Του Γιώργου Αρκουλή

Για να είμαι ειλικρινής, όταν έφτασε με το ταχυδρομείο η πρόσκληση και διάβασα το περιεχόμενο, κουμπώθηκα ελαφρώς και για κάποιες μέρες ήμουν στο «να πάω ή να μην πάω». Ένας πολιτιστικός και καλλιτεχνικός οργανισμός με την επωνυμία «Επίλογος», με καλούσε στην παρουσίαση της 26ης (!) ετήσιας έκδοσης «Επίλογος 2017», στο Μουσείο Μπενάκη. Μάλιστα η εκδήλωση θα τελούσε «υπό την αιγίδα της ΑΕ του Προέδρου της Δημοκρατίας κυρίου Προκοπίου Παυλοπούλου». Εδώ σταμάτησα να νιώθω κουμπωμένος, διότι το πράγμα σοβαρευόταν. Ακολούθως, όπως έγραφε η κάρτα, αυτός ο ιδιωτικός φορέας, θα τιμούσε τρεις άξιους εκπροσώπους του ελληνικού Πολιτισμού. Αντί να μείνω, λοιπόν σπίτι να αντιμετωπίσω τις αρλούμπες της τηλεόρασης (ή τις φιλτραρισμένες ειδήσεις), κατηφόρισα την Πειραιώς μόνο και μόνο για να ζήσω την βράβευση του Άγγελου Αντωνόπουλου, ενός ηθοποιού χαμηλών τόνων, που μπορεί να τον έμαθε ο Νεοέλληνας ως αξιωματικό Βαρτάνη στην αλήστου μνήμης επί χούντας σειράς «Άγνωστος Πόλεμος», αλλά που αφιέρωσε στην συνέχεια την ζωή του στο θέατρο χαράζοντας την πορεία του με βάση την πυξίδα του Κουν. Το δεύτερο τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς ήταν η… ισόβια Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, μια φλογερή κυρία από την Κρήτη που έχει αφιερώσει την ζωή της σε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο και δύσκολο τομέα. Η βραδιά θα έκλεινε με την βράβευση ενός τίμιου ερμηνευτή που ποτέ -εδώ και μισό αιώνα- δεν «λοξοδρόμησε» από το ποιοτικό τραγούδι για το εύκολο κέρδος. Τον Μανώλη Μητσιά!

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η Πλατεία ήταν γεμάτη, που θα’ λεγε ο Σαββόπουλος, από ανθρώπους του Θεάτρου και των λοιπών τεχνών, αλλά μου έκανε εντύπωση η απουσία δημοσιογράφων. Ποιοι μίλησαν για τους τιμώμενους; Οι κορυφαίοι, θα έλεγα, αφού ο χαρακτηρισμός αξίζει και με το παραπάνω στον Σαντιάγο Καλατράβα, στην Άννα Ψαρούδα Μπενάκη, στον Κώστα Γεωργουσόπουλο (ο οποίος δεν μάσησε τα λόγια του ξιφουλκώντας με την Πολιτεία για την σταθερή απουσία της από τον Πολιτισμό), στον Βασίλη Βασιλικό, στην Κάτια Δανδουλάκη και στον σπουδαίο συνάδελφο Γιώργο Μονεμβασίτη, τον πλέον ειδικό για το ελληνικό τραγούδι εδώ και χρόνια. Ο Μονεμβασίτης, μάλιστα, σφράγισε την σεμνή αλλά πλούσια καριέρα του Μητσιά, αναφέροντας ότι το τραγούδι που του εμπιστεύτηκαν οι Χατζιδάκις-Γκάτσος «Ο Γιάννης ο φονιάς», είναι το σημαντικότερο των τελευταίων πενήντα χρόνων στην ελληνική δισκογραφία.

Την εκδήλωση, που φορτίστηκε υπερβολικά με συγκίνηση όταν ο Αντωνόπουλος μίλησε για τα νεανικά του χρόνια και την φτώχεια στα Ταμπούρια του Πειραιά, ή όταν ο Μητσιάς –κι’ αυτός φτωχόπαιδο από τον Δουμπιά της Χαλκιδικής- αποκάλυψε λεπτομέρειες για τους αγώνες και το δικό του ‘κρυφό σχολειό’ στις μπουάτ της Πλάκας, όπου κοινωνούσε νεολαίους και φοιτητές με τα τραγούδια του Μίκη, μέχρι να τον συλλάβουν οι εσατζήδες της χούντας.

Την εκδήλωση παρουσίασε ο ικανός ηθοποιός και συγγραφέας Μιχάλης Ρέππας. Μια εκδήλωση που έκλεισε με τον Μητσιά σε τρία σπουδαία τραγούδια της γκάμας του, θα έλεγα διαλεγμένα με μεγάλη προσοχή: «Κι’ αν ο αγέρας φυσά», του Μούτση, «Τσάμικος» του Χατζιδάκι και «Ερωτικό(Πιρόγα)» του Μικρούτσικου, σε ποίηση του πρόωρα χαμένου Άλκη Αλκαίου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όσο για την καλαίσθητη και ογκώδη έκδοση; Περιλαμβάνει τα πεπραγμένα της χρονιάς που λήγει πάνω σε όλα τα είδη του Πολιτισμού, θέατρο, μουσική, βιβλίο, ζωγραφική. Σχετικά απών ο Αθλητισμός (τον οποίο μόνιμα οι κυβερνήσεις, ηλιθίως, τον θέλουν κολαούζο του Πολιτισμού) κάτι που βρίσκω σωστό. Διότι –διάβολε- αθλητισμός σήμερα στην Ελλάδα υπάρχει μόνο στα… προπατζίδικα και σε γήπεδα όπου παράγεται η βία. Με κάποιες στιγμιαίες αναλαμπές, από ένα καλό άλμα της Στεφανίδη, ή μια εξαιρετική φιγούρα του Πετρούνια.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης