Τρία χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του Τόλη Βοσκόπουλου, του «πρίγκιπα» του ελληνικού τραγουδιού.
Ο Τόλης Βοσκόπουλος ήταν ένας από τους σημαντικότερους τραγουδιστές στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού και μακράν ο πιο εμπορικός. Όταν πρωτοξεκίνησε στο τραγούδι, λόγω του στυλ, του στησίματός του στο πάλκο και του τρόπου ερμηνείας και ντυσίματος, οι φανατικοί θαυμαστές του τον αποκαλούσαν «πρίγκιπα». Πρόκειται για έναν καλλιτέχνη που έχει φανατικούς θαυμαστές και, όπως λένε χαρακτηριστικά, «τον Βοσκόπουλο ή θα τον λατρεύεις ή δεν θα τον ακούς καθόλου».
Ο Τόλης Βοσκόπουλος βρισκόταν στην κορυφή του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού για δεκαετίες, γεγονός που οδήγησε τον εξίσου μεγάλο καλλιτέχνη και στιχουργό σε πολλές επιτυχίες του Γιάννη Πάριο να δηλώσει: «Ο μόνος σταρ που έχει η Ελλάδα είναι ο Τόλης». Μάλιστα, όπως έχει αναφέρει ο Γιώργος Γερολυμάτος, τη δεκαετία του 1970 οι νέοι τραγουδιστές έσπαγαν το δόντι τους προκειμένου να μοιάσουν στον Βοσκόπουλο (λόγω της χαρακτηριστικής οδοντοστοιχίας του καλλιτέχνη).
Ο Γιώργος Ζαμπέτας στην αυτοβιογραφία του σημειώνει: «Ο Τόλης είναι γεννημένος θεατρίνος. Ανεβαίνει στην πίστα και την καταπίνει όλη. Γιατί η πίστα όταν ανεβαίνεις σου λέει “φάε με για θα σε φάω”. Να ξηγιόμαστε. Μεγάλος εργάτης ο Βοσκόπουλος, ο μεγαλύτερος».
Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος ο Βοσκόπουλος κάποτε σε συνέντευξή του στη δημοσιογράφο Σεμίνα Διγενή, «ξεκινώντας το τραγούδι, πήρα μαζί μου και τον ηθοποιό Βοσκόπουλο».
Κατά περιόδους έχει γράψει τραγούδια (στίχο και μουσική) που έχει συμπεριλάβει σε προσωπικούς του δίσκους ή τα οποία έχουν ερμηνεύσει άλλοι καλλιτέχνες, με πιο γνωστό το ντουέτο του με τη Μαρινέλλα «Εγώ κι εσύ» το 1974, το οποίο έκανε ρεκόρ πωλήσεων και τραγουδιέται μέχρι και σήμερα.
Η πορεία στο καλλιτεχνικό στερέωμα
Γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1940 στον Πειραιά (Κοκκινιά). Είναι το δωδέκατο παιδί της οικογένειας Βοσκόπουλου (έχει 11 αδελφές). Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1958 και πέντε χρόνια αργότερα, το 1963, έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο. Μπήκε στη δισκογραφία με το τραγούδι «Βήμα-βήμα» του αξέχαστου μουσικοσυνθέτη Λυκούργου Μαρκέα. Η καθιέρωσή του στο πεντάγραμμο ήρθε με την «Αγωνία» τη σημαδιακή χρονιά του 1968 (σύνθεση Γιώργου Ζαμπέτα), που μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα ξεπέρασε τις 300.000 πωλήσεις, ένα άπιαστο νούμερο για εκείνη την εποχή.
Έχει ένα εντυπωσιακό φάσμα συνεργασιών, ερμηνεύοντας τραγούδια του Γιώργου Ζαμπέτα, του Μίμη Πλέσσα, του Άκη Πάνου, του Θανάση Πολυκανδριώτη, του Μάριου Τόκα, του Γιάννη Πάριου, του Γιώργου Κατσαρού, του Κώστα Βίρβου, του Φοίβου και πολλών άλλων.
Στην ιστορία έχει μείνει η συνεργασία του με τον Στράτο Διονυσίου. Μάλιστα, όταν οι δύο καλλιτέχνες τραγουδούσαν στη Θεσσαλονίκη, ένα απόγευμα αποφάσισαν να πάνε να παίξουν μπιλιάρδο. Η αγάπη του κόσμου για τα λαϊκά είδωλα ήταν τόσο μεγάλη που μέσα σε λίγη ώρα έξω από την καφετέρια είχαν μαζευτεί χιλιάδες θαυμαστές, με αποτέλεσμα να χρειαστεί η συνδρομή της αστυνομίας προκειμένου να μπορέσουν να βγουν από το μαγαζί.
Για παραπάνω από 35 χρόνια όλες του οι εμφανίσεις ήταν sold out, με τον καλλιτέχνη να αποθεώνεται από τους φανατικούς θαυμαστές.
Τραγούδια-επιτυχίες όπως «Δυο καρδιές», «Το φεγγάρι πάνωθέ μου», «Μα εγώ αγαπώ μία», «Και εσύ θα φύγεις», «Γλυκά πονούσε το μαχαίρι», «Οι άντρες δε μιλούν πολύ», «Άιντε στην υγειά της», «Αδέλφια μου, αλήτες, πουλιά», «Ανεπανάληπτος», «Πριν χαθεί το όνειρο μας», «Της Χελιδονούς το ρέμα», «Τσιγγάνα για χατίρι σου», «Ψύλλοι στα αφτιά μου», «Μου χρωστάει μια αγάπη η ζωή» και πόσα άλλα, όλα αγαπημένα, ακόμα και από κείνους που δεν λάτρεψαν τον Βοσκόπουλο. Γιατί ο Βοσκόπουλος αμφισβητήθηκε πολύ. Όμως, τι είδωλο θα ήταν αν δεν είχε παράφορες και ακραίες τόσο αγάπες, όσο και αντιπάθειες;
Τη δεκαετία του 1980 ο Τόλης Βοσκόπουλος θα καθιερωθεί ως πρίγκιπας του ελληνικού τραγουδιού με φανατικούς θαυμαστές που κάνουν κάθε δίσκο του χρυσό και πλατινένιο, ενώ παράλληλα κάνουν κράτηση στα κέντρα που εμφανίζεται με τον μήνα προκειμένου να εξασφαλίσουν προνομιακή θέση, κοντά στο είδωλό τους.
Το 2000 βραβεύτηκε από τα βραβεία ΠΟΠ ΚΟΡΝ (μετέπειτα Αρίων) για τη συνολική προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι.
Το 2005 τραγούδησε σε 5.000 άτομα στο φρούριο της Κέρκυρας και τα έσοδα από τη συναυλία πήγαν σε φιλανθρωπικό σκοπό.
Το 2011, έπειτα από τριετή απουσία από την αθηναϊκή νύχτα, δέχτηκε την πρόταση του Αντώνη Ρέμου και εμφανίστηκε μαζί του στη μουσική σκηνή «Διογένης» στην Αθήνα, ένα σχήμα που αποτέλεσε το talk of the town της χρονιάς.
Το καλοκαίρι του 2013 ο Τόλης Βοσκόπουλος επέστρεψε στον Πειραιά, στην πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Σε μια συγκινητική συναυλία στο Βεάκειο Δημοτικό Θέατρο τραγούδησε στον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί εκεί από νωρίς για να καταφέρει να εισέλθει μιας και τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς ο καλλιτέχνης βραβεύτηκε από τον δήμαρχο Πειραιά Βασίλη Μιχαλολιάκο για τη προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι: «Τον τόπο που γεννιέσαι και μεγαλώνεις τον κουβαλάς πάντα μέσα στην ψυχή σου, όπου κι αν βρεθείς. Μόνο συγκίνηση και βαθιά χαρά νιώθω που επιστρέφω στον Πειραιά, που αγαπώ και έχω τόσες αναμνήσεις» δηλώνει ο Τόλης Βοσκόπουλος. Μια βραδιά γεμάτη συγκινήσεις. Μια ιδιαίτερη στιγμή ήταν όταν ανέβηκε στη σκηνή μαζί του ο Μίμης Πλέσσας, ο οποίος δήλωσε: «Δεν έκανα τίποτε άλλο από το να χειροκροτώ έναν συγκλονιστικό καλλιτέχνη».
Η συνάντηση αυτή των δύο καλλιτεχνών στη σκηνή μετά από 40 χρόνια ήταν μόνο η αρχή, αφού τον χειμώνα του ίδιου έτους ένωσαν τις δυνάμεις τους παρουσιάζοντας τη μουσική παράσταση «Και να που ξανασυναντιόμαστε» σε γνωστό νυχτερινό κέντρο των Αθηνών.
Ως συνθέτης
Πλούσιο είναι και το έργο του ως συνθέτη. Μερικοί καλλιτέχνες που έχουν ερμηνεύσει τραγούδια του είναι: Δούκισσα, Μαρινέλλα, Στράτος Διονυσίου, Αντώνης Ρέμος, Νότης Σφακιανάκης. Το 1971 έγραψε τη σύνθεση του τραγουδιού «Αδέλφια μου, αλήτες, πουλιά», το οποίο ερμήνευσε ο Γιάννης Βογιατζής και κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, ενώ μετείχε στο ίδιο φεστιβάλ την επόμενη χρονιά ο ίδιος τραγουδώντας το «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά», τραγούδι που, όπως είχε ειπωθεί τότε, το έγραψε για τη Ζωή Λάσκαρη, η οποία ήταν παρούσα στο ακροατήριο της εκδήλωσης. Το 1976, όταν ο Στράτος Διονυσίου κρίθηκε αθώος από τις δικαστικές αρχές, του έγραψε το πολύ γνωστό τραγούδι με τίτλο «Αποκοιμήθηκα», το οποίο έγινε μεγάλη επιτυχία και το τραγούδησε κι ο ίδιος ο Βοσκόπουλος σε δίσκο του το 1985.
Θέατρο
Είχε πρωταγωνιστήσει αλλά και συμμετάσχει σε πάρα πολλές θεατρικές παραστάσεις δίπλα σε ιερά τέρατα της ηθοποιίας όπως ο Βασίλης Αυλωνίτης, η Βλαχοπούλου, η Βασιλειάδου, ο Κώστας Χατζηχρήστος κ.ά. Από τις πιο μεγάλες επιτυχίες του ήταν τα μιούζικαλ: Οι εραστές του ονείρου (1972 μαζί με τη Ζωή Λάσκαρη), Τραγούδα θεατρίνε (1978 μαζί με τη Μαρία Αλιφέρη), Ήρθες σαν όνειρο (1998 μαζί με την Άντζελα Γκερέκου), όπου το θεατρικό σενάριο είναι στηριγμένο στον τρόπο γνωριμίας τους.
Οι γυναίκες της ζωής του
Στην ιστορία έχει μείνει το ειδύλλιό του με την τραγουδίστρια Δούκισσα, της οποίας ήταν μουσικός και παρτενέρ, αλλά και με τη γνωστή ηθοποιό Ζωή Λάσκαρη, με την οποία έπαιξαν μαζί στο θρυλικό μιούζικαλ «Εραστές του ονείρου».
Ο Τόλης είχε κάνει τέσσερις γάμους. Παντρεύτηκε πρώτα τη Στέλλα Στρατηγού (1960-1965), ύστερα τη Μαρινέλλα (1973-1981), μετά την Τζούλια Παπαδημητρίου, με την οποία έχει μία κόρη, τη Χαρά (1986) (η οποία το 2021 αναγνωρίστηκε επισήμως από το δικαστήριο ότι δεν είναι η κόρη του) (1990-1996), και την πρώην ηθοποιό και πρ. βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και Στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας Άντζελα Γκερέκου (παντρεύτηκαν στις 2 Αυγούστου 1996 στην Κέρκυρα με κουμπάρο τον δημοσιογράφο Τέρενς Κουίκ). Με την Γκερέκου έχουν μία κόρη, τη Μαρία, που γεννήθηκε το 2001.
Στις 17 Μαΐου 2010 η εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» είχε πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο ο Τόλης Βοσκόπουλος χρωστάει στην ΙΓ΄ ΔΟΥ Αθηνών περί τα 5,5 εκατομμύρια ευρώ, για φοροδιαφυγή κατά την περίοδο 1993-1997, τα οποία ακόμη δεν έχει καταβάλει, ενώ έχει να υποβάλει φορολογική δήλωση από το 1993. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να παραιτηθεί η σύζυγός του Άντζελα Γκερέκου από υφυπουργός Τουρισμού στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επικαλούμενη λόγους ευθιξίας, αλλά το 2013 επανήλθε στη δικομματική κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ως υφυπουργός Πολιτισμού.
Στην εκδίκαση της υπόθεσης, που έγινε στις 2 Φεβρουαρίου 2011, το Ζ΄ Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών τού επέβαλε ποινή τριών ετών με αναστολή για το ποινικό σκέλος της υπόθεσης, ενώ παράλληλα του έδωσε τη δυνατότητα εξαγοράς της ποινής με πέντε ευρώ ημερησίως. Στα πλαίσια της δίκης έγινε γνωστό από τον δικηγόρο του Τόλη ότι αίτησή του προς το Υπουργείο Οικονομικών για υπαγωγή σε ρύθμιση που θα του έδινε το δικαίωμα να τύχει έκπτωσης 100% επί των προσαυξήσεων δεν έγινε δεκτή.
O ίδιος με επιστολή του στα ΜΜΕ δήλωσε: «Δεν εισέπραξα ο ίδιος, δεν καρπώθηκα και δεν απέκτησα ουσιαστικώς ποτέ τα εισοδήματα στα οποία αντιστοιχεί ο φόρος που μου καταλογίστηκε. Η φορολογική αρχή που επιλήφθηκε εξαιτίας αντιδικίας και είναι γνωστή από τη δημοσιότητά της και τα αντίστοιχα δικαστήρια προσδιορίζουν το πρόσωπο που απόλαυσε όσα ως “εισοδήματά μου” υπολογίστηκαν».