Πριν από έναν χρόνο Γερμανοί ερευνητές δημοσίευσαν τα αποτελέσματα μιας μελέτης, η οποία διεξήχθη σε μόνο μία κλινική, είχε δείγμα 4.752 άνδρες κι έδειξε μια συσχέτιση ανάμεσα στη χρήση φαρμάκων για την αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας (ΣΔ) έπειτα από ριζική προστατεκτομή και τη βιοχημική υποτροπή του καρκίνου του προστάτη.

Τα ευρήματά της απασχόλησαν πολύ τους ειδικούς και κάποιοι κλινικοί ανησύχησαν σε τέτοιο βαθμό, που δίσταζαν να χορηγήσουν τα φάρμακα αυτά, τα οποία είναι γνωστά ως αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5 (PDE5i) και αποτελούν την πρώτη γραμμή θεραπείας για τη ΣΔ που εμφανίζεται συχνά μετά την προστατεκτομή.

Οι Γερμανοί ερευνητές δήλωσαν πέρυσι έκπληκτοι από τη συσχέτιση που αποκάλυψαν, καθώς αρχικά θεωρούσαν ότι η αγωγή με PDE5i θα μπορούσε να λειτουργήσει προστατευτικά.

Μια διεθνής ερευνητική ομάδα, λοιπόν, αποφάσισε να επανεξετάσει το ζήτημα. Αυτήν τη φορά χρησιμοποιήθηκε μια πιο επίσημη πηγή από σουηδική βάση δεδομένων σχετικά με τις καταγραφές του καρκίνου του προστάτη και τις συνταγογραφούμενες θεραπείες σε εθνικό επίπεδο.

Από το σύνολο των ανδρών που είχαν εντοπισμένο καρκίνο του προστάτη, υποβλήθηκαν σε ριζική προστατεκτομή ή ακτινοθεραπεία μέσα στο 2006 ή το 2007 και ήταν 5 χρόνια υπό παρακολούθηση, οι ερευνητές εντόπισα 293, οι οποίοι έκαναν βιοχημική υποτροπή μετά τη θεραπεία και 5.767 που δεν έκαναν.

Αγωγή με PDE5i χορηγήθηκε στο 51% των ανδρών που έκαναν υποτροπή και στο 58% των ανδρών που δεν έκαναν. Πιο συγκεκριμένα, χορηγήθηκαν σιλδεναφίλη (Viagra), βαρδεναφίλη (Levitra) και τανταλαφίλη (Cialis). Στη νέα αυτή μελέτη, λοιπόν, δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στη λήψη PDE5i και την υποτροπή του καρκίνου του προστάτη μετά τη θεραπεία. Η μελέτη δημοσιεύτηκε διαδικτυακά στις 30 Δεκεμβρίου στο EuropeanUrology.

Τα πρόσφατα αυτά ευρήματα είναι πολύ σημαντικά, διότι δείχνουν ότι τα φάρμακα αυτά που δυστυχώς είναι συνήθως απαραίτητα έπειτα από τη ριζική προστατεκτομή δεν βλάπτουν τον ασθενή. Παράλληλα, μια ιταλική μελέτη που διεξήχθη σε μόνο ένα κέντρο, επίσης δεν βρήκε σύνδεση ανάμεσα στη λήψη φαρμάκων για τη ΣΔ και την υποτροπή του καρκίνου του προστάτη.

Ένας από τους συγγραφείς της γερμανικής μελέτης, όμως, υπερασπίστηκε την έρευνα αυτή, η οποία διεξήχθη σε μια από τις μεγαλύτερες κλινικές για τον καρκίνο του προστάτη σε παγκόσμιο επίπεδο. Πιστεύει ότι οι διαφορές κυρίως οφείλονται στις διαφορετικές ομάδες ασθενών που χρησιμοποιήθηκαν. Στη γερμανική μελέτη συμμετείχαν μόνο ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε χειρουργείο και στην πλειονότητα το νόσημα εντοπιζόταν μόνο στο όργανο. Οι Γερμανοί ερευνητές, λοιπόν, θεωρούν πως μια μικρή βιολογική επίδραση, όπως αυτή που ενδέχεται να έχει η λήψη ενός PDE5i μπορεί να ανιχνευτεί καλύτερα σε ασθενείς με καλύτερη γενική πρόγνωση παρά σε ασθενείς με πιο επιθετικούς καρκινικούς όγκους. Στη σουηδική μελέτη, από την άλλη, το δείγμα των ασθενών ήταν πιο ετερογενές. Σε κάθε περίπτωση, ο συγγραφέας της γερμανικής μελέτης κατέληξε ότι τα νέα αυτά ευρήματα αποτελούν «καλά νέα».

Πιο συγκεκριμένα, η σουηδική μελέτη έδειξε ότι η χρήση των PDE5i δεν σχετίζεται με βιοχημική υποτροπή του καρκίνου του προστάτη ύστερα από ριζική προστατεκτομή. Δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική σχέση ακόμα κι όταν ελέγχθηκε η επίδραση ενός μεγάλου αριθμού πιθανών συγχυτικών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων του εισοδήματος, της οικογενειακής κατάστασης και του Gleasonscore. Τα αποτελέσματα δεν άλλαξαν ούτε μετά τον επιπρόσθετο έλεγχο για ενδεχόμενη χειρουργική παθολογία.

Τα ευρήματα της σουηδικής μελέτης, μάλιστα, δείχνουν ότι τα φάρμακα για τη στυτική δυσλειτουργία μπορεί να δράσουν μέχρι και προστατευτικά. Οι άνδρες που λάμβαναν PDE5i σε δόσεις μεγαλύτερες από τη μέση είχαν ελαφρώς χαμηλότερο κίνδυνο βιοχημικής υποτροπής έπειτα από προστατεκτομή και ο κίνδυνος παρέμενε χαμηλός μετά τον έλεγχο της επίδρασης των παθολογικών χαρακτηριστικών του όγκου.

Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr