Σε μια μακροχρόνια σχέση είναι πολύ πιθανό να νιώθει κάποιος ότι ο σύντροφός του θέλει να τον αλλάξει. Μπορεί πράγματι ο ένας σύντροφος να παρατηρεί και να ασκεί κριτική σε κάποιες συμπεριφορές του άλλου, καθώς επίσης να του εκφράζει διάφορα αιτήματα και επιθυμίες, και να ζητεί περισσότερο ενδιαφέρον και προσπάθεια. Η αλήθεια είναι όμως πως, αν κάποιος είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρει κάτι που θα προτιμούσε να είναι διαφορετικό στον σύντροφό του. Ο πραγματικός σύντροφος, αυτός που έχει σάρκα και οστά, δεν είναι ίδιος με τον ιδανικό σύντροφο που τοποθετείται στη διάσταση του φαντασιακού.

Αυτή η διαπίστωση πολύ συχνά δημιουργεί μια δυσφορία, στον βαθμό που η παρόρμηση να αλλάξει κάποιος τον σύντροφο του φαίνεται να αντιβαίνει στο πνεύμα της αληθινής αγάπης. Κάτι τέτοιο όμως ισχύει μόνο εάν ορίσουμε την αγάπη ως την απολυτή αποδοχή ολόκληρης της ύπαρξης με τα προτερήματα και τα ελαττώματά της.

Πρόκειται για μια σύλληψη της έννοιας της αγάπης που έχει τις ρίζες της στην ιδεολογία του ρομαντισμού, η οποία φαίνεται να έχει επηρεάσει σαφώς την κοινή γνώμη, στον βαθμό που θεωρεί την ικανότητα της καθολικής αποδοχής του άλλου ως τον πρωταρχικό δείκτης αγάπης.

Σύμφωνα λοιπόν με την παραπάνω πεποίθηση, το γεγονός ότι οι πιο σκοτεινές πλευρές ενός ατόμου μπορεί να διεγείρουν το ενδιαφέρον και την επιθυμία ενός άλλου αποτελεί την υπέρτατη απόδειξη αγάπης. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ένα άτομο έχει επίγνωση των χαρακτηριστικών που δεν χαίρουν αποδοχής από τους άλλους και προσπαθεί να προστατευτεί από την περιφρόνηση και την κριτική.

Προκαλείται, λοιπόν, μεγάλη ανακούφιση όταν ο ερωτικός σύντροφος αντιλαμβάνεται κάποια από αυτά τα μειονεκτήματα με θετικό τρόπο. Για παράδειγμα, σε μια σχέση αγάπης μπορεί το γεγονός ότι κάποιος δεν μιλά πολύ στις κοινωνικές συγκεντρώσεις να γίνεται αντιληπτό ως ένδειξη σοβαρότητας και όχι ντροπής και αδυναμίας, όπως θα καταδείκνυε η κοινή γνώμη.

Από αυτές τις στιγμές που επισφραγίζουν την εγγύτητα, την οικειότητα και την ιδιαίτερη αποδοχή που υπάρχει σε μια σχέση αγάπης ξεκινά αυτή η θεμελιώδης παρεξήγηση που θεωρεί την αγάπη ως ισοδύναμο μιας πλήρους αποδοχής σε όλα τα επίπεδα. Εάν υπάρχει η επιθυμία ακόμα και για μια μικρή τροποποίηση, τότε κάτι δεν πάει καλά, η αγάπη απουσιάζει και η σχέση πρέπει να τερματιστεί.

Σίγουρα όπως υπάρχει και μια πιο ώριμη και λειτουργική φιλοσοφική θεώρηση της αγάπης, η οποία μάλιστα φαίνεται να έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτή, η αγάπη είναι το συναίσθημα που νιώθει κάποιος όταν αντικρίζει στον άλλο τη δύναμη, την ευστροφία, την οξύνοια, τη μεγαλοψυχία, την ειλικρίνεια και την καλοσύνη. Πάνω απ΄ όλα, είναι ο θαυμασμός για τις καλές πλευρές του άλλου.

Τι κάνει, λοιπόν, κάποιος με τις αδύναμες πλευρές; Οι υπέρμαχοι του ρομαντισμού προτείνουν ότι πρέπει κάποιος να τις αγκαλιάσει.

Αυτό σίγουρα γίνεται με κάποιες από αυτές, διαφορετικά η σχέση δεν θα είχε καν ξεκινήσει. Υπάρχει όμως ένα όριο. Αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό εάν το άτομο αναλογιστεί τα δικά του μειονεκτήματα, τις αδυναμίες, καθώς επίσης και την επιθυμία του για αυτο-βελτίωση. Πώς θα μπορέσει όμως να βρει το κίνητρο για την αλλαγή σε μια σχέση που θεωρητικά όλα τα μειονεκτήματα είναι αποδεκτά, χωρίς καμία φιλοδοξία σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες των συντρόφων;

Στο σημείο αυτό η αρχαιοελληνική θεώρηση της αγάπης έρχεται να θέσει το ζήτημα της αυτο-βελτίωσης μέσω της εκπαίδευσης. Για τους Έλληνες, δεδομένου του ότι από τη μια η ανθρώπινη φύση είναι ατελής και από την άλλη ότι η αγάπη είναι ο θαυμασμός της τελειότητας μέσα στον άλλο, το να εμβαθύνει κάποιος σε μια σχέση αγάπης σημαίνει ότι θέλει να διδάξει και να διδαχτεί. Οι δύο εραστές, λοιπόν, είναι σημαντικό να δουν τη σχέση σαν μια δυνατότητα να βελτιώσουν και να βελτιωθούν. Όταν διδάσκουν ο ένας τον άλλον αλήθειες που προκαλούν δυσφορία, δεν απομακρύνονται από την αγάπη. Αντίθετα, εργάζονται με κίνητρο την αγάπη, βοηθώντας ο ένας τον άλλο να προσεγγίσουν όσο το δυνατό περισσότερο τον ιδανικό εαυτό τους.

Δυστυχώς, κάτω από την επιρροή της ρομαντικής ιδεολογίας οι περισσότεροι άνθρωποι καταλήγουν να μη λειτουργούν σωστά ούτε ως δάσκαλοι ούτε ως μαθητές στο πλαίσιο μιας ερωτικής σχέσης, από τη στιγμή που δέχονται τον ρόλο της δημιουργικής κριτικής στη βελτίωση και εξέλιξη των δύο συντρόφων, αλλά και της μεταξύ τους σχέσης.

Αντίθετα, το άτομο που δέχεται την κριτική από τον σύντροφό του, την αντιλαμβάνεται ως επίθεση και προδοσία, και με τη σειρά του αντιδρά με σαρκασμό και εχθρότητα. Από την άλλη, το άτομο που θέλει να επισημάνει κάτι που μπορεί να βελτιωθεί και είναι μάλιστα διατιθέμενο να δείξει τον τρόπο που θα γίνει αυτό, δεν είναι σίγουρο ότι θα ακουστεί. Γι’ αυτό σε πολλές περιπτώσεις επαναλαμβάνει το συγκεκριμένο πρόβλημα με έναν τόνο βιαστικό που φανερώνει έντονη ενόχληση.

Ακόμα πιο περίεργο είναι ότι έξω από τη σχέση αγάπης ένα άτομο μπορεί να είναι πολύ καλό στο να μεταδίδει τη γνώση του και να ασκεί δημιουργική κριτική που δίνει έμφαση στα προτερήματα και ενισχύει τη θετική αλλαγή, αλλά απέναντι στον σύντροφό του μπορεί να λειτουργεί σαν τον χειρότερο δάσκαλο.

Κι όμως, μια ερωτική σχέση δίνει πολλές ευκαιρίες για νέα γνώση και αυτο-βελτίωση, γι΄ αυτό είναι σημαντικό να μην εκλαμβάνεται ακόμα και η πιο μικρή εκδήλωση μιας επιθυμίας για αλλαγή ως σημάδι εγκατάλειψης ή ταπείνωσης. Η επιθυμία για αλλαγή είναι σημαντικό να εκλαμβάνεται ως αυτό που πραγματικά είναι, ως μια ένδειξη ότι κάτι από την παρούσα κατάσταση ενοχλεί ή δεν λειτουργεί όσο καλά θα μπορούσε και σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί τη σχέση της αγάπης. Αντίθετα, είναι εκεί για να τη διατηρήσει μέσα από την εξέλιξή της. Οι δύο σύντροφοι δεν πρέπει να νιώθουν ντροπή ούτε όταν δίνουν ούτε όταν δέχονται οδηγίες και κατευθύνσεις, ακριβώς γιατί έτσι χρησιμοποιούνται οι ευκαιρίες που δίνει η ίδια η σχέση.

Η αγάπη, άλλωστε, δεν είναι απλά και μόνο ένα καταφύγιο υποστήριξης για όλες τις αποτυχίες και τα μειονεκτήματα. Είναι αυτή που μπορεί να βοηθήσει δύο ανθρώπους να αξιοποιήσουν όλο το εύρος των δυνατοτήτων τους.

Πηγή: thephilosophersmail

 Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr