Δύο είναι οι δυνατές απαντήσεις μπροστά στο σαρκικό ξέσπασμα, σύμφωνα με τον Οκτάβιο Παζ: το τρανταχτό γέλιο και η απάθεια. Η απάθεια είναι η φιλοσοφική απάντηση, ενώ το γέλιο η μυθολογική. Ο φιλόσοφος που θέλει να γνωρίσει τα πάντα δεν θέλει να γνωρίσει τίποτα για τον σπασμό που τον ρίχνει κάτω στη γη.

Το σεξ είναι ο μέγας απών της φιλοσοφικής πραγματείας. Σε αυτό διαφέρουν οι φιλόσοφοι από τους αδερφούς εχθρούς, τους θεολόγους που καταχωρούν με λεπτομέρειες τις αμαρτίες και τους αρπισμούς της σάρκας μέχρι και το να συζητούν σοβαρά για το φύλο των αγγέλων. Στα χρειώδη για τον πόλεμο κατά της αμαρτίας, περιλαμβάνεται και μια περιέργεια για τις μεθόδους και τους τρόπους της. Ενώ για τον φιλόσοφο, η αταραξία εξαίρει από τη μελέτη τέτοιες αδιακρισίες. Ο θεολόγος καταπολεμά το σεξ, ο φιλόσοφος αντίθετα θεωρεί δεδομένο ότι δεν έχει καμία σχέση μαζί του. Ίσως αυτό να οφείλεται στην ιδιοσυγκρασία των στοχαστών που στην πλειονότητά τους είναι άγαμοι και εξαιρετικά άσπιλες βιογραφίες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Έτσι έχουμε τους παρθενικά άφυλους όπως Λέπνιζ, Σπινόζα, Καντ, ενώ άλλοι ζουν μια θλιβερή αποχή όπως ο Κιρκεγκάαρντ και ο Νίτσε, ενώ εκείνοι που αφέθηκαν στα πάθη τους δεν είχαν καλό τέλος, όπως ο Αβέλαρδος. Αλλά να θυμηθούμε και τον παντρεμένο Σωκράτη με την Ξανθίππη και το κακεντρεχές σχόλιο πως ο παντρεμένος φιλόσοφος είναι μια φιγούρα για κωμωδία. Είναι δε παρήγορο που είχαμε και φιλοσόφους όπως τον Ράσελ και τον Σατρ, διαφορετικά η φιλοσοφία θα ήταν άρια για έναν βαθύφωνο. Είναι δε απαισιόδοξο όταν ακούς δύο μεγάλους σε ηλικία φιλοσόφους, όπως ο Οκτάβιο Παζ και Ορτέκα Υ Κασσέτ να συζητούν «ότι το να έχεις μια σκέψη είναι σαν να έχεις μια στύση», καταλήγοντας «ευτυχώς εμείς ακόμα σκεπτόμαστε».

Ο Σοπενάουερ αναρωτιέται πώς ένα πάθος που κρατά πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανθρώπινη ζωή δεν έχει ληφθεί υπ’ όψιν από τους φιλοσόφους και παραμένει ανεξερεύνητο έδαφος.

Ο Σωκράτης πίνοντας το κώνειο και νιώθοντας την τελευταία διέγερση στα γεννητικά του όργανα απευθύνεται σε έναν όμορφο νέο και ζητεί τη θυσία ενός πετεινού στον Ασκληπιό που ήταν η προσφορά των παιδεραστών όταν πετύχαιναν καλή στύση. Έτσι με φρόνημα παιγνιώδες διείσδυσε ο άγιος προστάτης των φιλοσόφων στο βασίλειο του θανάτου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Μονταίνιος αργότερα αναρωτιέται «τι έχει η γενετήσια πράξη που είναι τόσο φυσική αναγκαία και δίκαιη, ώστε να μην τολμούν να μιλήσουν γι’ αυτήν χωρίς συστολή και να την αποκλείουν απ’ όλα τα σοβαρά και επίσημα σχέδιά του; Με θράσος εκστομίζουμε (σκοτώνω, προδίδω, κλέβω), γιατί εκείνο το άλλο δεν τολμάμε να το κατονομάσουμε παρά μόνο ανάμεσα στα δόντια…». Ο ίδιος φιλόσοφος διαχωρίζει τις δύο όψεις του έρωτα, τη γενετική και την ευχάριστη. Η πρώτη αφορά στην αναπαραγωγή και θεσμοθετείται στο γάμο (κανείς δεν παντρεύεται από προσωπική απόλαυση αλλά από κοινωνική υποχρέωση. Το έθιμο και η επιδίωξη του γάμου αφορά στο είδος και όχι στην εξατομικευμένη ηδονή).
Ο Σοπενάουερ πάνω στα χνάρια του Μονταίνιου υπαινίσσεται ότι η πράξη του έρωτα είναι πράξη ανωριμότητας και έχει σχέση με την εφηβεία όπως και η ομορφιά.

Ο Σερ Τόμας Μπράουν προαναγγέλλοντας τα παράπονα του Σοπενάουερ λέει: «Θα χαιρόμουν αν μπορούσαμε να τεκνοποιήσουμε όπως τα δέντρα χωρίς επαφή ώστε να διαιωνίζεται ο κόσμος χωρίς την παρεμβολή αυτού του χυδαίου και ανιαρού τρόπου της συνουσίας» Συνεχίζει δε: «Είναι η πιο ανόητη πράξη που διαπράττει ένας σοφός άνθρωπος».

Η σεξουαλικότητα, λέει ο Φρόιντ, είναι η μοναδική λειτουργία που υπερβαίνει το άτομο και το υποτάσσει στο είδος, άρα υποτάσσεται στο ένστικτο αναπαραγωγής, που είναι προαιώνια εντολή και λιγότερο ατομική, βουλητική πρωτοβουλία, συνεπώς με λιγότερη υπεραξία πνευματική…

Συνεχίζει δε ο Σοπενάουερ ότι η ντροπή και η αμηχανία που αισθανόμαστε για το σεξ είναι αποτέλεσμα της επίγνωσης ότι χρησιμοποιούμαστε από κάτι το οποίο μας υποβιβάζει, μας αγνοεί και μας εκμηδενίζει… Για τον άνδρα δεν αναφέρει πώς ανανεώνει την επιθυμία του για απόλαυση με τη λιγότερο πρωτότυπη πράξη, ενώ η γυναίκα τουλάχιστον καταλήγει στην εγκυμοσύνη που τη δικαιώνει…
Ακόμα και για την επιλογή των φυσικών προσώπων ο μεγάλος φιλόσοφος στέκεται κριτικά, γιατί, όπως αναφέρει, δεν αποτελούν παρά βιολογικές εντολές για τη διαιώνιση των πιο υγιών αντιπροσώπων των ανώτερων θηλαστικών…

Η ερωτική λαχτάρα για την ομορφιά δεν αποτελεί ατομική πολιτιστική επιλογή αλλά είναι μηχανισμός ειδικής επιλογής για το υγιέστερο, που συνήθως αντιπροσωπεύει το ομορφότερο… Το απλό σεξουαλικό ένστικτο είναι χοντροκομμένο, γιατί κατευθύνεται προς οποιοδήποτε αντικείμενο χωρίς καμία εξατομίκευση… Επιδιώκει την ποσοτική διαιώνιση του είδους χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν καθόλου την ποιότητα…

Γιατί η φιλοσοφική σκέψη πάνω στη σεξουαλικότητα, στις ελάχιστες περιπτώσεις που έχει υπάρξει, μοιάζει να σημαδεύεται από ένα τόσο ριζικό πεσιμισμό;

Μήπως είναι ο τρόμος απέναντι στο σώμα, άρα στον θάνατο;

Διαμαρτυρία του ατόμου σε ότι το περιορίζει και το υποτάσσει βιολογικά στην υπηρεσία του είδους;
Ο Γκιόραν σε μια από τις βαθύτερες ενοράσεις του δήλωσε: «Η μεγάλη και μοναδική πρωτοτυπία του έρωτα έγκειται στο ότι καθιστά την ευτυχία αδιαχώριστη από τη δυστυχία».

Και ίσως η μεγάλη, η μοναδική πρωτοτυπία της φιλοσοφίας από τα βάθη των αιώνων είναι ότι αρνείται να δεχτεί πως ευτυχία και δυστυχία οφείλουν, όταν δεν υπάρχει άλλη λύση, να συνυπάρχουν…

 Το άρθρο υπογράφει ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης