Αθλητική στήλη,
αποκλειστικά για χουλιγκάνους, λοβοτομημένους και κάφρους
*** Χουλιγκάνοι, Λοβοτομημένοι και Κάφροι όλων των ομάδων,
όλων των κομμάτων
και όλων των θρησκειών,
σάς χαιρετώ…
*** Σήμερα θα ξεκινήσω με ψυχογράφημα
που έλκει τα συμπεράσματά του από την Ανδρική Εφηβεία
και αναλύει έναν άρρενα χαρακτήρα που είναι γνώριμος σε όλους μας.
Το Ορμέμφυτο -ήτοι, η Λίμπιντο-
είναι δομικό στοιχείο που μάς (καθ)ορίζει και μάς (καθ)οδηγεί από τη γέννησή μας·
ασυνειδήτως στα πρώτα χρόνια τής ζωής μας, υποσυνειδήτως στην παιδική ηλικία,
συνειδητώς όταν πλέον μπαίνουμε στην πανηγυρική ανάπτυξη των ορμονών μας.
Η μετάβαση από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο
και η αμέσως επόμενη μετάβαση από το Γυμνάσιο στο Λύκειο,
δεν είναι απλά βήματα από το ένα εκπαιδευτικό στάδιο στο αμέσως επόμενο,
αφού συμπίπτουν με κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται στον οργανισμό μας
και μάς φέρνουν μπροστά σε -έως τότε- πρωτοφανείς επιθυμίες.
Εκείνα τα χρόνια, λοιπόν,
η πλειονότητα των αγοριών ασχολούμαστε με δύο «φλέγοντα» ζητήματα
που φαντάζουν ωσάν παράλληλες ευθείες
αλλά επί τής ουσίας αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία:
Τα Κορίτσια και οι Ομάδες.
Η αρχέγονη διαδικασία που λέγεται «Σύγκριση», βρίσκει εδώ την κορύφωσή της,
οι επωαζόμενοι ενήλικοι αναπτύσσουν το «Υπερ-Εγώ»,
η Επιβεβαίωση είναι καθαγιασμένη πανάκεια,
η ψυχολογική και συναισθηματική απογείωση είναι η μία όψη τού νομίσματος,
η ψυχολογική και συναισθηματική συντριβή είναι η έτερη όψη.
Το Γυναικείο Φύλο -ως «φυσικό διϋλιστήριο»- επιλέγει τούς εκλεκτούς του,
το Ανδρικό Φύλο υπόκειται σε ετούτο το σκληρό και πρόωρο ξεσκαρτάρισμα,
κάποιοι είναι «βασικοί και αναντικατάστατοι»,
κάποιοι είναι «χρυσές εφεδρείες», κάποιοι είναι «λύσεις ανάγκης»,
και κάποιοι είναι παντελώς ανεπιθύμητοι
(εννοείται ότι δεν αναφέρομαι στην Εξωτερική Εμφάνιση,
παρά μόνον στην Αύρα και στη Γοητεία).
Αυτοί οι τελευταίοι, λοιπόν,
αυτοί οι έφηβοι που δεν χαίρουν τής ελάχιστης κοριτσίστικης αναγνώρισης,
θυμάμαι κι από τα δικά μου χρόνια
ότι -όντες ευρισκόμενοι σε απολύτως δικαιολογημένη απελπισία-
είχαν ως εμμονικό αποκούμπι το Ποδόσφαιρο.
Όλες οι συζητήσεις τους ήταν για την «Μπάλα»,
όλες οι χαρές και οι λύπες τους συρρικνώνονταν και περιστρέφονταν γύρω απ’ την «Μπάλα»,
το «Σύνδρομο τού Αγάμητου» σε απόλυτη έξαρση,
ο Αυνανισμός ήταν η ιδιωτική εκτόνωσή τους,
η «Μπάλα» ήταν η δημόσια εκτόνωσή τους.
Η λαϊκή φράση «Δεν γαμείς που δεν γαμείς… Δεν πας για ψάρεμα;»
έβρισκε εδώ τη σπορτίβ διασκευή «Δεν γαμώ που δεν γαμώ… Δεν μιλάω για “Μπάλα”;».
Πολλοί από δαύτους σήμερα είναι αθλητικογράφοι.
*** Η Μαλακία είναι ιερό σωματικό δικαίωμα στην Εφηβεία.
Όμως, κατόπιν, όταν πια ενηλικιωνόμαστε,
η Μαλακία προσλαμβάνει πυρηνικά χαρακτηριστικά
που εκφεύγουν πλήρως των σωματικών αναγκών μας,
καθώς φτάνουν να σκιαγραφούν το Πνεύμα και την Ψυχή.
Δεν είσαι μαλάκας επειδή αυνανίζεσαι· είσαι μαλάκας επειδή είσαι ΜΑΛΑΚΑΣ.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι αμόρφωτος.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι απαίδευτος.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι ακαλλιέργητος.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι αστοιχείωτος.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι ακαλαίσθητος.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι λιγούρης.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι ντεκαυλέ.
Είσαι μαλάκας επειδή είσαι ατάλαντος.
Οι τωρινοί αθλητικογράφοι -εκτός σπανίων λαμπρών εξαιρέσεων-
είναι οι πάλαι ποτέ αθώοι μαλάκες τής εφηβείας μας,
οι οποίοι κατέφεραν να κάνουν επάγγελμα τη μαλακία τους
και συν τω χρόνω μετετράπησαν σε ένοχους μαλάκες.
Μιλάμε για θλιβερά ούγκανα που χρησιμοποιώντας το «Δημόσιο Βήμα»
εκδικούνται για τις αδιοχέτευτες εφηβικές ορμές τους.
Μιλάμε για θλιβερά ούγκανα που χρησιμοποιούν την (εκάστοτε) ομάδα
ως λαϊκίστικη και άκρως χειριστική επίκληση,
προκειμένου να διατηρούν -και ει δυνατόν, να ισχυροποιούν- τη θεσούλα τους στο Σύστημα.
Μιλάμε για θλιβερά ούγκανα που βιάζουν τη Λογική.
Μιλάμε για θλιβερά ούγκανα που βιάζουν την Αντικειμενικότητα.
Μιλάμε για θλιβερά ούγκανα που βιάζουν τη Δημοσιογραφική Αξιοπρέπεια.
Μιλάμε για θλιβερά ούγκανα που βιάζουν την Ελληνική Γλώσσα.
Τα άρθρα τους είναι φριχτά, είναι άοσμα-άχρωμα-άγευστα,
είναι παντελώς ασύντακτα, είναι παντελώς ανορθόγραφα, είναι ξεπέτες,
δεν διαθέτουν ίχνος πνευματικότητας, φαντασίας, πρωτοτυπίας και χιούμορ,
βρίθουν λεξιπενίας, νοητικών παλινδρομήσεων και σεσημασμένων στερεοτύπων,
έχουν μηδαμινή λογοτεχνική αξία, έχουν μηδαμινή αποφθεγματική αξία,
έχουν μηδαμινή δημοσιογραφική αξία, έχουν μηδαμινή γνωσιακή αξία,
αντιμετωπίζουν τον Αναγνώστη σα να είναι ο σκουπιδότοπός τους.
Και βεβαίως,
ακριβώς επειδή ετούτοι οι ποταποί τσαρλατάνοι γνωρίζουν την ανεπάρκειά τους
και έχουν ανήκεστα συμπλέγματα μειονεξίας,
μετέρχονται το μοναδικό «κόλπο» που δύναται να τούς κρατάει στην Επικαιρότητα·
ήτοι, φροντίζουν να απευθύνονται σε απόπατου επιπέδου «target group»
και επιχειρούν μονίμως να κινητοποιούν τα κατώτατα ανθρώπινα ένστικτα.
Η Τοξικότητα, η Πώρωση και η Πόλωση γίνονται ταυτόσημες με την Επιβίωση,
ο Παρωπιδισμός, η Γραφικότητα και η Γελοιότητα γίνονται ταυτόσημες με το Πρόσωπο,
η Αθλητικογραφία βιώνει οδυνηρή καταβαράθρωση.
*** Μετά από την ανωτέρω διεξοδική ανάλυση,
είμαστε τώρα έτοιμοι να εξηγήσουμε
ποιοι είναι οι δύο βασικοί -και συνάμα, πολυπαραμετρικοί- λόγοι
που οι κατ’ ευφημισμόν «αθλητικογράφοι» προσφέρουν σκανδαλώδη ασυλία
στον αποτυχημένο προπονητίσκο Γιοβάνοβιτς
(διόλου τυχαίο ότι από τη στιγμή τής απόλυσής του,
ανασύρεται με κατάνυξη το όνομά του σε κάθε αποτυχία τού Παναθηναϊκού
και η σαθρή κατάσταση έχει προσλάβει διαστάσεις παραληρήματος
μετά από την προχθεσινή καταδικαστική εντός έδρας ήττα από τον Άρη·
εν απολύτω αντιθέσει,
ο Τερίμ υπόκειται σε οξεία κριτική από τη στιγμή τής πρόσληψής του).
…
Ο πρώτος λόγος συμπυκνώνεται στη λέξη «Θρασυδειλία»
και περιγράφεται εξόχως στα περίφημα «Πειράματα Συμμόρφωσης»
που επενόησε και εφήρμοσε κατά τη δεκαετία τού ’50
ο καινοτόμος και ρηξικέλευθος Αμερικανός ψυχολόγος Σόλομον Ας.
Συγκεκριμένα,
μέσα από απλά και ευρηματικά ψυχολογικά τεστ
απεδείχθη με εκκωφαντικόν και αδιαμφισβήτητον τρόπο
ότι πολλοί άνθρωποι απαρνούνται και θυσιάζουν τη (σωστή) άποψή τους,
φοβούμενοι να διαφωνήσουν με τη (λανθασμένη) άποψη που πρεσβεύει η Ομάδα
και -συνεπαγωγικώς- να θέσουν εν κινδύνω την κοινωνικότητά τους.
Όπερ μεθερμηνευόμενον, το Άτομο απαρνείται τον ίδιον του τον εαυτό,
ώστε να μην έρθει σε (όποια πιθανή) αντιπαράθεση με τη Μάζα.
Εν προκειμένω, λοιπόν,
το γεγονός ότι χιλιάδες στερημένα (κ)οπαδοειδή τού Π.Α.Ο.
μετέτρεψαν σε «τοτέμ» και σε «θεότητα» έναν κακομοίρη «νοικοκυραίο»,
αυτομάτως απετέλεσε την άτυπη προσταγή-διαταγή προς κάθε «φωνή»:
«Απαγορεύεται να κάνετε κριτική στον Ιβάν.
Σάς απαγορεύουμε να κάνετε κριτική στον Ιβάν.
Ο Ιβάν είναι υπεράνω Κριτικής.».
Είμαι ο μοναδικός δημοσιογράφος-αθλητικογράφος τής χώρας
που αντιτάχθηκα στον υφέρποντα εκβιασμό και στην προληπτική λογοκρισία.
Απεχθάνομαι τη Μάζα, εναντιώνομαι στους φασιστικούς κανόνες της,
αρνούμαι να κανακεύω την ηλιθιότητά της, αρνούμαι να γίνομαι προσκυνητής της,
αρνούμαι να κάνω δημόσιες σχέσεις με «συμμορφωμένα» ανθρωπάρια,
τα οποία συν τοις άλλοις
-ακριβώς επειδή έχουν μάθει να σιωπούν όταν πρέπει να φωνάξουν-
αναπτύσσουν εσωτερικευμένη βία
και την εκτονώνουν σε κάθε ευκαιρία που αντλούν δύναμη από την Πολυαριθμία.
Αντιθέτως, οι τσάτσοι και γλείφτες δημοσιογραφίσκοι,
αυτοί οι αναίσχυντοι και εμμονικοί υμνητές τού αποτυχημένου Γιοβάνοβιτς,
ούτε που διανοούνται να πάνε κόντρα σε ό,τι τούς υπαγορεύει-επιβάλλει η Μάζα.
Εάν, μάλιστα, συνυπολογίσουμε,
ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με «Ούγκανα τής Αθλητικογραφίας»,
καθίσταται σαφές ότι -ελέω τής χαμηλής νοητικής ικανότητάς τους-
θεωρούν όντως ότι ο πρώην τεχνικός τού Π.Α.Ο.
είναι σχεδόν εφάμιλλος τού Αντσελότι, τού Μουρίνιο και τού Γκουαρντιόλα,
και -ως ανόητοι που είναι- αρνούνται να αναθεωρήσουν
όσο κι αν η Πραγματικότητα διαψεύδει τα ψυχιατρικής φύσεως «κολλήματά» τους.
Εκεί δε, που πιστοποιείται και καταδεικνύεται σε απόλυτο βαθμό η ατιμία τους,
είναι ότι έκαναν εξακολουθητικώς «αβαβά» και επεδείκνυαν μαφιόζικη σιωπή
σε κάθε «έγκλημα» που διέπραττε ο αποτυχημένος προπονητίσκος,
ενώ επεφύλασσαν δριμεία κριτική σε κάθε λάθος τού Φατίχ Τερίμ
και σε κάθε επιτυχία του κρύβονταν «α λα “Παλαιοχριστιανοί”» στα λαγούμια τους.
Απόντες όταν ο «Παναθηναϊκός τού Τερίμ» κατήγαγε σημαντικές νίκες και προκρίσεις,
παρόντες όταν ο «Παναθηναϊκός τού Τερίμ» είχε αρνητικά αποτελέσματα.
Ακροβολισμένα νεκρολαγνικά μιάσματα που έψαχναν διαρκώς για αφορμές,
προκειμένου να προέβαιναν ξανά και ξανά στο αποκρουστικό μνημόσυνό τους
(συστήνω και συνιστώ να αναγνώσετε το προδρομικό πόνημα τής 27ης Φεβρουαρίου
με τίτλο «Οι “ταλΙΒΑΝ” είναι οι “Εφιάλτες” τού Παναθηναϊκού»,
όπου ξεμπροστιάζω σε απόλυτο βαθμό τη Σαπίλα
https://www.zougla.gr/sports/oi-talivan-einai-oi-efialtes-tou-panathinaikou/).
Η νοοτροπία «Δύο Μέτρα και Δύο Σταθμά» στην πιο αρρωστ(ιάρικ)η εκδοχή της.
Όμως, όσο κι αν κορυβαντιούν και παραληρούν τα ψυχωσικά υπανθρωπάρια,
ο Συμψηφισμός δεν αθωώνει τον Ένοχο.
Τα μεγάλα λάθη τού Φατίχ Τερίμ δεν αθωώνουν τα «εγκλήματα» τού Γιοβάνοβιτς.
Ο Φατίχ Τερίμ θα χρεωθεί τα δικά του σφάλματα, τις ευθύνες που τού αναλογούν
και -εννοείται πως- δεν (θα) έχει την παραμικρή ασυλία,
όμως αυτό δεν σημαίνει ότι (θα) πρέπει να γίνει το εξιλαστήριο θύμα
για να προστατευθεί ο ανεπαρκέστατος και άκρως ευνοημένος προκάτοχός του.
Οι Χρήσιμοι Ηλίθιοι τού Συστήματος.
Κάθε άρθρο τους και ένα συμφέρον,
κάθε άρθρο τους και ένα «non-paper»,
κάθε άρθρο τους και μία εκδούλευση,
κάθε άρθρο τους και μία δουλικότητα.
Και στο βάθος…, εκεί στα έγκατα τής χαμερπούς ύπαρξής τους,
η υποβόσκουσα φιλοδοξία να τούς φωνάξει ο Αλαφούζος
και να τούς αναθέσει το πόστο που στοιχειώνει τις ονειρώξεις τους:
«Χωριανοί, θαυμάστε με…
Είμαι ο νέος “Διευθυντής Επικοινωνίας” τής “Π.Α.Ε. Παναθηναϊκός”.».
(διευκρινίζω ότι αναφέρομαι αποκλειστικώς στη μύχια φιλοδοξία τους
και δεν αφήνω υπονοούμενα για άτομα που έχουν χρηματίσει ήδη σε αυτήν τη θέση)
…
Ο δεύτερος λόγος είναι ακόμη σημαντικότερος, ακόμη πιο σύνθετος.
Ο Γιοβάνοβιτς είναι ένας μίζερος, ηττοπαθής, κομπλεξικός προπονητής,
με λιγοστά επιτεύγματα και ανύπαρκτη βαρύτητα για το Διεθνές Ποδόσφαιρο
(ποιος σοβαρός άνθρωπος ασχολείται με «κούπες» σε τριτοκοσμικά μέρη;).
Ο Γιοβάνοβιτς, λοιπόν, βρέθηκε κυριολεκτικώς από το Πουθενά,
να αποθεώνεται -αρχικώς, δικαιολογημένα- από τον κόσμο μίας ομάδας
που έμενε ήδη μακριά από την κορυφή επί ολόκληρη δεκαετία.
Η κατάκτηση τού Κυπέλλου Ελλάδας στην πρώτη χρονιά τής θητείας του,
ήταν το εχέγγυο που εν τέλει απεδείχθη βολικός παραμορφωτικός καθρέφτης,
η παταγώδης αποτυχία να κατακτήσει το πρωτάθλημα στη δεύτερη χρονιά του
αξιολογήθηκε από τούς ζαβούς υποστηρικτές του ως… παταγώδης επιτυχία
(ήταν κατόρθωμά του οι οκτώ βαθμοί διαφορά μετά το πέρας τού πρώτου γύρου,
αλλά για την απώλεια τού τίτλου έφταιγαν ο Κορωνοϊός, ο Νταμπάνοβιτς,
ο Αλαφούζος, η Α.Ε.Κ., ο Ρέαμπτσιουκ, οι «Illuminati», η «Λέσχη Μπίλντερμπεργκ»,
οι Μασόνοι, οι ξένες μυστικές υπηρεσίες, οι εξωγήϊνοι, κ.λπ., κ.λπ.),
οι παταγώδεις αποτυχίες στο πρώτο ήμισυ τής φετινής τρίτης σεζόν
αντιμετωπίστηκαν με απόλυτη συμπάθεια, κατανόηση και επιείκεια,
η απόλυσή του έγινε δεκτή με πένθος, με κλάματα, με αδιάλειπτα μοιρολόγια.
Ε…, εδώ είναι που υπεισέρχεται το εσώψυχο προσωπικό κίνητρο,
καθώς οι τσάτσοι και γλείφτες δημοσιογραφίσκοι -όπως και οι «ταλΙΒΑΝ»-
που (εξ)υμνούν με απροσχημάτιστη μεροληψία τον αποτυχημένο Γιοβάνοβιτς,
επί τής ουσίας προβάλλουν στο πρόσωπό του τα δικά τους «θέλω»:
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι αμόρφωτος.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι απαίδευτος.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι ακαλλιέργητος.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι αστοιχείωτος.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι ακαλαίσθητος.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι λιγούρης.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι ντεκαυλέ.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι ατάλαντος.».
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι αποτυχημένος.».
Και για να συμπυκνώσουμε όλα αυτά τα «θέλω» τους σε μία φράση..:
«Θέλω να έχω ασυλία και να αποθεώνομαι, ενώ είμαι ΜΑΛΑΚΑΣ.».
Τσάτσοι και Γλείφτες δημοσιογραφίσκοι, είστε ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ.
Ο Αθλητάμπουρας
(Προαναγγέλλω ότι -επικαιρότητoς επιτρεπούσης και διαθέσεως συνεργούσης-
στο αμέσως προσεχές διάστημα ακολουθούν τα εξής πονήματα:
«Όταν ο Αλαφούζος αντελήφθη το ύπουλο σχέδιο τού Γιοβάνοβιτς»,
«Ένας “προπονηταράς” στ’ Αζήτητα»,
«Γιάννη Αλαφούζο, γιατί δεν φεύγεις;»,
«Ο Εγκληματίας τής Προπονητικής και τα… θαύματά του»,
«Νεκροθάφτης Ποδοσφαιριστών»,
«Οι “ταλΙΒΑΝ” σκοτώνουν τον προπονητή Γιοβάνοβιτς»,
«Οι πανηλίθιοι “ταλIBAN” και το λεξικό τους».
Μείνετε ασυντόνιστοι…)