Η τεστοστερόνη είναι μια σημαντική ορμόνη για τους άνδρες. Παράγεται από τους όρχεις και δίνει σε πολλούς άνδρες τα χαρακτηριστικά του φύλου τους όπως την τριχοφυΐα στο πρόσωπο και την βαθύτερη φωνή. Παίζει σημαντικό ρόλο στην παραγωγή του σπέρματος και την σεξουαλική επιθυμία και συνεισφέρει στη μυϊκή δύναμη, στην οστική πυκνότητα και τη μυϊκή μάζα.
Τα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης (υπογοναδισμός) παρατηρούνται όταν ο οργανισμός ενός άνδρα δεν παράγει επαρκείς ποσότητες τεστοστερόνης. Υπογοναδισμό έχουμε όταν υπάρχει πρόβλημα στον υποθάλαμο ή τον βλεννογόνο (περιοχές του εγκεφάλου που βοηθούν στην παραγωγή τεστοστερόνης) ή στους όρχεις. Για παράδειγμα στους άνδρες που έχουν αφαιρεθεί και οι δυο όρχεις στα πλαίσια αντιμετώπισης νεοπλασίας, δεν παράγεται επαρκής τεστοστερόνη.
Η φυσιολογική διαδικασία της γήρανσης μπορεί επίσης να προκαλέσει πτώση στα επίπεδα της ορμόνης. Αυτή η διαδικασία κάποιες φορές καλείται «ανδρόπαυση», κατά την γυναικεία εμμηνόπαυση. Παρόλα αυτά, η πτώση στα επίπεδα της τεστοστερόνης είναι πολύ πιο σταδιακή στους άνδρες από την αντίστοιχη πτώση των οιστρογόνων στις γυναίκες.
Σε γενικές γραμμές, τα επίπεδα τεστοστερόνης αρχίζουν να μειώνονται κατά 1% κάθε χρόνο μετά την ηλικία των 30. Το Urology Care Foundation υπολογίζει ότι 4 στους 10 άνδρες πάνω από 45 ετών παρουσιάζουν χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης. Τα χαμηλά επίπεδα της ορμόνης έχουν συνδεθεί με σακχαρώδη διαβήτη, υψηλή χοληστερίνη, παχυσαρκία, μόλυνση από HIV και χρήση οπιοειδών.
Συχνά συμπτώματα υπογοναδισμού είναι:
- Μειωμένη σεξουαλική επιθυμία/σεξουαλικό ενδιαφέρον.
- Στυτική δυσλειτουργία (πιο αδύναμες στύσεις ή δυσκολία επίτευξης στύσης).
- Μειωμένη μυϊκή μάζα.
- Εναλλαγές διάθεσης ή/και καταθλιπτική διάθεση.
- Κόπωση.
- Γυναικομαστία.
- Αναιμία.
- Απώλεια ασβεστίου από τα οστά.
Η διάγνωση της χαμηλής τεστοστερόνης γίνεται με έναν εργαστηριακό έλεγχο αίματος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα επίπεδα της ορμόνης παρουσιάζουν διακυμάνσεις μέσα στην ημέρα, με τα υψηλότερα επίπεδα να παρατηρούνται συνήθως το πρωί, με αρκετούς γιατρούς να προτιμούν γι’ αυτό τον λόγο τον πρωινό έλεγχο της. Κατά κανόνα, διάγνωση υπογοναδισμού γίνεται αν τα επίπεδα ορμόνης είναι χαμηλότερα από 300 ng/dL.
Κάποιες φορές γίνεται η διάκριση μεταξύ δεσμευμένης, ελεύθερης και ολικής τεστοστερόνης. Σχεδόν το 98% της ορμόνης που βρίσκεται στον οργανισμό είναι δεσμευμένο ∙ αυτό σημαίνει ότι είναι συνδεδεμένη με πρωτεΐνες –αλβουμίνη και σφαιρίνη δεσμεύουσα τις φυλετικές ορμόνες (SHBG) – που την βοηθούν να κυκλοφορεί στο αίμα. Το υπόλοιπο θεωρείται ελεύθερη τεστοστερόνη και δεν είναι δεσμευμένη από πρωτεΐνες.
Συνήθως η ελεύθερη τεστοστερόνη είναι ο τύπος που συσχετίζεται με τα σεξουαλικά προβλήματα.
Τις περισσότερες φορές, οι γιατροί ελέγχουν την ολική τεστοστερόνη, δηλαδή το σύνολο ελεύθερης και δεσμευμένης. Αυτή η μέτρηση χρησιμοποιείται για την διάγνωση του υπογοναδισμού.
Ένας γιατρός μπορεί επίσης να χρειαστεί να ελέγξει τα επίπεδα της ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH) και της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), καθώς σχετίζονται με την λειτουργία των όρχεων.