Ενώ η ηλικία της γυναίκας επηρεάζει σημαντικά τις πιθανότητες σύλληψης, η ηλικία του άνδρα δεν φαίνεται να έχει επίδραση στις πιθανότητες επιτυχίας της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση 10 μελετών που έλαβαν χώρα την τελευταία δεκαετία δεν βρήκε στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στην ηλικία των ανδρών και την επιτυχία της εξωσωματικής γονιμοποίησης και της σπερματέγχυσης. Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν την ένωση του σπερματοζωαρίου και του ωαρίου στο εργαστήριο, καθώς και τη μεταφορά δύο ή περισσότερων εμβρύων στη μήτρα της γυναίκας, εάν η γονιμοποίηση επιτευχθεί. Η σπερματέγχυση χρησιμοποιείται κυρίως όταν συντρέχουν προβλήματα σχετικά με τη γονιμότητα του άνδρα, όπως είναι η μικρή ποσότητα και η φτωχή ποιότητα σπέρματος. Η διαδικασία αυτή προβλέπει την απομόνωση ενός σπερματοζωαρίου και την άμεση έγχυσή του μέσα στο ωάριο.
Είναι γνωστό ότι η αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας αρχίζει να φθίνει μετά την ηλικία των 35, ενώ μειώνεται δραματικά μετά την ηλικία των 40. Επιπρόσθετα, οι πιθανότητες μια γυναίκα να κάνει παιδί με τη βοήθεια των θεραπειών και των μεθόδων της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μειώνονται επίσης όσο αυξάνεται η ηλικία της. Οι άνδρες, από την άλλη, μπορούν να τεκνοποιήσουν ακόμη και μετά τα 55. Σύμφωνα βέβαια με διάφορες μελέτες, έχουν και οι άνδρες το δικό τους είδος βιολογικού ρολογιού. Η ποιότητα του σπέρματος φαίνεται να μειώνεται μετά την ηλικία των 40, με αποτέλεσμα να μειώνονται και οι πιθανότητες απόκτησης απογόνου. Σε μια μελέτη, για παράδειγμα, βρέθηκε αυξημένος κίνδυνος αποβολής σε ζευγάρια που ο άνδρας ήταν πάνω από 40.
Δεν είναι μεγάλος όμως ο αριθμός των μελετών που εξέτασαν τη σχέση της ηλικίας του άνδρα με το αποτέλεσμα των θεραπειών υπογονιμότητας. Η παρούσα μετα-ανάλυση συγκέντρωσε τα αποτελέσματα 10 μεγάλων μελετών που εξέτασαν την παραπάνω σχέση. Οι περισσότερες μελέτες δεν βρήκαν σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στην ηλικία του άνδρα και τη πιθανότητα σύλληψης ή τη πιθανότητα απόκτησης ενός παιδιού.
Υπήρχε όμως μια μελέτη στην οποία συμμετείχαν 221 ζευγάρια, η οποία βρήκε πως, όταν ο άνδρας είναι πάνω από 40, η πιθανότητα εγκυμοσύνης μειώνεται στο 13%, ενώ η ίδια πιθανότητα βρέθηκε 53% σε άνδρες κάτω από 35 και 35% σε άνδρες από 36 έως 40. Παρομοίως βρέθηκαν να μειώνονται οι πιθανότητες γέννησης παιδιού από 38% σε άνδρες κάτω από 35 στο 17% σε ηλικίες 36-40 και στο 7% σε άνδρες πάνω από 40.
Ωστόσο, αυτή η μελέτη από μόνη της δεν μπορεί να αποδείξει την επίδραση της ηλικίας του άνδρα στην αποτελεσματικότητα των θεραπειών υπογονιμότητας, αν και σύμφωνα με τους ερευνητές ήταν η μόνη προοπτική. Σε γενικές γραμμές, οι προοπτικές μελέτες παρέχουν πιο έγκυρα δεδομένα κι έχουν μεγαλύτερη αποδεικτική ισχύ.
Συνεπώς, αν και τα δεδομένα δεν είναι επαρκή ώστε να αποδειχθεί η σχέση ανάμεσα στην ηλικία του άνδρα και την επιτυχία της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι χρειάζονται περισσότερες προοπτικές μελέτες, ομοιογενείς ως προς τον σχεδιασμό τους, έτσι ώστε τα αποτελέσματα να συγκρίνονται.
Η κατανόηση της επίδρασης της ηλικίας του άνδρα στη γονιμότητα εν γένει είναι πολύ σημαντική, καθώς πολλά ζευγάρια πλέον καθυστερούν την εγκυμοσύνη, ενώ παράλληλα οι δεύτεροι γάμοι είναι αρκετά συχνοί.
Πηγή: Reuters
Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος,
Δ/ντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,
www.andrologia.gr