Σύμφωνα με δεδομένα που παρουσιάστηκαν πρόσφατα στην ετήσια συνάντηση της αμερικανικής ουρολογικής εταιρείας, η ηλικία του πατέρα συνιστά ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα που επηρεάζει τα ποσοστά γεννήσεων ζωντανών απογόνων σε ζευγάρια που συνέλαβαν με τη βοήθεια της ενδομητρικής σπερματέγχυσης.
Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές εξέτασαν την επίδραση της πατρικής ηλικίας στα ποσοστά επιτυχίας της ενδομητρικής σπερματέγχυσης, χρησιμοποιώντας δεδομένα από 18.806 κύκλους της μεθόδου. Ως επιτυχία ορίστηκε η γέννηση ζωντανού απογόνου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα μελέτη που αναλύει δεδομένα ζευγαριών που υποβλήθηκαν σε ενδομητρική σπερματέγχυση.
Μετά τον έλεγχο των γνωστών παραγόντων που έχει βρεθεί ότι μπορούν, σε έναν βαθμό, να προβλέψουν τη γέννηση ενός υγιούς απογόνου, στους οποίους περιλαμβάνονται η μητρική ηλικία, ο δείκτης μάζας σώματος της μητέρας, τα επίπεδα της θηλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) και ο αριθμός των θυλακίων, βρέθηκε μια μείωση της τάξεως του 20% στα ποσοστά επιτυχίας της ενδομητρικής σπερματέγχυσης για κάθε 10ετή αύξηση της πατρικής ηλικίας. Η μείωση φαίνεται να αρχίζει όταν οι άνδρες μπαίνουν στο 20ό έτος της ηλικίας τους.
Ενώ λοιπόν ιστορικά η μητρική ηλικία θεωρείται ένας καθοριστικός παράγοντας για τη γονιμότητα, φαίνεται πως σημαντικό ρόλο παίζει και η πατρική ηλικία. Ο μέσος όρος ηλικίας των γυναικών που συμμετείχαν στη μελέτη ήταν 36.4 και ο μέσος όρος της ηλικίας των πατέρων ήταν τα 38.4 έτη.
Κάποιες προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η αύξηση της ηλικίας σχετίζεται με μια έκπτωση στην ποιότητα του σπέρματος, καθώς και στην ικανότητα των σπερματοζωαρίων από μεγαλύτερους σε ηλικία άνδρες να γονιμοποιήσουν ωάρια και να επιτύχουν σύλληψη με τη βοήθεια των προηγμένων τεχνολογιών της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Επιπρόσθετα, η μεγάλη ηλικία του πατέρα έχει βρεθεί να σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα διαταραχών που περιλαμβάνει τη σχιζοφρένεια, τον αυτισμό και τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής.
Η ενδομήτρια σπερματέγχυση είναι μία από τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται ευρέως για να βοηθήσουν τα υπογόνιμα ζευγάρια και στην πραγματικότητα είναι πιο δημοφιλής σε σχέση με τις πιο εξελιγμένες τεχνολογικά προσεγγίσεις της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Οι ερευνητές συστήνουν ότι είναι σημαντικό κατά τη συμβουλευτική του ζευγαριού να τονίζεται ότι τόσο η ηλικία της μητέρας όσο και εκείνη του πατέρα μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα.
Τέλος, τονίζουν την ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης των αιτιών που σχετίζονται με τη μείωση της ανδρικής αναπαραγωγικής ικανότητας και τον καθορισμό των πιθανών παραγόντων κινδύνου. Στον βαθμό που μπορούν να αναγνωριστούν τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου, ανοίγει ο δρόμος για τον σχεδιασμό θεραπειών που θα εξισορροπήσουν την αρνητική επίδραση της αυξημένης ηλικίας του πατέρα στη γονιμότητα.
Πηγή: medicalnewstoday