O Νίκος Νταμπίζας μίλησε στο ESPN, με αφορμή τη συμπλήρωση 20 χρόνων από το «θαύμα» του Euro 2004, μία επιτυχία κόντρα σε όλες τις πιθανότητες και την κοινή λογική.
«Δεν μπορούμε να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας και να λέμε ότι το περιμέναμε. Πριν από αυτό, η Ελλάδα είχε προκριθεί στο Euro της Ιταλίας το 1980 και μετά στο Μουντιάλ της Αμερικής το 1994. Είχαμε έναν δύσκολο όμιλο στις ΗΠΑ και αντιμετωπίσαμε Νιγηρία, Βουλγαρία και Αργεντινή και δεν καταφέραμε να βάλουμε γκολ», είπε.
«Ήταν πολύ βαρύ να το αποδεχθούμε (σ.σ: την παρουσία στο Μουντιάλ 1994). Αυτή η κληρονομιά, με αρνητική έννοια, μας κυνηγούσε και όταν προκριθήκαμε 10 χρόνια μετά, καθίσαμε όλοι μαζί και είπαμε, “Ακούστε παιδιά, πρέπει να είμαστε ανταγωνιστικοί και να εκπροσωπήσουμε τη χώρα μας με τον καλύτερο τρόπο. Θέλαμε να βάλουμε ένα γκολ και να κερδίσουμε ένα παιχνίδι. Να κάνουμε κάτι καλύτερο από αυτό που είχαμε κάνει στην Αμερική. Αυτό ήταν στο μυαλό μας. Αυτή ήταν η ειλικρινής προσέγγισή μας», τόνισε και συνέχισε:
«Το μεγαλύτερο πράγμα που είχαμε ως ομάδα ήταν ότι ήμασταν πολύ πραγματιστές και πολύ ρεαλιστές στον τρόπο που προσεγγίζαμε τους αγώνες. Έπρεπε να παίξουμε το εναρκτήριο παιχνίδι κόντρα στους γηπεδούχους, την Πορτογαλία, με όλα τα μεγάλα αστέρια της, όπως ο Λουίς Φίγκο και ένας νεαρός Κριστιάνο Ρονάλντο. Ήμασταν πολύ δυνατοί στην προσέγγισή μας και παίξαμε σύμφωνα με τις δυνατότητές μας. Δεν προσπαθήσαμε να κάνουμε πράγματα που δεν μπορούσαμε και δεν μας εκπροσωπούσαν. Είχαμε ένα μεγάλο μαχητικό πνεύμα μεταξύ μας και αυτό ήταν το κύριο στοιχείο που μας βοήθησε».
Μετά τη νίκη επί της Πορτογαλίας ακολούθησε μια ισοπαλία με την Ισπανία, η ήττα από την Ρωσία αλλά και η πρόκριση. Η ανταμοιβή ήταν ένας προημιτελικός κόντρα στην πρωταθλήτρια Ευρώπης Γαλλία του Ζινεντίν Ζιντάν και του Τιερί Ανρί:
«Ένας από τους συμπαίκτες μας παντρευόταν», λέει ο Νταμπίζας. «Ήταν προγραμματισμένο πριν από το τουρνουά και μετά έπρεπε να πάρει μια απόφαση. Το άφησε γιατί πιστεύαμε ότι πιθανότατα δεν θα τα καταφέρουμε με τον Ζιντάν, τον Ανρί, τον (Ρόμπερτ) Πιρές και τον (Πάτρικ) Βιέιρα. Νομίζαμε ότι ήταν το τέλος. Ήμασταν πολύ περήφανοι που προκριθήκαμε από τον όμιλο, Δεν ήταν ότι τα παρατήσαμε αλλά αφήσαμε τα σχέδιά μας…για το καλοκαίρι το ίδιο. Τελικά είχε μια δικαιολογία να μην παντρευτεί!», είπε και πρόσθεσε:
«Γνωρίζαμε τις δυνάμεις μας. Δεν ήμασταν Βραζιλία. Δεν ήμασταν Γαλλία. Έπρεπε να προσαρμόσουμε την προσέγγισή μας σε ένα στυλ που μας ταίριαζε. Ξέραμε ότι έπρεπε να είμαστε δυνατοί αμυντικά και μετά από αυτό έπρεπε να είμαστε πολύ αποτελεσματικοί μπροστά, στις αντεπιθέσεις και με στημένες φάσεις. Δεν θα ζητούσες από μια ομάδα του Πεπ Γκουαρντιόλα να παίζει μακριές μπάλες. Για να παίξουμε με διαφορετικό τρόπο θα ήταν αυτοκτονία. Δεν μας ταίριαζε. Δεν ανησυχούσαμε για την κριτική».
Ακολούθησε η Τσεχία (1-0) στον ημιτελικό και η Πορτογαλία ξανά, αυτή την φορά τον τελικό (1-0):
«Ήταν απίστευτη χαρά», θυμάται ο Νταμπίζας. «Ήμασταν σαν παιδιά, πηδούσαμε ο ένας στον άλλον. Όταν επιστρέψαμε στην Ελλάδα, ήταν απίστευτο. Υπήρχε κόσμος σε όλη τη διαδρομή από το αεροδρόμιο μέχρι το κέντρο της πόλης. Για 20 μίλια ήταν έξω στον δρόμο και μας περίμεναν με σημαίες. Όταν φτάσαμε στο Παναθηναϊκό γήπεδο, ήταν μια στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Αυτή ήταν η πρώτη στιγμή συνειδητοποίησα τι συνέβαινε στη χώρα, όταν επιστρέψαμε, συνειδητοποιήσαμε τι είχαμε κάνει και τι είχαμε πετύχει. Είναι κάτι πολύ σπάνιο και δεν νομίζω ότι μπορεί να συμβεί ξανά. Οι εκπλήξεις συνήθως λείπουν από το σύγχρονο ποδόσφαιρο. Αυτό που κάναμε, δεν θα ξεθωριάσει ποτέ. Είναι κάτι που μας κάνει πολύ περήφανους».