Οι ιατροί ορίζουν το ιικό φορτίο του HIV ως τον αριθμό των αντιγράφων του ιού ανά ml αίματος. Σε πρώτη φάση χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της εξέλιξης του ιού μετά τη διάγνωση της λοίμωξης και στη συνέχεια για την παρακολούθηση της θεραπευτικής πορείας.

Όταν ένα άτομο προσβάλλεται από τον HIV, ο ιός αντιγράφει τον εαυτό του μέσα στο αίμα του ατόμου. Όσα περισσότερα αντίγραφα δημιουργηθούν, τόσο ισχυρότερο το φορτίο του ιού. Εάν το φορτίο του ιού είναι υψηλό στο αίμα, θα είναι επίσης υψηλό και στα άλλα σωματικά υγρά, όπως είναι τα κολπικά και το σπέρμα. Ο κύριος σκοπός των θεραπειών του HIV είναι η μείωση του ιικού φορτιού στο σημείο που ο ιός δεν θα είναι πια ανιχνεύσιμος στο αίμα.

Όταν ένα άτομο πρωτοδιαγνωστεί με HIV, το φορτίο του ιού είναι συνήθως υψηλό και μειώνεται καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα αρχίζει να πολεμά τον ιό. Χωρίς θεραπεία το ιικό φορτίο θα αυξηθεί εκ νέου όταν ο ιός αρχίζει να καταστρέφει κάποια συγκεκριμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού γνωστά ως CD4.

Μετά την έναρξη της αντιρετροϊκής αγωγής τα επίπεδα του ιικού φορτιού θα αρχίσουν και πάλι να μειώνονται. Όταν αυτό συμβεί, σημαίνει ότι η θεραπεία είναι αποτελεσματική και η εξέλιξη του ιού έχει σταματήσει. Όσο πιο χαμηλά είναι τα επίπεδα του ιικού φορτίου, τόσο λιγότερες είναι οι πιθανότητες μετάδοσης του ιού.

Σύμφωνα με τα κέντρα ελέγχου και πρόληψης νοσημάτων, ένα μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο σημαίνει ότι υπάρχουν λιγότερα από 200 αντίγραφα του ιού ανά ml αίματος και η πιθανότητα μετάδοσης του ιού σε οροαρνητικό σύντροφο είναι σχεδόν μηδενική, ακόμα και χωρίς τη χρήση προφυλακτικού.

Σχεδόν όποιος ξεκινά αντιρετροϊκή αγωγή βρίσκει μέσα στο πρώτο 6μηνο τη συνταγή που είναι αποτελεσματική για αυτόν. Ένας στους έξι μπορεί να χρειαστεί περισσότερο χρόνο για λόγους που σχετίζονται με την ανοχή της θεραπείας ή τη συμμόρφωση σε αυτή.

Η λοίμωξη από τον HIV είναι ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας. Όταν ο ιός είναι πια μη ανιχνεύσιμος, η θεραπεία θα πρέπει να συνεχιστεί ακριβώς επειδή κάποια αντίγραφα του ιού πάντα παραμένουν στο αίμα. Όταν η λοίμωξη από τον ιό τεθεί υπό έλεγχο, τα άτομα που τον φέρουν έχουν ακριβώς την ίδια ποιότητα ζωής με αυτά που δεν τον φέρουν.

Τα άτομα που ζουν με τον HIV θα πρέπει να ελέγχουν το ιικό φορτίο κάθε 3-4 μήνες, ώστε να παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα της αγωγής που λαμβάνουν. Επιπλέον, εξετάσεις θα πρέπει να γίνουν εάν γίνει κάποια αλλαγή στην αγωγή ή εάν εμφανιστούν συμπτώματα. Το χαμηλό ή μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο είναι ενδεικτικά μιας αποτελεσματικής θεραπείας. Εάν το ιικό φορτίο αρχίζει να αυξάνεται, θα πρέπει ίσως να γίνουν τροποποιήσεις στη θεραπεία.

Ο έλεγχος του ιικού φορτίου γίνεται με μια απλή αιμοληψία, χωρίς να χρειάζεται κάποια προετοιμασία του ασθενούς. Εκτός από τα επίπεδα του ιικού φορτίου ελέγχεται επίσης και η συγκέντρωση των CD4 κυττάρων. Εάν η συγκέντρωσή τους είναι υψηλή, αυτό σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα είναι δυνατό και ικανό να καταπολεμήσει τις λοιμώξεις. Συνήθως τα αποτελέσματα είναι έτοιμα σε λίγες ημέρες. Είναι πολύ σημαντικό το οροθετικό άτομο να φτάσει στο σημείο που το ιικό φορτίο είναι μη ανιχνεύσιμο, καθώς τότε δεν θα έχει καμία έκπτωση στην ποιότητα ζωής του.

www.andrologia.gr