Τα ίχνη που …άφησε ο Καραγκιόζης στη Θεσσαλονίκη και τη γύρω περιοχή, από τον 19ο αιώνα μέχρι πρόσφατα, ακολούθησε προσεκτικά ο Γιάννης Χατζής.
Συνάντησε τους ανθρώπους που κράτησαν «ζωντανό» τον μεγαλύτερο ήρωα του θεάτρου σκιών, συστήνοντάς τον σε γενιές και γενιές. Μαζί μ’ αυτούς, ανακάλυψε και την ιστορία που σημάδευε την περιοχή, σε κάθε φάση της ζωής τους που πέρασαν πίσω από το μπερντέ.
Πρόκειται για μία μελέτη δεκαετιών που έκανε ο γνωστός Θεσσαλονικιός καραγκιοζοπαίχτης και ερευνητής του θεάτρου σκιών, η οποία περιλαμβάνεται στο νέο του βιβλίο, με τίτλο «Ιχνηλατώντας τον Καραγκιόζη στη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη περιοχή. Από το 19ο στον 21ο αιώνα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Εκτός των τειχών». Πρόσωπα, καταστάσεις και γεγονότα παρελαύνουν στις σελίδες του βιβλίου, με φόντο ιστορικές και εθνικές περιπέτειες, κοινωνικές και πληθυσμιακές ανακατατάξεις, ακόμα και φυσικές καταστροφές.
«Το βιβλίο ξεκινά από το 1850 και είναι ενημερωμένο έως τις 10 Μαρτίου του 2024. Περιλαμβάνει όλες τις παραστάσεις Καραγκιόζη που έγιναν σ’ αυτό το διάστημα, τα μέρη όπου παίχτηκαν, ποιες ήταν οι συνθήκες που δούλευαν οι καραγκιοζοπαίχτες, τι δυσκολίες αντιμετώπιζαν, ποια σχετικά βιβλία γράφτηκαν, ποιες διαλέξεις δόθηκαν και ποιες εκθέσεις έγιναν. Όλα αυτά συνοδεύονται από περίπου 230 έγχρωμες φωτογραφίες, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά», δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γιάννης Χατζής.
Το υλικό αυτό περιλαμβάνει πολύτιμες πληροφορίες, που σταχυολογήθηκαν από παλιές εφημερίδες και περιοδικά, από διάφορες εκδόσεις ιστορικού, κοινωνικού, οικονομικού, εθνολογικού, εθνογραφικού και λογοτεχνικού ενδιαφέροντος και από το προσωπικό αρχείο του Χατζή. Ο βασικός πυρήνας του ωστόσο, προέρχεται από ό,τι συνέλλεξε ο ίδιος σε βάθος πέντε δεκαετιών, κάνοντας πολλά ταξίδια, έρευνα και προσωπικές συνεντεύξεις. «Το βιβλίο αυτό είναι στην πραγματικότητα ο κόπος, τα ξενύχτια, τα έξοδα και η αγωνία 50 χρόνων. Πενήντα χρόνια ταλαιπωρίας, μέσα σε βροχές και χιόνια, από χωριό σε χωριό, προκειμένου να βρω επιζώντες καραγκιοζοπαίχτες. Στις περιπτώσεις που δεν τα κατάφερα, βρήκα τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους, τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους, τα ανίψια τους, τα εγγόνια τους… Οπότε όλες οι πληροφορίες ήταν πρωτογενείς και ελήφθησαν από πρώτο χέρι», εξηγεί
Ένα ακόμα πλεονέκτημα του συγκεκριμένου βιβλίου αποτελεί το γεγονός ότι είναι γραμμένο όχι απλώς από κάποιον που μελετά την ιστορία του θεάτρου σκιών, αλλά από έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι και ο ίδιος σημαντικός καραγκιοζοπαίχτης, παρόλο που ξεκίνησε από εντελώς διαφορετική αφετηρία, καθώς σπούδασε οικονομικές επιστήμες στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ.
Το «μικρόβιο» του Καραγκιόζη μπήκε μέσα του από τότε που ήταν μικρό παιδί. «Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, ευτυχώς υπήρχε ο Καραγκιόζης. Ο πατέρας μου κατάγεται από τη Λαμία κι εκεί κάθε καλοκαίρι δίνονταν για δύο μήνες καθημερινά παραστάσεις. Κάθε βράδυ ήμουν εκεί! Συν αυτές που έβλεπα εδώ στη Θεσσαλονίκη… Μεγάλωσα με μία τέτοια παιδεία», αναφέρει ο κ. Χατζής.
Έτσι, λοιπόν, κατά τα φοιτητικά του χρόνια, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, εντόπισε ένα κενό που υπήρχε. «Διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε ντόπιος καραγκιοζοπαίχτης, κάποιος που να ήταν από εδώ και το έργο του να εκφράζει τα όνειρα, τα μεράκια, τους πόθους, τους καημούς και τις ελπίδες του βορειοελλαδίτικου χώρου και ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης. Ερχόταν βέβαια καραγκιοζοπαίχτες από την Αθήνα, προεξέχοντος του Ευγένιου Σπαθάρη, αλλά αυτό ήταν μία καλλιτεχνική …ελεημοσύνη από την Αθήνα, αφού όλοι οι ντόπιοι από την εποχή του μεσοπολέμου, είχαν παροπλιστεί βιολογικά», σημειώνει, επισημαίνοντας ότι αυτή ήταν η αφορμή να ξεκινήσει την αναζήτηση όσων ζούσαν, για να διασώσει ό,τι δεν έπρεπε να χαθεί.
Η μελέτη γύρω από τον Καραγκιόζη οδήγησε τον ερευνητή πίσω από τον μπερντέ
Καθώς όμως άρχισε να συναναστρέφεται με καραγκιοζοπαίχτες, γνώρισε πολύ καλά έναν κόσμο, μέσα στον οποίο επέλεξε τελικά να ζει έως σήμερα. «Όταν άρχισα να τους συναντώ για συνεντεύξεις, τελικά κόλλησα κοντά τους και -ούτε λίγο ούτε πολύ, άρχισα να τους βοηθάω κιόλας. Από εκεί και πέρα άρχισα να κάνω μετακλήσεις για να έρχονται να παίζουν εδώ, τους διοργάνωνα παραστάσεις, εκθέσεις, διαλέξεις σε Θεσσαλονίκη, Σέρρες, Νάουσα, Ξάνθη και αλλού, και γενικότερα, από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 έως και σήμερα, ό,τι έγινε στη Θεσσαλονίκη σχετικό με τον Καραγκιόζη, είμαι αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας», δηλώνει με περηφάνια.
Μαθαίνοντας τα μυστικά του επαγγέλματος, άρχισε να δημιουργεί και δικές του φιγούρες, ενώ λίγα χρόνια αργότερα, ο πολιτιστικός σύλλογος Ανάληψης στον οποίο ανήκε, δημιούργησε ένα παιδικό τμήμα, στο οποίο αποφάσισε να αρχίσει να δίνει παραστάσεις Καραγκιόζη. «Κι ενώ ο σύλλογος διαλύθηκε, εγώ συνέχισα να παίζω, με αποτέλεσμα σήμερα να έχω συμπληρώσει σαράντα χρόνια παιξίματος. Παράλληλα, όλα αυτά τα χρόνια δεν σταμάτησα να βρίσκω ανθρώπους και να συγκεντρώνω πληροφορίες για το βιβλίο μου, που μπορεί να μην είναι το πρώτο μου, αλλά είναι ένα έργο ζωής», λέει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Χατζής.
Συνέπεια των παραπάνω είναι να αποτελεί και ο ίδιος μέρος του βιβλίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι μία φωτογραφία που προέρχεται από το αρχείο της ΧΑΝΘ, με παράσταση Καραγκιόζη στο παιδικό της τμήμα, στην οποία διαπίστωσε ότι εμφανίζεται ο ίδιος σε ηλικία περίπου 11 ετών ανάμεσα στα παιδιά που την παρακολουθούν. Επίσης, μία ιστορία, που όποτε την αφηγείται, προκαλεί συγκίνηση. «Το καλοκαίρι του ’78 που έγινε ο μεγάλος σεισμός της Θεσσαλονίκης, με βοηθό τον Κώστα τον Διαμαντόπουλο, δώσαμε ανιδιοτελώς 50 με 60 παραστάσεις σε αλάνες και σε καταυλισμούς. Κάθε βράδυ πηγαίναμε, στήναμε μπερντέ και παίζαμε για τον κόσμο που έμενε έξω και δεν είχε τίποτα. Βέβαια κι εμείς σε αλάνα μέναμε. Κοιμόμασταν κάτω στο χώμα, φεύγαμε γύρω στις 7 το απόγευμα και γυρνούσαμε αργά το βράδυ. Το πρωί πηγαίναμε στις δουλειές μας, επιστρέφαμε, βάζαμε μια βούκα στο στόμα και πάλι η ίδια η ιστορία. Καθημερινά. Χωρίς αμοιβή, χωρίς τίποτα», θυμάται. «Εκτός απ’ αυτό, πριν από την παράσταση απασχολούσαμε τα παιδιά, για παράδειγμα τα βάζαμε να κάνουν ζωγραφιές με θέμα τον Καραγκιόζη, κάναμε πάρα πολλά πράγματα», συμπληρώνει.
Ο Γιάννης Χατζής διδάχτηκε από μεγάλους δασκάλους και κράτησε από τον καθένα ό,τι νόμιζε πως ήταν το καλύτερο στοιχείο του. Παράλληλα ανέπτυξε τη δική του αντίληψη και δεν σταμάτησε να δουλεύει, να διαβάζει και να ερευνά. Αυτή είναι και η συμβουλή που δίνει στους νέους ανθρώπους, να έχουν άποψη για ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα και στον κόσμο, γιατί, όπως λέει, «δεν αρκεί να πεις απλώς μερικά αστεία για να γελάσουν τα παιδιά». Τα έργα του καραγκιόζη που έχει γράψει, έχουν κυρίως θέμα τους τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία, μιλούν για την ιστορία, για θρύλους και παραδόσεις, ακόμα και για παραμύθια. Πλέον επιλέγει το πότε και το πού θα παίξει, με τελευταίες του δουλειές να είναι τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Ισλάχανε, μαζί με τον Θωμά Κοροβίνη, η μουσική παράσταση θεάτρου σκιών «Λεμπλεπιτζής Χορ Χορ Αγάς» και τα Χριστούγεννα στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο «Η Σταχομαζώχτρα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.