Η σχέση της στυτικής δυσλειτουργίας με τα καρδιαγγειακά νοσήματα έχει απασχολήσει αρκετά την επιστημονική κοινότητα τα τελευταία χρόνια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία μιας προοπτικής μελέτης, η οποία θέλησε να προχωρήσει πέρα από τη συσχέτιση των δύο καταστάσεων, στην ανάδειξη της στυτικής δυσλειτουργίας ως προγνωστικό παράγοντα των καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Η μελέτη αυτή συνέλεξε τα δεδομένα της από αρχεία νοσοκομείων. Οι επιστήμονες σε πρώτη φάση κατέγραψαν τους άνδρες με στυτική δυσλειτουργία και χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακού νοσήματος που θα συμμετείχαν στη μελέτη κι έπειτα εξέτασαν ποιοι από αυτούς εισήλθαν στο νοσοκομείο ή και απεβίωσαν εξαιτίας καρδιαγγειακού επεισοδίου. Το ποσοστό των ανδρών με ΣΔ που εμφάνισε τελικά καρδιαγγειακό νόσημα συγκρίθηκε με το αντίστοιχο ποσοστό στον γενικό πληθυσμό.

Οι επιστήμονες λένε πως τόσο η στυτική δυσλειτουργία όσο και τα αθηροσκληρωτικά καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν εκδηλώσεις μιας γενικευμένης δυσλειτουργίας του ενδοθηλίου των αγγείων. Τα ευρήματα της μελέτης δείχνουν πως η στυτική δυσλειτουργία είναι ισχυρός προγνωστικός δείκτης των αθηροσκληρωτικών καρδιαγγειακών επεισοδίων.

Παράλληλα, η προβλεπτική αξία της στυτικής δυσλειτουργίας είναι πιο μεγάλη στις μικρότερες ηλικιακές ομάδες. Ιδιαίτερα λοιπόν στους νέους ανθρώπους που εμφανίζουν στυτική δυσλειτουργία είναι απαραίτητος ο διαγνωστικός έλεγχος και η διερεύνηση των παραγόντων κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Άλλωστε, αυτά τα νοσήματα μπορεί να υποβόσκουν σιωπηλά, χωρίς συμπτώματα.

Το πιο ελπιδοφόρο ίσως εύρημα της μελέτης είναι πως η στυτική δυσλειτουργία προηγείται πολλά χρόνια πριν από τα σοβαρά καρδιαγγειακά επεισόδια κι έτσι δίνει τη δυνατότητα πρόληψης κι ελαχιστοποίησης του κινδύνου.

Πηγή: medicalnewstoday


Το άρθρο υπογράφει ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,

www.andrologia.gr