Πληροφορίες
Τίτλος: The Witcher 3: Wild Hunt – Complete Edition
Πλατφόρμες: PlayStation 4 / Xbox One / PC / Nintendo Switch
Δοκιμάστηκε σε: Nintendo Switch
Εταιρεία Ανάπτυξης: CD PROJEKT Red
Εκδότρια Εταιρεία: CD PROJEKT Red
Είδος: Role-Playing
Ηλικίες: 18+
Κυκλοφορία: 15 Οκτωβρίου 2019
Παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει πάνω από τέσσερα χρόνια από την κυκλοφορία της επικής περιπέτειας του Geralt, η μνήμη μας είναι γεμάτη από διάφορες σκηνές και καταστάσεις αυτού του τεράστιου, τόσο σε μέγεθος όσο και από άποψη ποιότητας, παιχνιδιού. Το The Witcher 3: Wild Hunt χαρακτηρίζεται δικαιότατα ως το πρότυπο του open world action-RPG τίτλου, ενός είδους που λίγοι developers καταφέρνουν να κατακτήσουν. Ο βαθύς και λεπτομερέστατος σχεδιασμός του κόσμου του σε συνδυασμό με το εξαιρετικό story-telling και τα σωστά δοσμένα RPG στοιχεία (επιλογές με αντίκτυπο, levelling, αναβαθμίσεις, εξερεύνηση) το κατατάσσουν σε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια όλων των εποχών και για πολλούς, το καλύτερο παιχνίδι της τρέχουσας γενιάς.
Τα πράγματα βέβαια δεν ήταν πάντα ρόδινα και ειδικά κατά την κυκλοφορία του, ο τίτλος πέρα από το εμφανές downgrade στα γραφικά του, έπασχε από μεγάλα προβλήματα που αφορούσαν τόσο στις επιδόσεις του (ειδικά στις κονσόλες), αλλά και τα πολλά σε αριθμό bugs. Αυτά έχουν πλέον διορθωθεί χάρη στο εξαιρετικό support της CD Projekt που υποστηρίζει το παιχνίδι ακόμη και χρόνια μετά την κυκλοφορία του. Ένα παιχνίδι που δημιουργήθηκε με μεράκι και την συνάντησε όχι μόνο την αγάπη των fans, αλλά και την εμπορική επιτυχία.
.
Το The Witcher 3 είναι με διαφορά το μεγαλύτερο και πιο φιλόδοξο παιχνίδι της σειράς και αντικειμενικά το πιο επιτυχημένο. Η τρίτου προσώπου, σχεδόν “μεσαιωνική” περιπέτεια του Witcher είναι βασισμένη σε ένα τεράστιο και τρομερό lore και αποδόθηκε άψογα στις οθόνες μας. Από τον σχεδιασμό των τεράτων, τα πολύπλευρα side quests, τις πανέμορφες τοποθεσίες αλλά και τους αξιομνημόνευτους χαρακτήρες, όλα δένουν άψογα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αυτό το ψηφιακό αριστούργημα. Ναι, κάποια πράγματα, όπως το σύστημα μάχης και τα μενού έχρηζαν βελτίωσης, αλλά “απορροφήθηκαν” από την τελειότητα των υπολοίπων στοιχείων. Όταν ένα παιχνίδι καταφέρνει να σε κρατάει άγρυπνο τα βράδια και συνολικά για περισσότερες από 200 ώρες, χωρίς να το βαρεθείς, τότε ξέρεις ότι κάτι έχει πάει πολύ καλά. Αν προσθέσουμε σε αυτό και τα δύο καταπληκτικά expansions της Complete Edition, τότε μιλάμε για έναν τίτλο, τον οποίο απλά δεν πρέπει να υπάρχει gamer που δεν έχει δοκιμάσει.
Έτσι, με την πάροδο των χρόνων και με βάση την οικονομική πλέον άνεση της εκδότριας εταιρίας, έπεσε στο τραπέζι η ιδέα της μεταφοράς του The Witcher 3 σε μια κονσόλα που κανείς μάλλον δεν φανταζόταν, το άκρως επιτυχημένο, αλλά αδύναμο από άποψη hardware, Nintendo Switch. Δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε μεταφορά ενός απαιτητικού AAA τίτλου στην συγκεκριμένη κονσόλα και συγκεκριμένα είδαμε τα Wolfenstein 2, Doom και άλλα να λειτουργούν αρκετά καλά, αλλά με σημαντικούς οπτικούς περιορισμούς. Πώς λειτουργεί όμως ένα τελείως ανοιχτού κόσμου παιχνίδι σε μια κονσόλα που είναι εν μέρει φορητή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται;
Η αίσθηση μας είναι πως η πολωνική CD Projekt Red σε συνεργασία με την αμερικάνικη Saber Interactive που έχει αναλάβει την μεταφορά του τίτλου στο Switch, έκαναν ό,τι περνούσε από τα χέρια τους για αυτή την κυκλοφορία. Άποψη μας είναι πως η μεγαλύτερη έμφαση δόθηκε στις επιδόσεις της συγκεκριμένης έκδοσης και έπειτα στα υπόλοιπα τεχνικά μέρη. Το πρώτο πράγμα που παρατηρεί κάποιος που έχει ήδη ασχοληθεί με το παιχνίδι είναι η εμφανής πτώση τόσο της ανάλυσης του παιχνιδιού, αλλά και η αρκετά χαμηλότερη ποιότητα της εικόνας, κάτι που ήταν φυσικά αναμενόμενο, απλά όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι μια γενική και έντονη “θολούρα” στην εικόνα, που είναι ιδιαίτερα εμφανής όταν ο χαρακτήρας βρίσκεται έξω στον ανοιχτό κόσμο. Είναι μια άσχημη πρώτη εντύπωση, ειδικά για όσους έχουν παίξει το παιχνίδι σε άλλη κονσόλα ή PC. Παρόλα αυτά είναι κάτι που με τον χρόνο συνηθίζεται κάπως και δεν χτυπάει τόσο άσχημα για όσους δεν έχουν παίξει καθόλου το game. Συνεχίζοντας με τα αρνητικά του συγκεκριμένου port έχουμε να αναφέρουμε το έντονο texture pop-in σε απαιτικές περιοχές και κυρίως στην μεγάλη πόλη του Novigrad. Η ανάλυση του παιχνιδιού στοχεύει στα 720p σε docked mode και 540p φορητά ενώ ο στόχος του framerate είναι ίδιος με αυτά των PS4 και Xbox One (30 καρέ το δευτερόλεπτο).
H δουλειά των ανθρώπων πίσω από αυτή την ιδιαίτερα φιλόδοξη κυκλοφορία είναι εμφανής σε άλλους τομείς όμως. Στα cutscenes και στους διαλόγους φαίνεται πως η δυναμική ανάλυση του τίτλου μένει σε υψηλές τιμές και η διαφορά με τις άλλες πλατφόρμες μειώνεται σημαντικά, δίνοντας ένα αρκετά αξιοπρεπές αποτέλεσμα παρά το μικρό stuttering (στιγμιαία παγώματα της εικόνας). Εντυπωσιακό είναι επίσης το γεγονός πως ο στόχος των 30 καρέ το δευτερόλεπτο επιτυγχάνεται στο μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού με τον τίτλο να “τρέχει” πολύ καλύτερα από ότι οι εκδόσεις για PS4 και Xbox One τις πρώτες μέρες της κυκλοφορίας τους. Οι χρόνοι φόρτωσης είναι η “αχίλλειος πτέρνα” του σε όλες τις εκδόσεις (πολλές φορές ξεπερνούν το ενάμισι λεπτό), κατι που ισχύει φυσικά και στο Nintendo Switch με μερικά έξτρα δευτερόλεπτα ακόμα για την κάθε φόρτωση. Συμπίεση έχει γίνει σε πολλά από τα αρχεία του τίτλου, τόσο σε αυτά των γραφικών, όσο και του ήχου (χωρίς να χαλάει πολύ η ποιότητα του) και το μέγεθος του παιχνιδιού αγγιζει τα 32 GB για όσους το αγοράσουν ψηφιακά, κάτι που δεν το προτείνουμε, μιας και η φυσική του μορφή έρχεται με 32άρι cartridge που χωράει ολόκληρο το παιχνίδι μαζί με τα δύο expansions του μέσα.
Δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές, τόσο οπτικά, όσο και στο framerate από handheld σε docked gameplay, πέραν της ανάλυσης, αν και με την μικρότερη οθόνη της κονσόλας η διαφορά δεν φαίνεται σχεδόν καθόλου. Γενικά, η handheld εμπειρία είναι αρκετά καλή (με τους περιορισμούς φυσικά) απλά δεν προτείνεται αποκλειστικά για handheld ένα παιχνίδι διάρκειας 150 και πλέον ωρών, εκτός και αν κάποιος κυκλοφορεί με ένα power bank στην τσέπη του…
Συμπέρασμα
To Witcher 3 είναι ένας τίτλος που έβγαλε τον χαρακτήρα του εκτός άλλων και μέσα από έναν πολύ όμορφο οπτικό τομέα και γενικά το port για το Nintendo Switch δεν είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος για να ζήσετε αυτή την εμπειρία. Παρόλα αυτά για όσους κατέχουν μόνο τη συγκεκριμένη κονσόλα, είναι μια αγορά που δεν θα μετανιώσουν σε καμία περίπτωση, μιας και όλο το ταξίδι του Geralt μπορεί να παιχτεί και φορητά με όλο του το περιεχόμενο.
Οπτικά είναι ένα παιχνίδι τουλάχιστον μιας γενιάς πίσω, αν και είμαστε σίγουροι πως οι developers έκαναν το καλύτερο δυνατό για να το μεταφέρουν σε ένα hardware τόσο περιορισμένων δυνατοτήτων. Η Complete Edition έρχεται με όλο το διαθέσιμο υλικό και με το gameplay του τίτλου να παραμένει άθικτο, από εκεί και πέρα είναι στην κρίση του καθενός για το αν θέλει να ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη έκδοση ή να δει κάποια από τις ήδη υπάρχουσες που πλέον διατίθενται στη μισή τιμή και κάτω.
Βαθμολογία:
Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την εκδότρια εταιρεία για τις ανάγκες του review.