Χωρίς καμία αμφιβολία, η συνεχόμενη «μάστιγα» στο τοπίο των υπολογιστών πάσας μορφής είναι το κακόβουλο λογισμικό και οι επιθέσεις στα συστήματα με ποικίλους τρόπους. Οι hacker ή αλλιώς εγκληματίες του κυβερνοχώρου (cyberspace / cybercriminals), αποτελούν τον Νο 1 κίνδυνο για κάθε υπολογιστή, είτε πρόκειται ενός απλού χρήστη, είτε για μιας εταιρείας, αποκομίζοντας μεγάλα κέρδη. Πόσα όμως είναι αυτά; Τα κέρδη λοιπόν, των ψηφιακών εγκληματιών, μπορούν να είναι έως και είκοσι φορές μεγαλύτερα σε σχέση με το κόστος των επιθέσεων τους. Στο πλαίσιο έρευνας που υλοποίησαν οι ειδικοί της εταιρείας Kaspersky, προχώρησαν στη σύγκριση μεταξύ του κόστους των εργαλείων που χρησιμοποιούν πιο συχνά οι χάκερ, σε σχέση με τα χρήματα που αποσπούν μέσα από μια επιτυχημένη κακόβουλη επιχείρηση.
«Η αγορά κακόβουλου λογισμικού δεν αποτελεί πρόβλημα. Είναι σχετικά εύκολο να βρει κανείς τέτοια εργαλεία σε διάφορα φόρουμ για χάκερ. Επίσης, το κόστος τους είναι σχετικά φθηνό, γεγονός που τα καθιστά ελκυστικά. Ένας ψηφιακός εγκληματίας που ακολουθεί το δρόμο αυτό, δεν χρειάζεται να έχει ιδιαίτερες δεξιότητες, καθώς μπορεί να αγοράσει ένα ‘‘έτοιμο για χρήση’’ πακέτο σε μια προκαθορισμένη τιμή και να εξαπολύσει επιθέσεις κατά βούληση. Συνεπώς, οι χρήστες πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί για να διασφαλίσουν ότι δεν θα χάσουν τα χρήματα ή τα δεδομένα τους. Πρέπει επίσης, να προστατεύουν τις συσκευές τους και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές που εκτελούν με αυτές, χρησιμοποιώντας μια εξειδικευμένη λύση», δήλωσε ο Alexander Gostev, Chief Security Expert της Kaspersky.
Ενδεικτικά, η δημιουργία μιας ιστοσελίδας phishing που μιμείται ένα δημοφιλές μέσο κοινωνικής δικτύωσης και η ανάπτυξη μιας αλυσίδας μαζικής spam αλληλογραφίας, με σύνδεσμο (link) που θα οδηγεί στην πλαστή ιστοσελίδα, κοστίζει σήμερα 150 δολάρια κατά μέσο όρο. Ωστόσο, αν οι εγκληματίες εξαπατήσουν 100 online χρήστες, μπορεί να κερδίσουν μέχρι και 10.000 δολάρια από την πώληση ευαίσθητων δεδομένων. Τα θύματα με τη σειρά τους, χάνουν πολύτιμες επαφές, προσωπικές φωτογραφίες και μηνύματα.
Στην αντιπέρα όχθη, αυτή της αντιμετώπισης και προστασίας, ένα mobile Trojan blocker είναι πολύ πιο δαπανηρό, καθώς η αγορά και η διανομή του κακόβουλου λογισμικού κοστίζει 1.000 δολάρια κατά μέσο όρο. Ωστόσο, η «απόδοση» είναι επίσης πολύ υψηλότερη. Οι τιμές που έχουν ορίσει οι επιτιθέμενοι για την αναιρέσουν τη φραγή ενός smartphone ξεκινούν από τα 10 δολάρια και φτάνουν έως τα 200 δολάρια. Αυτό σημαίνει ό,τι μπορούν να κερδίσουν μέχρι και 20.000 δολάρια από 100 πιθανά θύματα.
Οι ψηφιακοί εγκληματίες μπορούν να κερδίσουν το ίδιο χρηματικό ποσό χρησιμοποιώντας κρυπτογραφημένο «ransomware», αλλά η αρχική τους επένδυση θα είναι διπλάσια (περίπου 2.000 δολάρια). Οι απώλειες των χρηστών θα είναι επίσης υψηλότερες, αφού το ελάχιστο ποσό των λύτρων που ζητούν οι απατεώνες για να αποκρυπτογραφήσουν τα δεδομένα που έχουν αποσπάσει, κυμαίνεται συνήθως στα 100 δολάρια.
Για πολύ μεγάλα κέρδη, οι απατεώνες αναζητούν τραπεζικά Trojan που στοχεύουν άμεσα στα χρήματα των online χρηστών. Δαπανώντας περίπου 3.000 δολάρια σε ένα πακέτο κακόβουλου λογισμικού, exploit και spam αλληλογραφίας, οι ψηφιακοί εγκληματίες μπορούν να κερδίσουν μέχρι και 72.000 δολάρια. Ακολούθως, η μέση απώλεια ανά θύμα είναι 722 δολάρια. Δυστυχώς, όπως είναι εμφανές, το «έγκλημα πληρώνει», κάτι που είναι ιδιαίτερα ελκυστικό αυτή την εποχή, που η οικονομική κρίση έχει αγγίξει περισσότερα κοινωνικά στρώματα, ακόμα και στις ανεπτυγμένες χώρες.