Αθλητική στήλη,
αποκλειστικά για χουλιγκάνους, λοβοτομημένους και κάφρους
*** Χουλιγκάνοι, Λοβοτομημένοι και Κάφροι όλων των ομάδων,
όλων των κομμάτων
και όλων των θρησκειών,
σάς χαιρετώ…
*** Το μότο «Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τηλεόραση»
έχει ακουστεί αναρίθμητες φορές στην αργόστροφη ημεδαπή «Τι-Βι»
και κατέχει περίοπτη θέση στη «Λίστα με τα Κλισέ των Ανεγκέφαλων».
Όντως, όταν είσαι ατάλαντος, όταν είσαι ανίκανος να εμπνευστείς και να εμπνεύσεις,
καταφεύγεις συστηματικώς σε τέτοιου είδους στερεότυπα,
τα οποία χρησιμοποιείς για να παραμένεις γαντζωμένος
στην -(όποια) ακριβοθώρητη ή φτηνοθώρητη- θεσούλα σου.
Όμως, η λυτρωτική αλήθεια ορίζει ότι, ΚΑΙ παρθενογενέσεις υπάρχουν,
ΚΑΙ διαφορετικές οπτικές που ανάγουν τις απλές ιδέες σε «σήματα-κατατεθέντα».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το νέο εγχείρημα τού «Open»,
που έκανε πρεμιέρα το βράδυ τής Δευτέρας.
Η ιδέα, απλή:
«Θα κάνουμε μία αθλητική εκπομπή στον απόηχο τής επικαιρότητας.».
Μέχρι εδώ, τίποτε το αξιοσημείωτο,
αλλά αμέσως μετά έρχεται ο ευρηματικός τίτλος να δώσει πνοή στον πηλό:
«11 αυτοί, 11 εμείς».
Η μνημειώδης φράση τού Φέρεντς Πούσκας,
η εμψυχωτική ατάκα που έλεγε στους παίκτες τού Παναθηναϊκού
κατά τη διάρκεια τής περίλαμπρης πορείας μέχρι το «Γουέμπλεϊ»,
η υπερ-απλουστευτική προπονητική προσέγγιση
που απέκτησε τεράστια ιστορική αξία
διότι συνεδέθη με τη μοναδική παρουσία ελληνικής ομάδας
σε τελικό τού Κυπέλλου Πρωταθλητριών,
έρχεται εν προκειμένω να αποτελέσει την εξόχως αβανταδόρικη κεντρική ιδέα
και τον βασικό αρχιτεκτονικό πυλώνα ώστε να χτιστεί ένα ξεχωριστό οικοδόμημα.
11 δημοσιογράφοι και ρεπόρτερς προσδοκούν να γίνουν η αριθμητική σημειολογία
και να προσδώσουν αναγεννητική δυναμική στο Στερεότυπο
(η ώρα έναρξης -ήτοι, η 11η βραδινή- ενισχύει έτι περαιτέρω το μήνυμα).
*** Ο Τίτλος.
Ο Τίτλος είναι το Ήμισυ τού Διανοητικού Παντός.
Ο Τίτλος είναι η Κορωνίδα τής Αποφθεγματικότητας.
Ο Τίτλος είναι η Αποθέωση τής Συμπύκνωσης.
Κατά διασκευήν τής περίφημης κινεζικής ρήσης,
ένας τίτλος (αξίζει όσο, και λέει όσα) χίλιες λέξεις.
Βεβαίως, η επιτυχία ενός τίτλου φέρει και τις ευθέως ανάλογες ευθύνες,
διότι αμέσως μετά έρχεται η επικέντρωση στο Περιεχόμενο.
Η τεράστια πρόκληση, λοιπόν, είναι,
να υπάρχει αρμονία και ισορροπία
ανάμεσα στα συγκοινωνούντα δοχεία που λέγονται «Διαφήμιση» και «Προϊόν».
Άντε και κατέφερες να βάλεις τούς καταναλωτές στο μαγαζί σου.
Θα μπορέσεις να τούς κρατήσεις
ή θα τούς κάνεις να αισθανθούν ότι εξήντλησες την καινοτομία σου στο «Φαίνεσθαι»;
Θα φτάσουν εύχαροι μέχρι το ταμείο σου
ή θα κάνουν αμέσως αναστροφή και θα ποδοπατιούνται στην πόρτα τής εξόδου;
Εν κατακλείδι,
είσαι παντοιοτρόπως προετοιμασμένος για την (ενδεχόμενη) Επιτυχία
ή έχεις τη -συνήθως αποτυχημένη- αντίληψη «Πάμε, κι όπου βγει…»;
Ο δρόμος από τη Θεωρία στην Πράξη είναι μακρύς
και ενίοτε αυτή η μετάβαση καθίσταται ουτοπικό διάνυσμα.
*** Η πρεμιέρα τής αθλητικής εκπομπής «11 αυτοί, 11 εμείς»
ήταν -εν μέρει δικαιολογημένα, ελέω πρώτης φοράς- διεκπεραιωτική,
όμως ήταν δομημένη πάνω σε ανεπιτρέπτως πρόχειρη σκαλέτα
(επί παραδείγματι, αυτό το τρικ επιχρυσωμένης φλυαρίας,
σύμφωνα με το οποίο οι συμμετέχοντες απηύθυναν ερωτήσεις μεταξύ τους
προκειμένου να ροκανιζόταν ο χρόνος,
θα μπορούσε να αντικατασταθεί από μία εποικοδομητική διαδικασία αλληλεπίδρασης,
όπου θα υποβάλλονται οι ερωτήσεις από τούς τηλεθεατές
και από τούς χρήστες τού hashtag στο Διαδίκτυο).
Άρα, ο τίτλος και η αρχική ιδέα διακρίνονται μεν από καινοτομία,
αλλά το άνευρο-άχρωμο-άοσμο-άγευστο αποτέλεσμα γεννά προβληματισμούς,
καθώς τα πρόσωπα είναι αντιτηλεοπτικά στην πλειονότητά τους
και δεν διαθέτουν καν τηλεοπτική αντιτηλεοπτικότητα.
Ένα καφενείο με εσάνς φαλλοκρατούμενου κομμωτηρίου,
μία ακκιζόμενη κουστωδία έμπλεη αυτο-αναφορικότητας
και σφύζουσα από κίβδηλο «comme il faut»·
οι σοβαροί προσέφεραν κάποιες στιγμές γέλιου,
οι γελοίοι προσέφεραν κάποιες στιγμές επίπλαστης σοβαρότητας,
ο κομπασμός τής κατά φαντασίαν αφρόκρεμας ήταν διάχυτος,
ο εκκωφαντικός βαυκαλισμός «Επιτέλους, βλέπω τη μάπα μου στο “γυαλί”.»
εκτονωνόταν από την αυτο-συντηρητική σκέψη
«Δεν πρέπει να καταλάβουν (και) οι τηλεθεατές τι είμαι.»,
η ζητούμενη «χημεία» είχε αντικατασταθεί από το κλικαδόρικο υποκατάστατο
«Ξέρω τι “κουφάλα” είσαι, ξέρεις τι “κουφάλα” είμαι,
οπότε θα συμπράξουμε στο συμψηφιστικό αφήγημα ότι ουδείς είναι “κουφάλα”
και θα ανταλλάσσουμε φιλοφρονήσεις, inside jokes, χασκογελάκια.».
Προσωπικώς, έχω άποψη και για τούς έντεκα τού «ρόστερ»
(θετική για κάποιους, αρνητική για τούς περισσότερους),
αλλά θα κάνω ονομαστική αναφορά μόνο σε έναν εξ αυτών.
Ο Γιώργος Τσαντάκης, ο παρουσιαστής και συντονιστής,
ανήκει στην ολιγάριθμη ομάδα των προσώπων που (επ)αξίως έχουν θέση στην Τηλεόραση,
καθώς -εκτός από την ευστροφία του και από την επαγγελματική επάρκειά του-
διακρίνεται για την εξαιρετική ορθοφωνία του
(διόλου τυχαίως, είναι και αφηγητής σε ντοκιμαντέρ).
Τώρα, όμως, πρέπει να αντεπεξέλθει σε ιδιαιτέρως δύσκολο έργο,
αφού καλείται να γεφυρώσει χάσματα και να τμήσει παράλληλες ευθείες
που προέρχονται από τα παριστάμενα «Τοτέμ τής Πλέμπας και τής Λουμπενιάς».
Κατά τα λοιπά, δεν διδαχθήκαμε κάτι καινούργιο από τη συγκεκριμένη ομάδα·
τουναντίον,
ήρθε η εκκωφαντική επισφράγιση τής σαθρής κουλτούρας που κυριαρχεί στην Αθλητικογραφία
και αντιμετωπίζει την Ελληνική Γλώσσα ως «Αντικείμενο Βιασμού».
Συμπράττοντες επί χρόνια -είτε διά τής Δράσης, είτε διά τής Ανοχής-
άπαντες οι έχοντες λειτουργηματική ιδιότητα..:
εκδότες που απασχολούν στη δούλεψή τους
αμόρφωτα-απαίδευτα-ακαλλιέργητα-αστοιχείωτα τσιράκια
και διαπράττουν σημαντικά εκφραστικά λάθη,
αθλητικογράφοι-αρθρογράφοι που διαπράττουν σημαντικά εκφραστικά λάθη,
αθλητικοί ρεπόρτερς που διαπράττουν σημαντικά εκφραστικά λάθη,
δημοσιογραφικές παπάτζες, τσαπατσουλιές, ανακρίβειες,
ασυνταξίες, σολοικισμοί, έπεα πτερόεντα χωρίς την ελάχιστη βαρύτητα,
και εν τέλει μία υφέρπουσα ψευτομαγκιά τού τύπου «Εγώ μιλάω τη “Γλώσσα τής Πιάτσας”.».
Όταν τα διαδικτυακά και εφημεριδιακά κείμενά τους
είναι -ως επί το πλείστον- από ασήμαντα έως φριχτά,
τι θα διαφοροποιούταν επί τα βελτίω μπροστά σε μία κάμερα;
Ως εκ τούτων,
ο τίτλος τής εκπομπής θα μπορούσε να ήταν «11 αυτοί, 11 εμείς, 11 “μαργαριτάρια”»,
καθώς τα ώτα μας εδέχθησαν για νιοστή φορά ασύμμετρη επίθεση.
Πάμε να τα δούμε, μήπως φτάσει κάποτε ο μπαλομανής συρφετός να μιλάει σωστά Ελληνικά.
1. «Εδώ εμείς εισβάλλουμε μέσ’ στα σπίτια σας…».
Το επίρρημα «μέσα» είναι παντελώς περιττό και συνιστά λεκτική υπερβολή
-όπως έλεγε κι η «Λαμέ» στην ταινία «Αχ, αυτή η γυναίκα μου»:
«Δεν χωρεί αμφιβολίας περί τούτου…»-
διότι η πρόθεση «εις» τού ρήματος «εισβάλλουμε» έχει ήδη δηλώσει το νόημα
(εκτός αν γίνεται προσπάθεια να διαχωριστούν
αυτοί που βλέπουν τηλεόραση στο σαλόνι, στην κουζίνα ή στην κρεβατοκάμαρα,
από αυτούς που βλέπουν τηλεόραση στη βεράντα ή στον κήπο).
2. «Ο Παναθηναϊκός είναι ο πρώτος που δίνει δύο συνεχόμενα ντέρμπι:
με την Α.Ε.Κ. στα Φιλαδέλφια και στο γήπεδό του, στο “Ο.Α.Κ.Α.”, με τον Ολυμπιακό.».
Στον έβδομο ορυμαγδό όλοι, φιλαδέλφια.
3. «Είναι κόντρα στις δικές μου αρχές, κατ’ αρχάς.».
Η Δημοσιογραφική Αμορφωσιά και η Δημοσιογραφική Λεξιπενία στο Ζενίθ.
Μιλάμε για θλιβερή γλωσσική ανεπάρκεια,
που μετατρέπεται σε μπλέντερ και πολτοποιεί τις έννοιες «Ιδεολογία» και «Χρόνος»,
ενώ συνάμα πρεσβεύει σε απόλυτο βαθμό
τη μαζική σύγχυση που παρατηρείται στη χρήση των φράσεων «Κατ’ Αρχήν» και «Κατ’ Αρχάς».
Η Αρχή είναι διττή έννοια, καθώς έχει ΚΑΙ χρονική σημασία, ΚΑΙ ιδεολογική σημασία,
οπότε εδώ έχουμε μία διατύπωση-αχταρμά
που κάνει τα κόκκαλα τού αρχαίου ημών προγόνου Αντισθένη να τρίζουν
και τον αναγκάζουν να κραυγάζει από το Υπερ-Πέραν το σοφό γνωμικό
«Αρχή Σοφίας, η των “Ονομάτων Επίσκεψις”.».
Σε απλά Ελληνικά,
οφείλουμε -ως πρώτο βήμα για την Πνευματικότητα, για τη Σοφία-
να γνωρίζουμε τι ξεστομίζουμε.
Άρα, λοιπόν, ένας πολίτης με στοιχειώδεις γνώσεις και με λογοτεχνικότητα,
θα προέβαινε σε μία διατύπωση τού στυλ
«Πρωτευόντως, είναι κόντρα στις δικές μου αρχές.»,
αλλά αυτές οι λεπτομέρειες δεν καθίστανται αντιληπτές όταν είσαι άσχετος ή ημιμαθής.
4. «Ήτανε μεγάλες οι απαιτήσεις τού ποδοσφαιριστή.
Το τελευταίο -νομίζω- που ζητούσε, ήταν τεσσερσήμισι εκατομμύρια.».
Άλλα ορίζει η Γραμματική, άλλα η «Δημοσιογραφία τού “Βράσε Όρυζα”»
Το σωστό είναι «τεσσεράμισι εκατομμύρια»,
αλλά η βιαστική version «τεσσερσήμισι εκατομμύρια» ενδείκνυται
-έως και δικαιούται συνταγογράφηση από γλωσσολόγο-
όταν ξύνεις αρειμανίως τούς όρχεις σου,
όταν πουλάς ζαρζαβατικά στη Λαχαναγορά
και όταν ρίχνεις «All In» ζαριά στην μπαρμπουτιέρα.
5. «Ο Μαρσιάλ, σαν αγωνιστικά χαρακτηριστικά,
νομίζω ότι πιο εύκολα μπορεί να παίξει μαζί με τον Γκαρσία, ας πούμε…».
Η πιο σεσημασμένη γλωσσική σύγχυση τού Νεοέλληνα.
Το «Ως» και το «Σαν», το «Σαν» και το «Ως», Ωσαννά ο Σανός.
Τώρα είναι η σειρά να πεταχτούν στο μπλέντερ και να υποστούν πολτοποίηση
η Ιδιότητα και η Παρομοίωση,
ενώ το «μαζί με» είναι το «Κερασάκι στην Τούρτα τής Αμορφωσιάς»
και μού θυμίζει το εξόχως σαρκαστικό-σουρεαλιστικό ανέκδοτο:
Πάει ένας στο σουβλατζίδικο και λέει στον σουβλατζή
«Φτιάξε μου δύο σουβλάκια “με χωρίς ντομάτα”.»
και τού απαντάει ο σουβλατζής
«Επειδή δεν έχω ντομάτα, να σού φτιάξω “με χωρίς κρεμμύδι”;».
6. «Ας μείνουμ’ εδώ.
Να γίνει πραγματικότητα, να ’χουμε και κάτι πιο χειροπιαστό στα χέρια μας.».
Ωραίο αυτό το «κάτι πιο χειροπιαστό στα χέρια μας»,
αλλά επειδή η εκπομπή είναι κατά βάσιν ποδοσφαιρική,
θα ήταν επίσης ωραίο το «κάτι πιο ποδοπιαστό στα χέρια μας»
(ή ακόμη-ακόμη και «κάτι πιο ποδοπιαστό στα πόδια μας»).
Όπως και να ’χει, εδώ ταιριάζει το «Παράσημο τής (Χειροπιαστής) Ανοιχτής Χειρός»,
ενώ σε μια γωνιά κλαίει συγκινημένη η… «Χείρα με τα Πέντε Ορφανά»,
συμπάσχοντας με την Ελληνική Γλώσσα που έμεινε χήρα πια.
7. «Τελευταία νίκη ομάδας φιλοξενούμενης σε ντέρμπι, πρεμιέρα πρωταθλήματος,
Π.Α.Ο.Κ.-Ολυμπιακός 1-2, πάλι στο 90′, Αβραάμ Παπαδόπουλος,
όπως προχθές πήγε να το βάλει ο Κοτάρσκι.».
Ο ορισμός τής κατάστασης «Δεν ξέρω τι λέω.».
Η εκπομπή προβάλλεται τη Δευτέρα,
το ντέρμπι Π.Α.Ο.Κ.-Παναθηναϊκός έχει διεξαχθεί την Κυριακή,
η Δευτέρα συνδέεται με την Κυριακή μέσω τού χρονικού επιρρήματος «Προχθές»,
ο τερματοφύλακας Κοτάρσκι πήγε να βάλει γκολ.
Σημειωτέον, ότι ουδείς εκ των έτερων δέκα συνομιλητών προέβη σε διόρθωση,
είτε επειδή επικρατεί στρεβλή συντεχνιακή αντίληψη μεταξύ τους,
είτε επειδή η Ακοή λειτουργεί μηχανικώς και ουχί συνειδητώς.
8. «Έχει επιστρέψει η Κανονικότητα στο Ελληνικό Ποδόσφαιρο.
Δηλαδή, έχουμε Καλλιθέα-Παναθηναϊκός 1-1, …».
Λοιπόν…
Ας πει κάποιος σε αυτόν τον ακάματο και έγκυρο εργάτη τής Ενημέρωσης
-αλλά με τρόπο, μην τυχόν και τρομάξει ο άνθρωπος-
ότι το ματς Καλλιθέα-Παναθηναϊκός έληξε 2-2 και το 1-1 ήταν απλώς το σκορ ημιχρόνου.
Πάντως,
το σημαντικό είναι ότι έχει επιστρέψει η Κανονικότητα στο Ελληνικό Ποδόσφαιρο
και αυτό φαίνεται κι από τη φερεγγυότητα που έχουν τα λεγόμενα των ρεπόρτερς του.
Μπίρα εκατό, λέμε… (λίρα εκατό, last century).
9. «Αυτό είναι ένα δείγμα απ’ το 2000 και 17,
ότι το Ελληνικό Ποδόσφαιρο επιστρέφει στην Κανονικότητα.».
Χαχαχα, είναι τόσο γελοία αυτή η χρον(ολογ)ική μέτρηση,
που φτάνει να καταντά… υπέροχη!
Είχαν περάσει μόλις λίγα δευτερόλεπτα από το προηγούμενο χτύπημα
και πριν ακόμη προλάβουμε να αποδεχθούμε
ότι η αναμέτρηση Καλλιθέα-Παναθηναϊκός είχε λήξει «Under 2,5»,
ήρθε το εκπληκτικό «2000 και 17» να μάς αποτελειώσει.
Τώρα πλέον,
ανοίγει διάπλατα ο δρόμος
για να αναφερόμαστε στα έτη με πρωτότυπους μαθηματικούς τρόπους
και όχι να μένουμε εγκλωβισμένοι στις κλασικές τυπικούρες.
Ναι, μπορούμε να λέμε ότι «Βρισκόμαστε στο 2024.»,
όμως έχει άλλη χάρη να λέμε ότι «Βρισκόμαστε στο 1000 και 1024.»
ή ακόμη καλύτερα και εντυπωσιακότερα να λέμε ότι
«Τού χρόνου θα βρισκόμαστε στο 45 εις το τετράγωνο.»
(πιο σύνθετες εξισώσεις είναι προαιρετικές).
10. «Θέλω να ρωτήσω τα παιδιά, αν το ρόστερ (τού Π.Α.Ο.Κ.) επιδεχόταν βελτιώσεων.».
Τα μεσήλικα «παιδιά» απήντησαν μεν στην ερώτηση,
αλλά είχαν πλήρη αδυναμία να επισημάνουν
ότι το ρήμα «(επι)δέχομαι» συντάσσεται με Αιτιατική και όχι με Γενική.
Ως εκ τούτου, ετούτην την ώρα στα βάθη τού Αφγανιστάν,
ένας ντόπιος που κάποτε επέρασε ως πρόσφυγας από τα μέρη μας,
διηγείται -σε σπαστά Ελληνικά- στους συμπατριώτες του:
«Το Έλληνα ντημοσιογκράφο ντεν επιντέχεται βελτιώσεις
γκιατί ντεν νοιάζεται για την (γ)κλώσσα του.».
11. «Σταύρο, επανέλαβε για όσους δεν άκουσαν…».
Αν ζούσε σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης,
θα είχε ως τελευταία επιθυμία του να γραφόταν στο μνήμα του η φράση
«Δεν ελπίζω ότι θα ακούσω Προστακτική δίχως Αύξηση Αορίστου.
Δεν φοβούμαι τίποτα.
Είμαι λέφτερος.».
Επιμύθιο:
11 αυτοί, 11 εμείς, 11 «μαργαριτάρια».
Υπήρξαν κι άλλα πέντε λάθη (οι «αλλαγές» που προβλέπει ο κανονισμός),
όμως εντάσσονταν στις ήδη καταγεγραμμένες κατηγορίες.
Πασαρέλα Αμορφωσιάς.
Νομιμοποίηση Αμορφωσιάς.
Όταν η «Αφρόκρεμα τής Αθλητικογραφίας και τού Αθλητικού Ρεπορτάζ»
υποπίπτει σε τόσα γλωσσικά και ενημερωτικά ολισθήματα
(και μάλιστα, σε μόλις μία εκπομπή),
ακόμη και ο πλέον ανυποψίαστος πολίτης αντιλαμβάνεται
ποιο είναι το επίπεδο που έχουν οι «Μαθητές τής Αφρόκρεμας»
και σε ποιο ταρταρώδες σημείο θα καταλήξει να είναι αυτό το επίπεδο
όταν φτάσει η ώρα να γίνει η «Παράδοση-Παραλαβή»
από τούς νυν δασκάλους στους νυν μαθητές.
Ήδη ακούγεται στ’ αφτιά μου -ως δυστοπική βοή-
η τοξική φράση «Σε μαλάκες απευθυνόμαστε…»,
που επί δεκαετίες αποτελεί κυρίαρχο δόγμα στα ενδοτικά «Μ.Μ.Ε.»
και έχει οδηγήσει στη σημερινή επικρατούσα νοοτροπία.
Προσωπικώς, ναι μεν θεωρώ ότι όντως ο Μαλάκας κατέχει μεγάλο ποσοστό στην Κοινωνία,
αλλά ανθίσταμαι και θα ανθίσταμαι εσαεί στην ούγκανη μάζα.
Ο καθείς επιλέγει το δικό του «target group»,
εγώ επιλέγω να μη συμπεριλαμβάνεται ο Μαλάκας στο δικό μου «target group»,
οπότε κλείνω ετούτο το πόνημα με ένα άρτι εμπνευσθέν απόφθεγμά μου:
Πίσω από τον Βολικό Μαλάκα κρύβεται ο Βολεμένος Μαλάκας.
Και οι νοούντες νοήτωσαν…
Ο Αθλητάμπουρας