Ο Τζιάνι Βερσάτσε, με το τραγικό τέλος, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους σχεδιαστές μόδας του 20ού αιώνα, με την επιρροή του να φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Είναι γνωστός για τις τολμηρές δημιουργίες του και τον φανταχτερό τρόπο ζωής του. Αν ο Αρμάνι ντύνει τη σύζυγο, ο Βερσάτσε ντύνει την ερωμένη ήταν ένας αφορισμός που κυκλοφορούσε στα χρόνια της ακμής του στον χώρο της μόδας.
Ο Τζιοβάνι Βερσάτσε γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1946 στο Ρέτζιο Καλάμπρια, στο Ρήγιον της Μεγάλης Ελλάδας. Η μητέρα του Φραντσέσκα ήταν μοδίστρα και ο νεαρός Τζιάνι μεγάλωσε βοηθώντας και παρακολουθώντας τη δουλειά της. Μετά την αποφοίτησή του από το Κλασικό Λύκειο της γενέτειράς του, όπου διδάχτηκε μεταξύ άλλων λατινικά και αρχαία ελληνικά, εργάστηκε για μικρό χρονικό διάστημα στην μπουτίκ της μητέρας του, προτού μετακομίσει το 1972 στο Μιλάνο. Εκεί δούλεψε σε αρκετά ατελιέ, όπως τα Genny της οικογένειας Τζιρομπέλι, Complice, Mario Valentino και Callaghan.
Με την υποστήριξη των Τζιρομπέλι, που κυριαρχούσαν στον χώρο του έτοιμου ενδύματος, ίδρυσε τον δικό του οίκο μόδας το 1978 με την επωνυμία «Gianni Versace» και τον ίδιο χρόνο πραγματοποίησε την πρώτη του επίδειξη. Ο αδελφός του, Σάντο, ανέλαβε διευθύνων σύμβουλος του οίκου και η αδελφή του, Ντονατέλα, που ήταν και σχεδιάστρια, αντιπρόεδρος.
Η άνοδος του ήταν κατακόρυφη. Τις δεκαετίες του’80 και του ’90 δημιούργησε μια αυτοκρατορία στον χώρο της μόδας, με σύνολα που απέπνεαν αισθησιασμό και σεξουαλικότητα. Τα πιο διάσημα σχέδια του περιελάμβαναν φορεσιές τύπου μπόντατζ, μπέιμπι-ντολ από πολυβινυλοχλωρίδιο και ασημένιες τουαλέτες. Οι αντίπαλοί του θεωρούσαν τα φανταχτερά σχέδια του χυδαία.
Απτόητος από την κριτική, ο Βερσάτσε παρουσίαζε τις εποχιακές επιδείξεις μόδας του οίκου του με τέτοιο τρόπο που να θυμίζουν ροκ συναυλίες. Με γκρούπις και παπαράτσι να συνωστίζονται έξω από τα πολυτελή γραφεία του οίκου Βερσάτσε στο Μιλάνο, για να υποδεχθούν τους διάσημους φίλους του,τον Έλτον Τζον, την Μαντόνα, τον Έρικ Κλάπτον ,την πριγκίπισσα Νταϊάνα κ.α, καθώς και τα πιστά του μοντέλα με τις υψηλές αμοιβές, τη Σίντι Κρόφορντ, τη Λίντα Εβατζελίστα, την Κρίστι Τέρλινγκτον και τη Ναόμι Κάμπελ, τις οποίες ο Τύπος ονόμασε «σουπερμόντελς». Ο Βερσάτσε πιστώνεται με τη μετατροπή του κόσμου της μόδας σε βιομηχανία υψηλής δυναμικής, προσανατολισμένη στις διασημότητες, όπως παραμένει μέχρι σήμερα.
Καθώς η αποδοχή του έργου του ξεπερνούσε τα σύνορα της Ιταλίας, ο Βερσάτσε άρχισε να ιδρύει μπουτίκ σε πολλά μέρη του κόσμου. Επίσης, επικεντρώθηκε στη δημοσίευση μιας σειράς πολυτελών άλμπουμ (τύπου coffee – table) με δικά του σχέδια και φωτογραφίες των δημιουργιών του από σπουδαίους φωτογράφους όπως ο Ρίτσαρντ Άβεντον, με τον οποίο συνεργάστηκε σε διάφορες διαφημιστικές εκστρατείες του οίκου του. Λάτρης της μουσικής ασχολήθηκε με τον σχεδιασμό κοστουμιών για παραστάσεις όπερας και μπαλέτου.
Το 1993, ο Τζιάνι Βερσάτσε διαγνώστηκε με ένα σπάνιο καρκίνο του έσω ωτός. Πάλεψε και νίκησε την αρρώστια, αλλά σταδιακά πέρασε ένα μεγάλο μέρος των επιχειρηματικών του ευθυνών σε μέλη της οικογένειάς του. Ο ίδιος με τον σύντροφό του Αντόνιο Ντ’ Αμίκο-μοντέλο και μετέπειτα σχεδιαστή του οίκου του- περνούσαν τον μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στη βίλα του στο Μαϊάμι Μπιτς της Φλώριδας.
Στις 15 Ιουλίου 1997, ενώ επέστρεφε στο σπίτι του μετά την πρωινή βόλτα του, ο Τζιάνι Βερσάτσε πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από έναν κατά συρροή δολοφόνο, ονόματι Άντριου Κιουνάναν, ο οποίος αυτοκτόνησε λίγες ημέρες αργότερα. Ο Τύπος επικεντρώθηκε τα επόμενα χρόνια στις σχέσεις θύτη και θύματος. Ο δολοφόνος διέδιδε ότι είχε στενή σχέση με τον Βερσάτσε, όπως και με άλλες διασημότητες, αλλά, όπως επισημάνθηκε, επρόκειτο για μια κρίση μεγαλείου παρά για κάτι υπαρκτό. Το FBI που ερεύνησε την υπόθεση ανακάλυψε ότι θύμα και θύτης είχαν συναντηθεί τουλάχιστον μια φορά σε κλαμπ του Σαν Φρανσίσκο, γεγονός που επιβεβαίωσε χρόνια αργότερα η δημοσιογραφική έρευνα, η οποία επισήμανε ότι και οι δύο τους ήταν γνωστοί στους κύκλους του αγοραίου έρωτα σε Μαϊάμι και Σαν Φρανσίσκο.
Την στιγμή του θανάτου του, ο Τζιάνι Βερσάτσε βρισκόταν στην κορύφωση της 25ετούς του καριέρας. Είχε μετριάσει τα προκλητικά σχέδια του και είχε αρχίσει να δημιουργεί όλο και πιο εκλεπτυσμένα και πολύχρωμα ρούχα. Ο οίκος του δημιουργούσε τώρα ρούχα για άντρες, γυναίκες και παιδιά, καθώς και τσάντες, πολύτιμα κοσμήματα, αρώματα και αντικείμενα για το σπίτι. Μετά τον θάνατό του, τα ηνία του οίκου «Gianni Versace» ανέλαβε η αδελφή του Ντονατέλα Βερσάτσε.
Πηγή: sansimera.gr