Σύμφωνα με νέα ερευνητικά ευρήματα, τα παράπονα των ατόμων που ανήκουν σε κάποια σεξουαλική μειονότητα αναφορικά με την υγεία του ουροποιητικού τους δε διαφέρουν σημαντικά σε σύγκριση με αυτά του γενικού πληθυσμού. Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν οι κλινικοί να διασφαλίσουν ότι όλα τα άτομα λαμβάνουν την κατάλληλη για αυτά φροντίδα, ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό.
Στη μελέτη συμμετείχαν 2,813 άνδρες και γυναίκες, κάτοικοι των ΗΠΑ με μέση ηλικία τα 70 έτη. Όλοι απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά τη σεξουαλική τους δραστηριότητα, καθώς και για το εάν είχαν επεισόδια ακράτειας ούρων μέσα στους τελευταίους 12 μήνες.
Οι ερευνητές εστίασαν κυρίως στη στυτική λειτουργία των ανδρών και στη λίπανση του κόλπου των γυναικών, καθώς πρόκειται για προβλήματα που επιδεινώνονται με την αύξηση της ηλικίας.
Εκτιμάται ότι το 4% των Αμερικανών κατηγοριοποιείται ως σεξουαλική μειονότητα. Για τους σκοπούς της παρούσας μελέτης οι άνδρες που σε οποιαδήποτε φάση της ζωής τους είχαν σεξουαλικές επαφές με άνδρες θεωρήθηκαν ως σεξουαλική μειονότητα. Το ίδιο ίσχυσε και στην περίπτωση των γυναικών. Ως σεξουαλική μειονότητα κατηγοριοποιήθηκαν το 5.4% των 1,213 ανδρών και το 3,5% των 1,600 γυναικών.
Σε γενικές γραμμές οι απαντήσεις των ατόμων της σεξουαλικής μειονότητας δεν ήταν διαφορετικές από εκείνες των υπολοίπων. Η στυτική δυσλειτουργία αναφέρθηκε από το 45.9% των ανδρών της σεξουαλικής μειονότητας και από το 43.3% των υπολοίπων. Αντίστοιχα η μειωμένη λίπανση του κόλπου αναφέρθηκε από το 27.4% των γυναικών της σεξουαλικής μειονότητάς και από το 26.3 % των υπολοίπων.
Ωστόσο οι ερευνητές σημείωσαν δύο σημαντικές διάφορες. Στην περίπτωση των γυναικών βρέθηκε ότι αυτές που ανήκαν στη σεξουαλική μειονότητα δέχονταν συχνότερα στοματικό σεξ. Στους άνδρες η σημαντικότερη διαφορά ήταν η αυξημένη συχνότητα (35.6%) επεισοδίων ακράτειας ούρων στους άνδρες της σεξουαλικής μειονότητας σε σύγκριση με τους υπολοίπους (21.8%).
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η διαφορά αυτή στους άνδρες μπορεί να είναι πραγματική και να αντανακλά διαφορετικούς παράγοντες κινδύνου, μπορεί όμως να προέρχεται από διαφορές που έχουν να κάνουν με την αυτοαναφορά των επεισοδίων ακράτειας.
Ο συγγραφείς της μελέτης αφού τόνισαν ότι τα ευρήματα τους είναι προκαταρτικά, κάλεσαν τους κλινικούς να διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση την ορθή διάγνωση και φροντίδα σε όλους τους ασθενείς, ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό.