Η γυναικεία σεξουαλική δυσλειτουργία (ΓΣΔ) αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για πολλές γυναίκες σε όλο τον κόσμο, και περιλαμβάνει συμπτώματα όπως η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, τα προβλήματα διέγερσης, η ανεπαρκής λίπανση και ο πόνος κατά τη διάρκεια του σεξ (δυσπαρευνία). Επηρεάζει την ποιότητα ζωής των γυναικών, την ψυχική υγεία και τις σχέσεις με τους ερωτικούς συντρόφους.
Ο διαβήτης τύπου 1, είναι μια μεταβολική διαταραχή η οποία προκύπτει από την ανεπάρκεια ινσουλίνης. Αν και δεν είναι τόσο διαδεδομένος όσο ο διαβήτης τύπου 2, είναι ωστόσο σημαντικό να εξετάσουμε την επίδραση που μπορεί να έχει ο διαβήτης τύπου 1 στη συνολική υγεία ενός ατόμου.
Αρκετές μελέτες έχουν εξετάσει τον πιθανό συσχετισμό μεταξύ διαβήτη και ανδρικών σεξουαλικών προβλημάτων. Ωστόσο, ο αντίκτυπός του στη γυναικεία σεξουαλική λειτουργία, ιδίως σε σχέση με τον διαβήτη τύπου 1, παραμένει λιγότερο σαφής. Ως εκ τούτου, οι συγγραφείς μιας νέας μελέτης είχαν ως στόχο να κατανοήσουν τον παγκόσμιο επιπολασμό της ΓΣΔ, να αναλύσουν τη συσχέτισή της με τον διαβήτη τύπου 1 και να εντοπίσουν τους σχετικούς παράγοντες κινδύνου.
Για να το επιτύχουν αυτό, οι ερευνητές διεξήγαγαν συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση όλων των μελετών που περιστρέφονται γύρω από τη ΓΣΔ και τον διαβήτη τύπου 1 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2023. Μετά την αφαίρεση των διπλότυπων μελετών και εκείνων με άσχετο περιεχόμενο, στην τελική ανάλυση συμπεριλήφθηκαν συνολικά 19 μελέτες που αφορούσαν 2.151 γυναίκες με διαβήτη τύπου 1.
Συγκεντρώνοντας τα αποτελέσματα αυτών των μελετών, οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι το 38,5% των γυναικών με διαβήτη τύπου 1 παρουσίασαν ΓΣΔ, ποσοστό υψηλότερο από τα ποσοστά ΓΣΔ σε γυναίκες που δεν πάσχουν από διαβήτη. Η ΓΣΔ αξιολογήθηκε με τον δείκτη γυναικείας σεξουαλικής λειτουργίας (FSFI) στις περισσότερες από αυτές τις μελέτες. Ο επιπολασμός της ΓΣΔ στις συμμετέχουσες κυμαινόταν από 18,3% έως 75,8% στις διάφορες μελέτες.
Εμβαθύνοντας στα δεδομένα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ΓΣΔ ήταν πιο συχνή στις γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 μετά το 2015 (41,3%) σε σύγκριση με πριν (33,3%). Όσον αφορά τις περιοχές, οι γυναίκες σε χώρες της Ευρώπης και της Ασίας (όπως η Τουρκία) είχαν τον υψηλότερο επιπολασμό FSD (74,8%), ενώ οι γυναίκες στη Δυτική Ευρώπη είχαν τον χαμηλότερο (32,4%). Επιπλέον, η ΓΣΔ ήταν λιγότερο συχνή στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (34,7%) σε σύγκριση με τις γυναίκες της μικτής ομάδας πριν, κατά και μετά την εμμηνόπαυση (42,1%).
Είναι ενδιαφέρον ότι τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης έδειξαν ότι οι δύο πιο σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες της ΓΣΔ σε γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 ήταν η κατάθλιψη και η μεγαλύτερη διάρκεια διαβήτη. Οι γυναίκες με κατάθλιψη είχαν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν ΓΣΔ (2,77 φορές) και η μεγαλύτερη διάρκεια του διαβήτη αύξησε την πιθανότητα εμφάνισης ΓΣΔ κατά 1,19 φορές. Παρ’ όλα αυτά, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ενώ οι παράγοντες αυτοί συσχετίστηκαν με τη ΓΔΦ, αυτό δεν σημαίνει ότι την προκαλούν ή ότι προκαλούνται από αυτήν.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης υποδηλώνουν σημαντικό συσχετισμό μεταξύ του διαβήτη τύπου 1 και της ΓΣΔ στις γυναίκες, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τον έλεγχο για σεξουαλική δυσλειτουργία. Για τις γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 που βιώνουν συμπτώματα στην σεξουαλική τους λειτουργία, μπορούν να βοηθήσουν εξειδικευμένοι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης με εμπειρία στον τομέα της σεξουαλικής υγείας.