Η σύγχρονη θεωρία προσωπικότητας κατανοεί πλέον τον ρόλο των πρώιμων σχέσεων του ατόμου στη διαμόρφωση της ενήλικης σεξουαλικότητας με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, η θεωρία που βασίζεται στην έννοια της προσκόλλησης προτείνει ότι οι νοητικές αναπαραστάσεις που φέρει κανείς από τις σχέσεις που διατηρούσε ως παιδί με τους γονείς του ή άλλες γονεϊκές φιγούρες δεν έχουν συγκεκριμένη σεξουαλική φύση, αλλά αντιθέτως αντικατοπτρίζουν το αίσθημα ασφάλειας ή ανασφάλειας που είχε τότε.

Σύμφωνα μάλιστα με τη θεωρία αυτή, εάν ένα παιδί ένιωθε ότι τα άτομα που είχαν αναλάβει τη φροντίδα του ήταν πάντα εκεί για να το προστατέψουν, τότε θα συνάπτει ως ενήλικας σχέσεις με άνεση και σιγουριά. Στην αντίθετη περίπτωση που το παιδί δεν αντιλαμβανόταν επαρκώς το ενδιαφέρον και την προστασία των κηδεμόνων του, ως ενήλικας θα φέρει το στοιχείο της ανασφάλειας σε όλες τις στενές του σχέσεις. Ακριβώς επειδή οι πιο στενές σχέσεις που διατηρούν οι ενήλικες είναι οι σεξουαλικές, το αίσθημα της ασφάλειας ή της ανασφάλειας πιθανότατα τις επηρεάζουν σημαντικά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι ειδικοί επισημαίνουν την αμοιβαία αλληλεπίδραση ανάμεσα στον τύπο προσκόλλησης και τη σεξουαλικότητα. Διευκρινίζουν, μάλιστα, ότι δύο είναι οι τύποι διαταραχών αναφορικά με τον τύπο προσκόλλησης, οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν τη σεξουαλική σχέση δύο συντρόφων.

Ο πρώτος αναφέρεται στη σεξουαλική υπερδραστηριοποίηση, κατά την οποία, εάν ο ένας σύντροφος αρνηθεί στον άλλο τη σεξουαλική πράξη, αυτός που τη ζητεί νιώθει απόρριψη. Παράλληλα, η ανασφάλειά του τον κινητοποιεί να αναζητεί επιπλέον σημάδια που επιβεβαιώνουν το συγκεκριμένο συναίσθημα. Ο δεύτερος αναφέρεται στη σεξουαλική απενεργοποίηση, κατά την οποία ο ένας από τους δύο συντρόφους αναστέλλει τη σεξουαλική του επιθυμία, αποφεύγοντας ακόμα και τη σκέψη της σεξουαλικής πράξης.

Παράλληλα, αποστασιοποιείται από συντρόφους που επιθυμούν να είναι σεξουαλικά ενεργοί, ενώ αναστέλλει τόσο τη διέγερση όσο και την ευχαρίστηση που προκύπτει από την εμπειρία του οργασμού.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μια ερευνητική ομάδα διερεύνησε όλες τις μελέτες που έχουν εξετάσει τη σχέση της προσωπικότητας με τη σεξουαλικότητα και βρήκε 15 που πληρούσαν τα απαιτούμενα κριτήρια, στα οποία περιλαμβάνονται η διεξαγωγή τους σε δείγματα ενηλίκων, η εκτίμηση της συχνότητας των σεξουαλικών επαφών, η διαφοροποίηση μεταξύ των τύπων προσκόλλησης, η αναφορά οποιασδήποτε σεξουαλικής δυσλειτουργίας, καθώς και η αξιολόγηση της ικανοποίησης από τη σεξουαλική ζωή. Ο αριθμός συμμετεχόντων στις μελέτες αυτές κυμαινόταν από 70 έως 1.999 άτομα και η διάρκεια των σεξουαλικών σχέσεων των συμμετεχόντων κυμαινόταν από 1 μήνα μέχρι και 53 έτη. Τα εντυπωσιακά αυτά νούμερα υποστηρίζουν σαφώς την εγκυρότητα των ευρημάτων της μελέτης.

Πολλές από τις μελέτες χρησιμοποίησαν το ερωτηματολόγιο του τύπου προσκόλλησης με βάση το οποίο καθορίστηκε ο τύπος που περιγράφει καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο κάθε άτομο νιώθει και εκφράζεται μέσα στη σχέση του. Υπάρχει ο αποφευκτικός τύπος που σημαίνει ότι το άτομο αποφεύγει τη στενή επαφή εξαιτίας του φόβου εγκατάλειψης, ο ασφαλής τύπος που σημαίνει ότι το άτομο νιώθει άνετα κατά τη στενή του επαφή με άλλους και ο αγχώδης, σύμφωνα με τον οποίο το άτομο αποκτά σχέσεις εξάρτησης και φοβάται να μείνει μόνο του. Ο αποφευκτικός και ο αγχώδης τύπος εκφράζουν έντονη ανασφάλεια μέσα στη σχέση.

Οι ερευνητές λοιπόν βρήκαν, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, ότι οι άνθρωποι με αγχώδη ή αποφευκτικό τύπο προσκόλλησης δήλωναν χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη σεξουαλική τους ζωή σε κάθε είδους σχέση που εξετάστηκε (ετεροφυλόφιλη, ομοφυλόφιλη, συζυγική). Οι γυναίκες με τους παραπάνω τύπους προσκόλλησης ανέφεραν επίσης ένα μεγάλο εύρος σεξουαλικών δυσλειτουργιών, από δυσκολίες στη διέγερση και τη εφύγρανση του κόλπου μέχρι ανικανότητα επίτευξης οργασμού και επώδυνη σεξουαλική πράξη. Οι άνδρες με αυτούς τους τύπους προσκόλλησης ανέφεραν κυρίως προβλήματα στη στυτική τους λειτουργία. Μία από τις υπό εξέταση μελέτες, μάλιστα, βρήκε ότι η χαμηλή σεξουαλική ικανοποίηση σχετίζεται με τον αγχώδη τύπο και όχι τον αποφευκτικό, από τη στιγμή που τα άτομα του δεύτερου είναι πιο πιθανό να φύγουν από μια σχέση όταν υπάρχουν δυσκολίες.

Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα άτομα του αποφευκτικού τύπου είναι πιο πιθανό να προχωρούν στη σεξουαλική πράξη, ακόμα και εάν αισθάνονται άβολα και αμήχανα, ενώ τα άτομα με αγχώδη προσκόλληση είναι πιο πιθανό να εξισώνουν τη σεξουαλική πράξη με τη ρομαντική αγάπη. Χρησιμοποιούν, δηλαδή, το σεξ σαν έναν τρόπο για να μειώσουν τις ανασφάλειές τους και να φέρουν τον σύντροφό τους πιο κοντά.

Σύμφωνα με άλλες μελέτες, οι σεξουαλικές φαντασιώσεις των ατόμων αντικατοπτρίζουν τον τύπο προσκόλλησής τους. Η προσωπικότητα των ατόμων λοιπόν δεν σχετίζεται μόνο με την εμπειρία της σεξουαλικής πράξης, αλλά και με το πώς τα άτομα θα ήθελαν να είναι η εμπειρία αυτή ιδανικά.

Το σίγουρο είναι πως τα αποτελέσματα της αξιόλογης αυτής ερευνητικής προσπάθειας προσφέρουν τροφή για σκέψη και κινητοποιούν την ενδοσκόπηση.

Πηγή: psychologytoday

Το άρθρο επιμελήθηκε η Ε. Ελευθερίου,
Ψυχοθεραπεύτρια-Κλινική Θεραπεύτρια
Σεξουαλικών Διαταραχών, συνεργάτις του
Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,
www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης