Το σεξ με συναινετικό σωματικό περιορισμό αναφέρεται σε μια μορφή σεξουαλικού παιχνιδιού που περιλαμβάνει συναινετικό δέσιμο ή περιορισμό ενός συντρόφου σε μια σεξουαλική στάση για να δώσει ή να λάβει σεξουαλική ευχαρίστηση. Πρόκειται για σεξουαλική πρακτική που ανήκει στη σφαίρα των BDSM πρακτικών ξεφεύγοντας από τα κανονιστικά κοινωνικά πρότυπα. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια συναινετική δραστηριότητα που περιλαμβάνει τη χρήση σωματικών περιορισμών για τον περιορισμό της ελευθερίας κινήσεων του συντρόφου. Είναι μια απόλυτα υγιής μορφή σεξουαλικής δραστηριότητας όταν λαμβάνει χώρα με την προϋπόθεση της αμοιβαίας συναίνεσης και του αμοιβαίου σεβασμού, στοιχείο που τη διαχωρίζει από τη σεξουαλική κακοποίηση και την ενδοοικογενειακή βία.
Εμπίπτει στην ομπρέλα του παιχνιδιού εξουσίας, όπου ο ένας σύντροφος αναλαμβάνει έναν πιο κυρίαρχο ρόλο κατά τη διάρκεια του σεξ ενώ ο άλλος έναν υποτακτικό. Αν και αυτό προϋποθέτει μια ιεραρχία εξουσίας, είναι καλύτερο να χαρακτηρίσουμε την εν λόγω πρακτική ως έναν ανοιχτό διάλογο για τη διαπραγμάτευση συμπεριφορών και την επίτευξη αμοιβαίας απόλαυσης από τη σωματική και την ψυχολογική διέγερση.
Ωστόσο, είναι επίσης δυνατό για ένα άτομο να ασκήσει αυτοδέσμευση κατά τη διάρκεια του αυνανισμού. Μια μελέτη του 2017 σημειώνει ότι περίπου 1 στους 5 Αμερικανούς έχει εμπλακεί σε πρακτικές δεσίματος και περιορισμού και μια άλλη μελέτη του 2017 προσθέτει ότι το ενδιαφέρον για το BDSM είναι παρόν στο μεγαλύτερο μέρος του γενικού πληθυσμού. Παρά την επικράτηση τους οι πρακτικές αυτές παραμένουν θέμα ταμπού- ενώ για χρόνια θεωρούνταν ένδειξη ψυχολογικής αστάθειας. Ωστόσο, έχει υπάρξει μια αλλαγή στην αφήγηση τα τελευταία χρόνια και πολλοί ειδικοί βλέπουν τώρα τις συναινετικές δραστηριότητες BDSM ως μια σχετικά κοινή και υγιή μορφή οικειότητας.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 58,9% των ανδρών και το 54,4% των γυναικών που ασκούν BDSM αναφέρουν την πρακτική του δεσίματος ως μία από τις αγαπημένες τους δραστηριότητες BDSM. Επιπλέον, μια μελέτη του 2015 που προσθέτει ότι είναι μια προτιμώμενη δραστηριότητα, με περισσότερο από το 85% να δηλώνουν ότι έχουν δοκιμάσει αυτή την εμπειρία κι έχουν απολαύσει από αυτή.
Μια συστηματική ανασκόπηση του 2021 σημειώνει ότι οι αλληλεπιδράσεις BDSM είναι περίπλοκες και αρκετές ψυχολογικές, κοινωνικές και βιολογικές διεργασίες μπορούν να επηρεάσουν αυτή τη σεξουαλική συμπεριφορά. Ερευνητικά δεδομένα του 2019 δείχνουν ότι επιτρέπει στους ανθρώπους να διεκδικούν την κυριαρχία δίνοντάς τους απόλυτο έλεγχο και εξουσία πάνω στην κατάσταση. Ομοίως, μια μελέτη του 2020 σημειώνει ότι πολλοί ασκούμενοι βρίσκουν ότι το να δίνεις, να παίρνεις και να ανταλλάσσεις δύναμη είναι σεξουαλική διέγερση. Επιπλέον, η μελέτη προσθέτει ότι το παιχνίδι με τη διαπροσωπική δύναμη μέσω της ανταλλαγής δύναμης μέσω σωματικού περιορισμού είναι ένας από τους πιο συνηθισμένους λόγους που οι άνθρωποι επιδίδονται σε αυτές τις πρακτικές. Άλλοι σημειώνουν ότι μπορεί να συγκρίνουν τη πρακτική με έναν ερωτικό τρόπο εξάσκησης της ενσυνειδητότητας, παρόμοιο με τον διαλογισμό ή άλλες γενικές δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, καθώς τους επιτρέπει να χαλαρώσουν και να ασκήσουν μια μορφή εστιασμένης προσοχής. Μια μελέτη του 2019 προσθέτει επίσης ότι τα συστήματα πόνου και ανταμοιβής του εγκεφάλου μπορούν να εξηγήσουν γιατί οι άνθρωποι απολαμβάνουν το BDSM. Καθώς η ευχαρίστηση και ο πόνος μπορεί να ενεργοποιήσουν το ίδιο μέρος του εγκεφάλου, η ενασχόληση με αυτές τις πρακτικές μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της ευχαρίστησης.
Επιπλέον, η χρήση περιορισμών μπορεί να προκαλέσει ένα αίσθημα αισθητηριακής στέρησης. Αυτό ενδέχεται όχι μόνο να αυξήσει τον ενθουσιασμό ενός ατόμου, αλλά και να ενισχύσει την αίσθηση των υπόλοιπων αισθήσεων, οι οποίες μπορούν να αυξήσουν την ευχαρίστηση. Παράλληλα μπορεί να ενθαρρύνει τα ζευγάρια να εξερευνήσουν τις επιθυμίες και τις φαντασιώσεις τους. Σε κάθε περίπτωση οι πρακτικές BDSM εξαρτώνται από την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια. Αυτή η αίσθηση ευπάθειας που προκύπτει με την παραίτηση από τον έλεγχο μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη εμπιστοσύνης και εγγύτητας μεταξύ των συντρόφων. Η εξάσκηση της εν λόγω πρακτικής μάλιστα ενδέχεται να βελτιώσει τις επικοινωνιακές δεξιότητες, συμπεριλαμβανομένης της διαπραγμάτευσης και της διεκδικητικότητας.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει, όμως, ένα ζευγάρι να προχωρήσει σε πρακτικές σωματικού περιορισμού εάν δεν έχει εγκατασταθεί μεταξύ των συντρόφων ένα πλαίσιο ασφάλειας, εμπιστοσύνης, αμοιβαίου σεβασμού και αδιαπραγμάτευτης συναίνεσης.