Του Παύλου Κρούστη
Το όνομα “Metroid” ταυτίζεται πλήρως με την ποιότητα. Όχι μόνο την ποιότητα του «κλασικού παιχνιδιού Nintendo», όπως μπορεί κανείς εύκολα να πει για τόσες σειρές της ιαπωνικής εταιρίας, αλλά γιατί παράλληλα έχει θεσπίσει κι ένα ολόκληρο είδος, αυτό των metroidvania παιχνιδιών.
Ναι, μαζί με τα Castlevania (συγκεκριμένα το Symphony of the Night), η σειρά Metroid κατάφερε να φτάσει σε τέτοια επίπεδα, ώστε να επηρεάσει ολόκληρο είδος τίτλων, που μέχρι πριν μερικά χρόνια απλά ονομάζαμε 2D action-adventures. Τα σημεία-κλειδιά όμως είναι ιδιαίτερα ξεχωριστά: απολαυστική εξερεύνηση, απόκτηση νέων δυνάμεων, επιστροφή σε προηγούμενες τοποθεσίες, απόκτηση πρόσβασης σε νέες περιοχές. Ο κύκλος αυτός αποτελεί έναν από τους πιο απολαυστικούς και έχει δώσει τροφή για να αναπτυχθούν δεκάδες indie παιχνίδια, βασισμένα σε αυτήν τη συνταγή, την τελευταία δεκαετία. Μερικά λαμπρά παραδείγματα αποτελούν τα παιχνίδια της σειράς Ori, το Hollow Knight, τα Guacamelee!, τα Axiom Verge, το Dead Cells και άλλα. Μάλιστα έχουμε δει κι άλλους τίτλους, πιο μεγάλους, όπως τα τελευταία Tomb Raider, το Control ή το Star Wars Jedi: Fallen Order, να χρησιμοποιούν στοιχεία τέτοια.
H ικανοποίηση που δίνει η εύρεση νέων δυνατοτήτων για τον χαρακτήρα μας, οι νέοι τρόποι πλοήγησης στο καλοσχεδιασμένο χάρτη μας, τα απαιτητικά bosses και τα υπόλοιπα «στοιχεία metroidvania» πηγάζουν κατά το ήμισυ από το παιχνίδι της Nintendo. Το είδος αυτό γνώρισε μεγάλη επιτυχία με την άνοδο των indie games, ενώ παράλληλα το Nintendo Switch θεωρείται από πολλούς η ιδανική πλατφόρμα για να παιχτούν αυτά. Γιατί άργησε λοιπόν τόσο να κυκλοφορήσει ένα Metroid στο Nintendo Switch;
Για αρχή πρέπει να αναφέρουμε ότι η σειρά Metroid χωρίζεται σε δύο «υπο-σειρές»: μία είναι αυτή με τα 2D παιχνίδια, που ξεκίνησε στο NES με το πρώτο παιχνίδι “Metroid” και η άλλη είναι η 3D σειρά, τα Metroid Prime, τα οποία θεωρούνται πιο «μοντέρνα» και χρησιμοποιούν οπτική πρώτου προσώπου με εξερεύνηση σε τρισδιάστατο χώρο. Παρ’ ό,τι περιμένουμε εδώ και αρκετά χρόνια πλέον το Metroid Prime 4, που είχε ανακοινωθεί, τελικά πήραμε το Metroid Dread, το πέμπτο βασικό παιχνίδι της 2D σειράς, που έρχεται μάλιστα να την ολοκληρώσει.
Το Metroid Dread εμφανίστηκε για πρώτη φορά μόλις πριν μερικούς μήνες, όχι μόνο για να καλύψει την πείνα των fans, που έχουν να δουν παιχνίδι για τη βασική σειρά πάνω από δεκαετία, αλλά για να δώσει κι ένα σεναριακό τέλος, όπως λένε, σε αυτήν τη σειρά. Το τελευταίο 2D Metroid που είχαμε δει ήταν το Metroid: Samus Returns στο 3DS το 2017, το οποίο πρακτικά αποτελούσε remake του 2ου παιχνιδιού, που είχε κυκλοφορήσει αρχικά σε Game Boy. Το τελευταίο original παιχνίδι της βασικής σειράς ήταν το Metroid Fusion (πρακτικά το Metroid 4), που είδαμε στο Game Boy Advance το… 2002! Λίγα χρόνια μετά, η Nintendo υπολόγιζε να μας δώσει το Metroid Dread, όμως το τότε project ακυρώθηκε, λόγω «τεχνικών περιορισμών». Αν μη τι άλλο, 19 χρόνια αργότερα η τεχνολογία προχώρησε…
Η MercurySteam, γνωστή για το έπος που δημιούργησε με το reimagine της σειράς Castlevania, το Castlevania: Lords of Shadow το 2010, ήρθε στο πλευρό της Nintendo, δημιουργώντας το remake του Metroid II και επιλέχθηκε τελικώς να είναι αυτή που θα αναπτύξει το Metroid Dread. Το αποτέλεσμα είναι εκκωφαντική νίκη.
Το σενάριο ακολουθεί μια κλασική πορεία για τα δεδομένα της σειράς, όσον αφορά στην εισαγωγή, η οποία έρχεται με μια ανατροπή στα πρώτα πέντε λεπτά, που δίνουν το απαραίτητο κίνητρο στη Samus να βρει τα skills της και αν εξερευνήσει τον νέο πλανήτη, στον οποίο βρέθηκε. Χωρίς κανένα spoiler, να αναφέρουμε ότι το Dread κάνει ένα πέρασμα από τα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς, ενσωματώνοντας το παρελθόν της πρωταγωνίστριας, τους Chozo, τα Metroid και τα X, ενώ παράλληλα εξελίσσει το υπόβαθρο με εκπλήξεις και ανατροπές, και επαναφέρει ένα από τα αγαπημένα στοιχεία της σειράς, που είναι το μυστήριο. Η ατμόσφαιρα πάει πακέτο, αφού έχουμε τη γνωστή μοναχική εικόνα, που είναι βασικό συστατικό της σειράς. Το κλείσιμο, παρ’ ό,τι μη ιδανικό, διαθέτει μια επική αύρα, που θα ικανοποιήσει τους fans και θα τους χορτάσει… μέχρι την επόμενη φορά.
Σε πιο πρακτικό (και «παικτικό»)επίπεδο, το πρώτο πράγμα που προσέχει κάποιος στο Dread είναι το flow, η ροή του gameplay. Χρησιμοποιώντας επιτέλους νεότερη τεχνολογία, το Metroid Dread καταφέρνει να αποφύγει το lag και το βάρος στην απόκριση του χειρισμού με αμεσότητα και ακρίβεια χειρουργική. Η εξερεύνηση των levels είναι πιο απολαυστική από ποτέ, με τη Samus να ξεκινά με ελάχιστα εργαλεία και να αποκτά στη συνέχεια δυνάμεις, που θα τη βοηθήσουν να βρει κάθε διαθέσιμο μυστικό.
Έχουμε πάρα πολλές δυνάμεις και ικανότητες, ενώ εκατοντάδες είναι και τα μυστικά που θα πρέπει να βρείτε στα διαθέσιμα biomes του παιχνιδιού. Ένα πράγμα όμως, το οποίο συναντάμε αποκλειστικά στο Dread και όχι σε άλλα παιχνίδια του είδους είναι ο τρόπος που σας καθοδηγεί το παιχνίδι προς τη σωστή κατεύθυνση, χωρίς όμως… να σας παίρνει από το χέρι.
Οι δαιδαλώδεις πτυχές του κάθε χάρτη είναι τρομερά πολύπλοκες, όμως το παιχνίδι πάντα καθιστά σαφές το «περίπου πού» πρέπει να πάτε ή προς τα πού να κινηθείτε, αφού θα έχετε ανακαλύψει μια νέα δύναμη που θα έχει εφαρμογή σε συγκεκριμένο σημείο κοντά σας, αλλά και μέσω του εξαιρετικά λεπτομερούς και αρκετά εύχρηστου χάρτη. Η σκηνοθετημένη αυτή πορεία δίνει και τη ροή στο gameplay του τίτλου, που λειτουργεί σε φρενήρεις ταχύτητες. Η αντιμετώπιση του κάθε εχθρού, ο τρόπος χρήσης του κάθε όπλου ή δύναμης και η τελική στάση στο εκάστοτε boss fight έρχονται στα σημεία που πρέπει και διαθέτουν την απαραίτητη ποικιλία.
Αν κάτι δεν μας άρεσε αυτό έχει να κάνει με τις δεκάδες δυνάμεις που θα αποκτήσετε, για τις οποίες δυστυχώς δεν θα έχετε αντίστοιχα πολλές περιπτώσεις για να χρησιμοποιήσετε και να λύσετε για παράδειγμα κάποιο περιβαλλοντικό παζλ. Κάποιες πιο εξεζητημένες, θα τις χρησιμοποιήσετε σε μονοψήφιο αριθμό από μυστικά και δεν θα τις απολαύσετε περαιτέρω.
Ευτυχώς, η δυσκολία του παιχνιδιού, παρ’ ό,τι σχετικά υψηλή, ειδικότερα κατά τις μάχες με τα bosses, δεν θα σας αποτρέψει, αφού τα checkpoints είναι πολύ «φιλικά» τοποθετημένα. Αυτό το σημείο μας οδηγεί να μιλήσουμε για ένα από τα πιο ξεχωριστά χαρακτηριστικά του τίτλου, που δεν έχουμε δει ξανά στη σειρά. Αυτό είναι τα EMMI, τα ρομπότ-δολοφόνοι, που δεν θα σταματήσουν σε τίποτα, μέχρι να σας βρουν και να σας σκοτώσουν. Υποτίθεται σε αυτό το σημείο έχουμε κάποια stealth sections, τα οποία δυστυχώς δεν λειτουργούν με ικανοποιητική ελευθερία, ώστε να νιώσουμε ότι παίζουμε stealth, αλλά περισσότερο χρησιμεύουν για να αυξήσουν τη σκηνοθετημένη κινηματογραφική ένταση σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Τα συγκεκριμένα sections όμως λειτουργούν εξαιρετικά για τη ροή του παιχνιδιού και δουλεύουν καλά για την ποικιλία.
Όλα τα παραπάνω υποστηρίζονται από το αυθεντικά εξαίρετο art direction, με απίθανους σχεδιασμούς μοντέλων και περιβάλλοντος, το οποίο ακολουθούν οι πολύ καλές επιδόσεις και το κορυφαίο animation. Η Samus «σπάει» προς κάθε κατεύθυνση με φυσικό τρόπο και η σκηνοθεσία φροντίζει πάντα να μας θυμίζει πόσο badass είναι. Τα κινηματογραφικά cutscenes παρεμβάλλονται για να δώσουν υψηλότερη αξία στα 3D μοντέλα και περιβάλλοντα, χρησιμοποιώντας άρτιες λήψεις, πέφτοντας όμως στα 30 καρέ το δευτερόλεπτο. Διατηρεί βέβαια τις υψηλές επιδόσεις στα 60 fps καθ’ όλη την υπόλοιπη διάρκεια. Αντίστοιχα, σε πολύ υψηλά επίπεδα είναι και το audio, με την αναμενόμενη μουσική υπόκρουση, τα «διαστημικά» εφέ και τους περιβαλλοντικούς ήχους.
Η MercurySteam προέβη σε αργή απόσταξη για να ξεχωρίσει τα στοιχεία που κάνουν λαμπρή αυτήν τη σειρά και πέτυχε σε καθένα ξεχωριστά, βελτιώνοντάς την 2D εκδοχή του Metroid, χάρη στην εμπειρία της και το σεβασμό προς την IP. H 2D Samus δεν ήταν ποτέ καλύτερη και ο εκμοντερνισμός φέρνει απόλαυση με μπόλικες QoL βελτιώσεις. Παράλληλα, η ροή απόκτησης δυνάμεων και ο χάρτης, που είναι από τα πιο σημαντικά στοιχεία σε έναν metroidvania τίτλο, είναι εξαιρετικά καλοσχεδιασμένα κι έτσι λαμβάνουμε έναν από τους καλύτερους Metroid (και metroidvania) τίτλους που έχουμε παίξει τα τελευταία χρόνια. Η αναμονή για το Metroid Prime 4 γίνεται δυσβάσταχτη.
Βαθμολογία
Πληροφορίες
Τίτλος: Metroid Dread
Διαθέσιμο σε: Nintendo Switch
Δοκιμάστηκε σε: Nintendo Switch
Εταιρεία Ανάπτυξης: MercurySteam / Nintendo EPD
Εκδότρια Εταιρεία: Nintendo
Είδος: Action-Adventure
Ημ/νία Κυκλοφορίας: 8 Οκτωβρίου 2021
Ηλικίες: 12+
Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από τη CD Media για τις ανάγκες του review.