Του Βασίλη Τατσιόπουλου
Πληροφορίες
Τίτλος: Catch the Head
Πλατφόρμες: PC
Δοκιμάστηκε σε: PC
Εταιρεία Ανάπτυξης: Horos Interactive
Εκδότρια Εταιρεία: IGE S.A.
Είδος: Action / Platformer
Κυκλοφορία: 29 Αυγούστου 2019
Όσοι είναι πάνω από τριάντα χρονών, έχουν ήδη αναμνήσεις από το Catch the Head, κι ας μην το έχουν παίξει. Σε ένα πρόσφατο κύμα νοσταλγίας που κυρίως περιέχει τη «ζεστασιά» της δεκαετίας του ’80, τη μουσική της και τα παράξενα ρούχα της ίδιας και της επόμενης, το Catch the Head πάει κόντρα, σηκώνοντας από τον λήθαργο άλλου τύπου αναμνήσεις, πιο ξεχασμένες και «βρόμικες».
Πρόκειται για ένα παιχνίδι δράσης/πλατφόρμας που θυμίζει απευθείας εκείνους τους τίτλους που κυκλοφορούσαν κάποιες δεκαετίες πριν, όταν οι δημιουργοί πειραματίζονταν με το μέσο και τις επιρροές τους. Το Catch the Head είναι προϊόν υιοθέτησης μίας πολύ συγκεκριμένης αισθητικής που έχει πια κάπως ξεχαστεί. Επίσης, το Catch the Head είναι δημιούργημα ελληνικής ομάδας ανάπτυξης, της Horos Interactive, ενώ και την έκδοση έχει αναλάβει εγχώρια εταιρεία, η IGE S.A. Για τα ελληνικά δεδομένα, η εικόνα που δίνει το Catch the Head είναι αρκετά γυαλισμένη, καθώς η χρήση της Unreal Engine το ανεβάζει επίπεδα, με σύγχρονη απεικόνιση φωτισμού και εφέ.
Υπάρχει, όμως, άραγε χώρος για το Catch the Head μέσα στην «καταιγίδα» της νοσταλγίας της δεκαετίας του 80; Εγώ λέω πως υπάρχει, αλλά δύσκολα θα χωρέσει εκεί ευρύ κοινό. Το κοινό του Catch the Head είναι αυτό που θυμάται με νοσταλγία το Carmageddon, που παρακολουθούσε Celebrity Deathmatch, που πήγαινε σε πάρτι με σαϊκεντέλικ μουσική στα πανεπιστήμια και σε ιδρωμένες συναυλίες θρας μέταλ σε υπόγεια. Φυσικά, δεν είναι κακό μία δημιουργία να απευθύνεται σε συγκεκριμένο κοινό, καθώς έτσι δεν διαλύονται πολύ τα χαρακτηριστικά της.
Κάνω, λοιπόν, μία σύντομη περιγραφή του Catch the Head και, αν δεν πείστηκες από τα σαϊκεντέλικ πάρτι, ίσως πειστείς τώρα, αναγνώστη που ξεπέρασες τα τριάντα. Το Catch the Head είναι ένας τίτλος δράσης/πατφόρμας που μας στέλνει σε… ριάλιτι σόου στην Κόλαση. Αναλαμβάνουμε, χειριζόμενοι διάφορα δαιμόνια, να φέρουμε εις πέρας κάποιες δοκιμασίες, αποφεύγοντας παγίδες, δέρνοντας διαόλια, ενεργοποιώντας ειδικές σφραγίδες, μαζεύοντας αντικείμενα, λύνοντας απλούς γρίφους και, τελικά, “πιάνοντας το κεφάλι”.
Η προηγούμενη, δεν είναι κάποια έκφραση· μιλάω κυριολεκτικά. Μόλις τελειώσουν οι δοκιμασίες της κάθε πίστας, εμφανίζεται ένα αιωρούμενο κεφάλι, το κεφάλι του αρχιτέκτονα συγκεκριμένα, το οποίο κυνηγάμε. Γιατί; Ποιος είναι ο αρχιτέκτονας και πού είναι το σώμα του; Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία· το Catch the Head είναι μία σουρεαλιστική, κωμική περίπτωση που θυμίζει περισσότερο επεισόδιο “Μπένι Χιλ”, παρά κολασμένα καζάνια.
Για να μιλήσω πιο αναλυτικά, στο Catch the Head κάνουμε… πολλά και διάφορα. Σε μερικές πίστες πρέπει να βρούμε και να ενεργοποιήσουμε συγκεκριμένο αριθμό από αντικείμενα ώστε να εμφανιστεί το κεφάλι, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουμε εχθρούς και πηδάμε σε πλατφόρμες. Σε άλλες περιπτώσεις, πρέπει να μαζέψουμε αντικείμενα που είναι κρυμμένα και για να εμφανιστούν λύνουμε απλούς γρίφους. Ένα από τα στοιχεία που εμφανίζονται συχνά είναι οι παγίδες, με καρφιά που βγαίνουν από το έδαφος, λεπίδες που ταλαντώνονται πάνω από το κεφάλι μας ή φωτιές που ξεπηδούν ξαφνικά από τοίχους. Άλλοτε, προσπαθούμε να ξεφύγουμε από τεράστιους εχθρούς σε κλασικές platforming πίστες καταδίωξης. Μέσα σε όλα αυτά υπάρχει η μάχη με εχθρούς, που είναι πολύ απλοϊκή. Ο σχεδιασμός των επιπέδων καταφέρνει και τα διαφοροποιεί πολύ μεταξύ τους, αφού μπορεί σε ένα να σκαρφαλώνουμε σε μία ψηλή κατασκευή, ενώ σε άλλο να κυκλοφορούμε σε διαδρόμους ενός στοιχειωμένου κάστρου.
Δυστυχώς, δεν θυμίζει μόνο η ιδέα “Μπένι Χιλ”. Το κωμικό μοτίβο γίνεται κωμικοτραγικό όταν αρχίζουμε να μιλάμε με αυστηρά παιχνιδίστικους όρους. Τα γραφικά είναι ένα περίεργο μείγμα παλιάς και νέας τεχνολογίας· μερικά στοιχεία μοιάζουν να χρησιμοποιούν σύγχρονες μεθόδους και εργαλεία, ενώ άλλα είναι παλιομοδίτικα, ξεπερασμένα και πολύ άσχημα στο μάτι. Φυσικά, το συνολικό αποτέλεσμα είναι άσχημο, αλλά με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο που επιλέγω να βαφτίσω «εσκεμμένη επιλογή», καθώς τελικά εξυπηρετεί το επιδιωκόμενο κωμικά φρικαλέο -ή φρικαλέα κωμικό- ύφος, ενώ στοχεύει σε συγκεκριμένο κοινό και δεν συμβιβάζεται.
Σε ίδια μονοπάτια βαδίζει κάθε πτυχή της αισθητικής του Catch the Head. Η μουσική είναι κάποιες φορές βγαλμένη από πάρτι σε πανεπιστήμια, ενώ παίζει ένας ημιλιπόθυμος DJ πίσω από σύννεφα καπνού και κουτάκια μπίρας, άλλες έρχεται από σκοτεινά, στοιχειωμένα υπόγεια και άλλες από παιχνίδια της δεκαετίας του ’90 σε σκηνές καταδίωξης. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει το Catch the Head για έλλειψη ποικιλίας, τουλάχιστον.
Και, η ποικιλία δεν μένει στο ηχητικό μέρος. Το gameplay είναι χωρισμένο σε πολλά κομμάτια: υπάρχουν πίστες που παίζουν σε τρίτο πρόσωπο, άλλες με top-down οπτική, υπάρχουν επίπεδα, στα οποία τρέχουμε να γλιτώσουμε από τεράστια bosses, αλλά και σημεία που θυμίζουν παιχνίδι τρόμου, σε σκοτεινές επαύλεις με φαντάσματα και γρίφους. Η ποικιλία αυτή έχει σίγουρα ενδιαφέρον, αν και μερικές φορές φαίνεται πως ίσως θα ήταν προτιμότερη η αφοσίωση σε ένα, συγκεκριμένο είδος. Παρόλα αυτά, οι συνεχείς εναλλαγές είναι διασκεδαστικές και μας κάνουν να αναρωτιόμαστε τι μας περιμένει στην επόμενη πίστα, σπάζοντας τη μονοτονία και τη ρουτίνα. Η προσπάθεια πρόκλησης ενδιαφέροντος μέσω της ποικιλίας στην προσέγγιση πάει ένα βήμα παραπέρα, δίνοντάς μας τρεις κατηγορίες χαρακτήρων, μεταξύ των οποίων μπορούμε να αλλάζουμε όποια στιγμή θέλουμε. Οι κατηγορίες είναι πολύ απλές και περιλαμβάνουν έναν «δείρτη», έναν βοηθητικό χαρακτήρα που μπορεί να γίνει αόρατος κι έναν που πυροβολεί τους εχθρούς από απόσταση. Οι τρεις αυτοί χαρακτήρες αποτελούν και τις «ζωές» μας καθώς, αν πεθάνουν όλοι ξεκινάμε την πίστα από την αρχή. Ποικιλία υπάρχει, επίσης, και στις τοποθεσίες που επισκεπτόμαστε, αφού θα ταξιδέψουμε σε πύρινες εγκαταστάσεις της κόλασης, σε στοιχειωμένες επαύλεις, σε κάστρα και πολλά άλλα.
Επίσης, το Catch the Head είναι ιδιαίτερα δύσκολο, όπως αρμόζει. Απαιτούνται προσεκτικές κινήσεις και υπολογισμοί, καθώς και προσευχές, αφού αρκετές φορές χάνουμε επειδή ο χειρισμός δεν αποκρίνεται σωστά ή επειδή οι οπτικές ενδείξεις δεν αρκούν για να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει. Γενικά, ο σχεδιασμός του Catch the Head βρίθει από λάθη και αστοχίες, σε όλους τους τομείς. Ο πιο καλοστεκούμενος τομέας είναι ο σχεδιασμός των επιπέδων που έχει ενδιαφέρον και μεγάλη ποικιλία, ενώ είναι αξιομνημόνευτος και διασκεδαστικός. Το μεγαλύτερο και πιο εκνευριστικό λάθος είναι το στήσιμο της μάχης, που είναι πιο οδυνηρό και από χιλιάδες πυρωμένες τρίαινες. Η μάχη είναι απελπιστικά αργή, φρικιαστικά βαρετή και δεν δίνει καθόλου οπτικές ενδείξεις, όσον αφορά το αν πετύχαμε τον εχθρό, αν κάνει άμυνα και ούτω καθεξής. Αυτό, όταν παλεύουμε σώμα με σώμα, γιατί οι μάχες από απόσταση αυξάνουν τις τρίαινες κατά μερικές χιλιάδες και προσθέτουν καυτό λάδι, μαστίγια και καρφιά.
Το θέμα είναι πως όλα αυτά έχουν τη γοητεία τους, αν τα βλέπουμε αυστηρά μέσα από το πρίσμα της νοσταλγίας. Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι φορές που μία επανέκδοση βελτίωσε άρδην τα περισσότερα χαρακτηριστικά ενός τίτλου, για να αφήσει τα πιο προβληματικά ανέγγιχτα, χάριν αναπόλησης και πιστότητας στο πρωτότυπο. Έτσι, και το Catch the Head καταφέρνει να αναβιώσει την εποχή, από την οποία εμπνεύστηκε με οδυνηρή ακρίβεια και, αν είστε λάτρης της εποχής εκείνης, πιθανότατα θα χαμογελάσετε αρκετά παίζοντας το Catch the Head, ανάμεσα στα ουρλιαχτά, μετά από την εκατοστή φορά που χάνετε στο ίδιο σημείο, επειδή η κάμερα σταματάει να λειτουργεί ή λόγω κάποιου τεχνικού προβλήματος –που δεν εμφανίζονται σπάνια, αλλά και εξαιτίας της πραγματικής, εσκεμμένης δυσκολίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το γεγονός ότι το Catch the Head έχει… σενάριο. Πριν μπούμε στις πίστες, αράζουμε σε ένα σαλόνι με τους χαρακτήρες που έχουμε επιλέξει και αρκετούς ακόμη και μιλάμε, μαθαίνοντας για τον κόσμο και τους πρωταγωνιστές του παιχνιδιού. Οι διάλογοι είναι εντελώς παράξενοι, με κάποιους να είναι αξιοπρεπείς και άλλους να βάζουν βελόνες κάτω από τα νύχια μας. Τελικά, το αποτέλεσμα στο σύνολό του θυμίζει αρκετά το κινηματογραφικό επίτευγμα του Tommy Wiseau, την ταινία The Room. Το πρόβλημα είναι πως το Catch the Head έχει απλωθεί περισσότερο από όσο φτάνει ο διασκελισμός του, προσπαθώντας να δώσει λίγο απ’ όλα, να χωρέσει πολλά σε μικρό χώρο. Τελικά, σε πολλά σημεία αποτυγχάνει, όμως το κάνει με έναν αστείο, ανάλαφρο τρόπο που δεν μπορεί εύκολα να σε κάνει να το μισήσεις –απλώς μην παίξετε με χειριστήριο, γιατί τότε το μίσος θα έρθει σε δευτερόλεπτα.
Συμπέρασμα
Οι πίστες του Catch the Head είναι πολλές, διαφορετικές και διαρκούν αρκετά, ενώ υπάρχουν και ξεχωριστά modes, εκτός από τους αρκετούς χαρακτήρες που είναι επαρκώς αποδοτικοί στον σχεδιασμό τους. Υπάρχει trial and error, εμφανίζονται παράταιρα χαρακτηριστικά, λάθη και η φιλοδοξία γενικότερα των developers είναι πάνω από τις δυνατότητές τους. Όμως, φαίνεται πως πρόκειται για ένα παιχνίδι φτιαγμένο με όρεξη, με αγάπη για το μέσο και για μία συγκεκριμένη εποχή του, αλλά και με μερικές ενδιαφέρουσες ιδέες. Φυσικά, δεν θα μπορούσα να προτείνω το Catch the Head στον καθένα, όμως όσοι ανήκουν στο κοινό στο οποίο στοχεύει σίγουρα θα γελάσουν, θα νιώσουν οργή, θα κλάψουν, θα ουρλιάξουν και τελικά θα διασκεδάσουν όπως μόνο τα παιχνίδια της δεκαετίας του 90 ήξεραν να σε διασκεδάζουν.
Βαθμολογία:
Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την IGE S.A. για τις ανάγκες του review.