Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας ανασκόπησης που διεξήχθη σε παγκόσμιο επίπεδο, τα παιδιά που συμμετείχαν σε σχολικά προγράμματα για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν επεισόδια κακοποίησης σε έναν ενήλικα, σε σύγκριση με όσα δεν έλαβαν τη σχετική εκπαίδευση.

Για τους σκοπούς της ανασκόπησης, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό, οι ερευνητές εξέτασαν τις δημοσιευμένες μελέτες που είχαν διεξαχθεί σε περίπου 6.000 δημοτικά και γυμνάσια σε διάφορες περιοχές του κόσμου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι από τα παιδιά που έλαβαν εκπαίδευση σχετικά με την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης περίπου τα 14 στα 1.000 αποκάλυψαν κάποια μορφή σεξουαλικής κακοποίησης, ενώ από τα παιδιά που δεν έλαβαν παρόμοια εκπαίδευση κακοποίηση ανέφεραν μόνο τα 4 στα 1.000.

Οι ερευνητές, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματα πρέπει να ερμηνευτούν με προσοχή εξαιτίας της μέτριας ποιότητας των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν. Επίσης, καταλήγουν στο γεγονός ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα προκειμένου να υποστηριχτεί ότι τα εξειδικευμένα σχολικά προγράμματα μπορούν να μειώσουν τη συχνότητα εμφάνισης της σεξουαλικής κακοποίησης.

Σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο εκτιμάται ότι τουλάχιστον 1 στα 10 κορίτσια και 1 στα 20 αγόρια έχουν δεχθεί σεξουαλική κακοποίηση. Παράλληλα, τα παιδιά που έχουν δεχθεί σεξουαλική κακοποίηση είναι πιο πιθανό να πέσουν θύματα σεξουαλικής επίθεσης στο μέλλον, ως ενήλικες. Παράλληλα, έχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν και άλλα προβλήματα στη μετέπειτα ζωή τους, όπως είναι η κατάθλιψη, οι διαταραχές στην πρόσληψη τροφής, η κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών και η αυτοκτονία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αρκετές είναι οι χώρες που διαθέτουν σχολικά προγράμματα πρόληψης της σεξουαλικής κακοποίησης . Σε κάποιες μάλιστα, τα προγράμματα αυτά είναι ενεργά ήδη από το 1980 και διδάσκουν τα παιδιά πώς να αναγνωρίζουν τη σεξουαλική κακοποίηση, πώς να αντιδρούν σε αυτή και πώς να την αναφέρουν. Η ανασκόπηση συγκέντρωσε δεδομένα από 24 μελέτες, οι οποίες είχαν διεξαχθεί σε δημοτικά και γυμνάσια επτά χωρών, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, του Καναδά, της Κίνας, της Ισπανίας, της Ταϊβάν κα της Τουρκίας.

Οι μελέτες εξέτασαν διαφορετικούς τύπους προγραμμάτων για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης που κυμαίνονταν από μία μόνο 45λεπτη συνεδρία μέχρι και 8 20λεπτες. Τα προγράμματα διέφεραν αρκετά μεταξύ τους, αλλά το περιεχόμενό τους είχε κοινά σημεία. Για παράδειγμα, όλα δίδασκαν στα παιδιά τους κανόνες ασφαλείας, την ιδιοκτησία του σώματός τους, τα ιδρωτικά τους μέρη, πώς να ξεχωρίζουν τους διαφορετικούς τύπους αγγίγματος και τους διαφορετικούς τύπους μυστικών και σε ποιον να μιλήσουν εάν κάτι τέτοιο συμβεί. Παράλληλα, διέθεταν οπτικοαουστικό υλικό για την καλύτερη μετάδοση των μηνυμάτων και οι μέθοδοι διδασκαλίας που χρησιμοποιούσαν ποίκιλλαν από τα παιχνίδια ρόλων στη συζήτηση και την ανατροφοδότηση.

Η ανασκόπηση των προγραμμάτων αυτών έδειξε ότι μπορούν να αυξήσουν τη γνώση των παιδιών αναφορικά με τη σεξουαλική κακοποίηση. Σε τέσσερις από τις μελέτες βρέθηκε ότι τα παιδιά θυμούνταν αυτά που είχαν διδαχθεί πριν από έξι μήνες. Παράλληλα, τα παιδιά που είχαν συμμετάσχει σε τέτοια προγράμματα ήταν πιο πιθανό να προσπαθήσουν να προστατεύσουν τον εαυτό τους σε ένα υποθετικό σενάριο κακοποίησης, σε σύγκριση με τα παιδιά που δεν είχαν συμμετάσχει σε αυτά. Το σενάριο περιλάμβανε την ερώτηση ενός ξένου να συνοδεύσει το παιδί έξω από το σχολείο.

Οι μελέτες που εξετάστηκαν από τους ερευνητές είχαν πολύ λίγα στοιχεία σχετικά με το άγχος ή την ανησυχία που μπορεί να βιώνουν τα παιδιά έπειτα από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα και σε γενικές γραμμές δεν αναφέρθηκαν αρνητικές συνέπειες. Είναι, ωστόσο, απαραίτητη η περαιτέρω μελέτη για να επιβεβαιωθεί ότι τα προγράμματα αυτά όντως προλαμβάνουν τη σεξουαλική κακοποίηση.

Στη συζήτηση, οι συγγραφείς της ανασκόπησης αναφέρουν τις δυσκολίες που υπάρχουν στην εκτίμηση για το εάν ένα παιδί έχει αποκτήσει τις απαραίτητες δεξιότητες έτσι ώστε να περιφρουρήσει τον εαυτό του και να αναφέρει την κακοποίηση. Ακόμα κι αν ένα παιδί κάνει αυτό που πρέπει όταν εξασκείται σε ένα υποθετικό σενάριο, δεν είναι σίγουρο ότι θα αντιδράσει με τον ίδιο τρόπο σε πραγματικές συνθήκες. Άλλωστε, τα παιχνίδια ρόλων όπου χρησιμοποιούνται ηθοποιοί ή ερευνητικοί βοηθοί δεν μπορούν να μιμηθούν επακριβώς τις πραγματικές καταστάσεις. Για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι στις περισσότερες περιπτώσεις κακοποίησης ο δράστης είναι κάποιος που το παιδί ήδη γνωρίζει.

Συμπερασματικά, οι συγγραφείς καταλήγουν ότι τα αποτελέσματα της ανασκόπησης υποστηρίζουν την ανάγκη τα παιδιά να ενημερώνονται σχετικά με τη σεξουαλική κακοποίηση και να μαθαίνουν πώς μπορούν να προστατεύουν τον εαυτό τους, αλλά αναδεικνύουν, επίσης, την ανάγκη συνεχούς αξιολόγησης των σχολικών προγραμμάτων. Είναι σημαντικό να διερευνηθεί η πραγματική αποτελεσματικότητά τους στο πεδίο της πρόληψης και γι’ αυτό χρειάζεται η διεξαγωγή μεγάλων προοπτικών μελετών που θα παρακολουθούν τα παιδιά μέχρι την ενηλικίωσή τους.

Αντί επιλόγου, θυμίζουμε τα ευρήματα μιας μελέτης που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2014, σύμφωνα με τα οποία η ψυχολογική κακοποίηση κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας είναι το ίδιο επιβλαβής με τη σεξουαλική και τη σωματική. Τα παιδιά, λοιπόν, που βιώνουν ψυχοσυναισθηματική κακοποίηση ή παραμέληση αντιμετωπίζουν παρόμοια ή και χειρότερα ψυχικά προβλήματα, σε σύγκριση με όσα είναι θύματα σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης.

Πηγή: medicalnewstoday

 Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης