηρές κινήσεις και σκέφτηκε σε βάθος πώς να διαμορφώσει τα διάφορα συστήματα για να ικανοποιήσει το κοινό. Το αποτέλεσμα είναι ένα action-adventure ανοιχτού κόσμου με πολλά κλασικά στοιχεία του είδους και της εταιρείας, αλλά και αρκετά νέα, γεμάτα φρεσκάδα και προοπτικές. Η σειρά Watch Dogs μπορεί να περηφανεύεται πως είναι μία από τις πιο ευρηματικές και καινοτόμες του είδους της, και η νέα προθήκη δεν απογοητεύει καθόλου. Με ένα από τα καλύτερα settings που έχουμε δει πρόσφατα, τεράστια ευελιξία κινήσεων και ένα περίπλοκο, χορταστικό σύστημα αλληλεπίδρασης με τους κατοίκους της πόλης, το Watch Dogs: Legion καταφέρνει να εντυπωσιάσει σε πολλά σημεία του, κι ας αφήνει ελαφρώς πίσω το σενάριο, την κλασική, συνηθισμένη αφηγηματική προσέγγιση έστω.

 

Βαθμολογία:   8/10

Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την εκδότρια εταιρεία για τις ανάγκες του review.